Στείλτε το σ' έναν φίλο
RSS
google +
Εκτύπωση

του Δρα Qasim Chaudhry, αντιπροέδρου της Επιστημονικής Επιτροπής για την Ασφάλεια των Καταναλωτών και προέδρου της Ομάδας Εργασίας για τη χρήση νανοϋλικών στα καλλυντικά

του Δρα Qasim Chaudhry, αντιπροέδρου της Επιστημονικής Επιτροπής για την Ασφάλεια των Καταναλωτών και προέδρου της Ομάδας Εργασίας για τη χρήση νανοϋλικών στα καλλυντικά

Πρόσφατα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από την ανεξάρτητη Eπιστημονική Eπιτροπή για την Aσφάλεια των Kαταναλωτών (SCCS) να εκδώσει γνωμοδότηση σχετικά με την ασφάλεια των νανομορφών του διοξειδίου του πυριτίου, του ενυδατωμένου διοξειδίου του πυριτίου, καθώς και του επιφανειακά τροποποιημένου διοξειδίου του πυριτίου, όπως το πυριτικό οξύ και το διμεθυλο-πυριτικό οξύ. Τα νανοϋλικά αυτά χρησιμοποιούνται σε απορροφούμενα και εκπλυόμενα καλλυντικά προϊόντα για τα μαλλιά, το δέρμα, τα χείλη και τα νύχια.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί τη γνώμη της SCCS κάθε φορά που υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια από καταναλωτικά προϊόντα πλην τροφίμων, όπως τα καλλυντικά και τα συστατικά τους. Η χρήση νανοϋλικών σε καλλυντικά προϊόντα διέπεται από κανόνες στην ΕΕ, και όλες οι εταιρείες καλλυντικών οφείλουν να υποβάλλουν σχετική γνωστοποίηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έξι μήνες πριν από τη διοχέτευση στην αγορά των προϊόντων που εμπεριέχουν νανοϋλικά.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την SCCS εκτίμηση επικινδυνότητας σε περίπτωση που λάβει γνωστοποίηση για ένα συγκεκριμένο συστατικό το οποίο εγείρει ανησυχίες όσον αφορά τις πιθανές επιπτώσεις στην υγεία, για τις οποίες δεν έχει γίνει επαρκής εκτίμηση επικινδυνότητας. 

Αυτό συνέβη στη συγκεκριμένη περίπτωση: παρελήφθησαν 172 γνωστοποιήσεις για προϊόντα που περιέχουν ένα ή περισσότερα από τα τέσσερα είδη διοξειδίου του πυριτίου σε νανομορφή. 

Στο πλαίσιο της εντολής της, η SCCS εξέτασε τα στοιχεία που υποβλήθηκαν από τις εταιρείες, καθώς και τις σχετικές επιστημονικές μελέτες από ομοτίμους, οι οποίες έχουν δημοσιευθεί στην αγγλική γλώσσα. Μετά από διεξοδική εξέταση, η SCCS κατέληξε σε γνωμοδότηση, η οποία δημοσιεύθηκε μέσω διαδικτύου τον Μάρτιο του 2015, ότι δεν υπάρχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι το διοξείδιο του πυριτίου σε νανομορφή διεισδύει στο δέρμα ή είναι τοξικό, αλλά -και αυτό είναι εξίσου σημαντικό- ότι δεν υπάρχουν αρκετά αποδεικτικά στοιχεία που να αποκλείουν με αξιόπιστο τρόπο την πιθανότητα αυτή.  

Για να θεωρηθούν ασφαλή ή μη ασφαλή τα σχετικά προϊόντα, απαιτούνται περισσότερα δεδομένα για τα νανοϋλικά, ιδίως για τη δερματική διείσδυση των διαφόρων ειδών νανοδιοξειδίου του πυριτίου που προορίζονται για χρήση σε καλλυντικά προϊόντα -και ιδίως σε δέρμα με αμυχές ή πάσχον δέρμα- καθώς και για την πιθανή συστημική τους τοξικότητα. 

Επιπλέον, κάποιες μελέτες για ένα είδος νανοδιοξειδίου του πυριτίου διαφορετικό από αυτό που χρησιμοποιείται στα καλλυντικά δίνουν ενδείξεις για πιθανές γονιδιοτοξικές επιπτώσεις. Ως εκ τούτου, απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να διαπιστωθεί εάν τα είδη νανοδιοξειδίου του πυριτίου που χρησιμοποιούνται σε καλλυντικά προϊόντα έχουν το ίδιο αποτέλεσμα εάν προσληφθούν από τα κύτταρα.

Οι καταναλωτές μπορούν να είναι ήσυχοι ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι σε επαγρύπνηση για την προάσπιση της υγείας τους και ότι ενημερώνεται διαρκώς για τις νέες εξελίξεις όσον αφορά τη χρήση χημικών ή νανοϋλικών σε καταναλωτικά προϊόντα. Καθώς θα προκύπτουν νέα στοιχεία, η SCCS θα επανεξετάζει την ασφάλεια του νανοδιοξειδίου του πυριτίου και θα δημοσιεύει σχετική γνωμοδότηση.

http://ec.europa.eu/dgs/health_food-safety/dyna/enews/enews.cfm?al_id=1594

Υπό το πρίσμα νέων διαθέσιμων στοιχείων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από την Επιστημονική Επιτροπή για τους Ανακύπτοντες και τους Πρόσφατα Εντοπιζόμενους Κινδύνους για την Υγεία (SCENIHR) να επικαιροποιήσει προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της σχετικά με την έκθεση σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία (ΗΜΠ).

Η έκθεση σε ΗΜΠ είναι ένα θέμα που ενδιαφέρει και αφορά όλους μας, δεδομένου ότι είμαστε εκτεθειμένοι σε αυτά στην καθημερινή μας ζωή, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, ανάλογα με τον τρόπο ζωής μας και τον τόπο διαμονής και εργασίας μας, καθώς και σε διαφορετικές συχνότητες. Οι συχνότητες αυτές κυμαίνονται από εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα (π.χ. γραμμές μεταφοράς ενέργειας και ηλεκτρικοί μετασχηματιστές ισχύος) σε ενδιάμεσα (από επαγωγικές εστίες και άλλες οικιακές συσκευές) μέχρι το φάσμα ραδιοσυχνοτήτων (από κινητά τηλέφωνα και άλλες συσκευές). 

Οι πιο σημαντικές επιστημονικές μελέτες με αντικείμενο την έκθεση στα ΗΜΠ και την υγεία, που δημοσιεύθηκαν μετά την τελευταία γνωμοδότηση (2009), εξετάστηκαν ιδιαίτερα προσεκτικά από τους εμπειρογνώμονες και σχολιάζονται στη νέα γνωμοδότηση με τίτλο «Πιθανές επιπτώσεις στην υγεία από την έκθεση σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία (ΗΜΠ)», που δημοσιεύθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2015. Η επιστημονική βιβλιογραφία που αναλύεται περιλαμβάνει περισσότερες από 700 μελέτες, από το 2009 και μετά. Σε γενικές γραμμές, τα πορίσματά της είναι καθησυχαστικά: τα αποτελέσματα της τρέχουσας επιστημονικής έρευνας δείχνουν ότι δεν υπάρχουν εμφανείς δυσμενείς επιπτώσεις για την υγεία, εάν η έκθεση παραμένει κάτω από τα επίπεδα που συνιστώνται από τη νομοθεσία της ΕΕ.

Ωστόσο, όσον αφορά τις ενδιάμεσες ζώνες συχνοτήτων, μια σημαντική πηγή έκθεσης είναι οι επαγωγικές εστίες που έχουν γίνει δημοφιλείς τα τελευταία χρόνια. Αυτές μπορούν να εκθέσουν τους χρήστες σε μαγνητικά πεδία υψηλότερα από τα επίπεδα αναφοράς που δίνονται στις οδηγίες σχετικά με την έκθεση.

Όσον αφορά το φάσμα ραδιοσυχνοτήτων και τον κίνδυνο καρκίνου, η γνωμοδότηση αναφέρει ότι οι αποδείξεις για αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του εγκεφάλου (γλοίωμα) αποδυναμώθηκαν, ενώ το ενδεχόμενο σύνδεσης με τον καρκίνο του αυτιού (ακουστικό νεύρωμα) χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση. Μελέτες για τον παιδικό καρκίνο λόγω έκθεσης σε ραδιοτηλεοπτικούς πομπούς δεν δείχνουν καμία συνάφεια.

Ορισμένες επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν αύξηση του κινδύνου παιδικής λευχαιμίας από την έκθεση σε εξαιρετικά χαμηλά πεδία. Παρ' όλα αυτά, δεν έχουν εντοπιστεί μηχανισμοί ούτε στοιχεία από πειραματικές μελέτες που να μπορούν να εξηγήσουν τις εν λόγω διαπιστώσεις, γεγονός που, μαζί με την έλλειψη επιδημιολογικών μελετών, δεν επιτρέπει την αιτιώδη συνάφεια.

Νέες μελέτες δεν διαπιστώνουν αρνητικές επιδράσεις στην αναπαραγωγή ή συμπτώματα που να σχετίζονται με την έκθεση σε ΗΜΠ. Πρόσφατες μελέτες δεν επιβεβαιώνουν τη σύνδεση που είχε αναφερθεί στο παρελθόν μεταξύ ΗΜΠ και αυξημένου κινδύνου εμφάνισης της νόσου του Αλτσχάιμερ.

Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες, ιδίως για τη σωρευτική έκθεση από τον συνδυασμό πηγών.  Η επιτροπή SCENIHR συνέταξε μια σειρά από συστάσεις για έρευνα κατά προτεραιότητα και μεθοδολογική καθοδήγηση σχετικά με τον πειραματικό σχεδιασμό και τις ελάχιστες απαιτήσεις, ώστε να διασφαλίζεται η ποιότητα των δεδομένων και η δυνατότητα χρησιμοποίησής τους για εκτίμηση της επικινδυνότητας, κάτι που περιλαμβάνεται και στη γνωμοδότηση.

http://ec.europa.eu/dgs/health_food-safety/dyna/enews/enews.cfm?al_id=1581

Η δισφαινόλη Α (BPA) χρησιμοποιείται ως πλαστικοποιητής, δηλαδή χρησιμοποιείται σε πλαστικά προϊόντα για να καταστούν πιο εύκαμπτα. Οι άνθρωποι εκτίθενται σε μεγάλο βαθμό στην BPA, κυρίως μέσω των συσκευασιών τροφίμων, και το επίπεδο της έκθεσης αυτής και των ενδεχόμενων επιπτώσεών της αποτελεί αντικείμενο ευρείας συζήτησης από την επιστημονική κοινότητα.

Η BPA χρησιμοποιείται επίσης στον τομέα των ιατρικών συσκευών, όπως καθετήρων και εμφυτευμάτων, καθώς και σε μερικές οδοντιατρικές συσκευές. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από την SCENIHR να εξετάσει όλους τους πιθανούς κινδύνους για την υγεία που συνδέονται με τέτοιου είδους χρήσεις.

Στις περισσότερες από αυτές τις εφαρμογές, μεταξύ άλλων και στην οδοντιατρική, η ποσότητα BPA στην οποία εκτίθενται οι άνθρωποι θεωρείται ότι δεν προκαλεί αρνητικές επιπτώσεις διότι δεν υπερβαίνει την ανεκτή ημερήσια πρόσληψη των 4 μg/kg βάρους σώματος ανά ημέρα. Επιπλέον, η έκθεση στην BPA μέσω ιατροτεχνολογικών προϊόντων είναι συνήθως μόνο για μικρό χρονικό διάστημα, ενώ η ανεκτή ημερήσια πρόσληψη λαμβάνει υπόψη τη διά βίου συνεχή καθημερινή έκθεση.

Η μέγιστη εκτιμηθείσα έκθεση στην BPA παρατηρείται κατά τη διάρκεια παρατεταμένων ιατρικών διαδικασιών, ιδίως σε νεογνά σε μονάδες εντατικής θεραπείας, βρέφη που υποβάλλονται σε παρατεταμένες ιατρικές διαδικασίες και ασθενείς που υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση. Βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, η SCENIHR συμπεραίνει ότι ο κίνδυνος δυσμενών επιπτώσεων από την έκθεση στην BPA μπορεί να υπάρχει σε τέτοιες περιπτώσεις, επειδή η έκθεση υπερβαίνει την τιμή αναφοράς και ο εκτιθέμενος πληθυσμός μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευάλωτος.  

Το όφελος των ιατροτεχνολογικών προϊόντων θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη: π.χ. η επιβίωση των βρεφών που έχουν γεννηθεί πρόωρα συχνά εξαρτάται από τα προϊόντα αυτά. Η δυνατότητα αντικατάστασης της BPA στα εν λόγω προϊόντα θα πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση με την αποτελεσματικότητα της θεραπείας και τα τοξικολογικά χαρακτηριστικά των εναλλακτικών υλικών, εφόσον αυτά είναι διαθέσιμα.

http://ec.europa.eu/dgs/health_food-safety/dyna/enews/enews.cfm?al_id=1580

Κατόπιν αιτήματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για επικαιροποίηση της γνωμοδότησης για τα οδοντιατρικά αμαλγάματα, η SCENIHR δημοσίευσε πρόσφατα την έκθεση «Η ασφάλεια των οδοντιατρικών αμαλγαμάτων και των εναλλακτικών υλικών οδοντικής αποκατάστασης για ασθενείς και χρήστες».

Τα οδοντιατρικά αμαλγάματα είναι "ασημένια" γεμίσματα από κράμα μετάλλων, συμπεριλαμβανομένου του στοιχειακού υδραργύρου, και υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με τους κινδύνους για την υγεία που συνδέονται με τους ατμούς υδραργύρου που παράγουν.

Οι ανησυχίες αυτές δεν έχουν, ωστόσο, τεκμηριωθεί από τις τρέχουσες επιστημονικές μελέτες. Μετά την εξέταση των σημερινών επιστημονικών αποδεικτικών στοιχείων, η SCENIHR κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ούτε τα οδοντιατρικά αμαλγάματα ούτε τα εναλλακτικά υλικά είναι επιβλαβή για την υγεία του πληθυσμού υπό κανονικές συνθήκες χρήσης.

Μολονότι τα εναλλακτικά υλικά εξακολουθούν να είναι μια βιώσιμη επιλογή για τα νέα γεμίσματα, δεν είναι σκόπιμο να αντικατασταθούν τα οδοντιατρικά αμαλγάματα με εναλλακτικά -εκτός εάν ο ασθενής έχει δείξει αλλεργική αντίδραση σε αυτά- διότι η αφαίρεση των αμαλγαμάτων εκθέτει τον ασθενή σε περισσότερο υδράργυρο. 

Όταν επιλέγουν τα υλικά προς χρήση, οι ασθενείς και οι οδοντίατροι πρέπει να εξετάζουν παράγοντες όπως το εάν τα υλικά τοποθετούνται για πρωτογενή ή μόνιμα δόντια, για ποιο συγκεκριμένο δόντι, καθώς και τυχόν αλλεργίες του ασθενούς στον υδράργυρο ή σε άλλα συστατικά των υλικών αποκατάστασης.  Όπως με κάθε άλλη ιατρική ή φαρμακευτική παρέμβαση, θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή όταν εξετάζεται η τοποθέτηση οποιουδήποτε οδοντιατρικού υλικού αποκατάστασης σε εγκύους.

http://ec.europa.eu/dgs/health_food-safety/dyna/enews/enews.cfm?al_id=1591

Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι η πρόσληψη χρωμίου VI μέσω του πόσιμου νερού μπορεί να οδηγήσει σε διάφορες μορφές καρκίνου στον γαστρεντερικό σωλήνα των πειραματόζωων. Επί του παρόντος, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι το χρώμιο VI μπορεί να προκαλέσει καρκίνο στον άνθρωπο όταν λαμβάνεται από το στόμα. Για τον λόγο αυτό, μειώθηκε η εικονική ασφαλής δόση για το χρώμιο VI. Πολλά βιομηχανοποιημένα προϊόντα περιέχουν χρώμιο VI, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων παιδικών παιχνιδιών. Η ευρωπαϊκή οδηγία για την ασφάλεια των παιχνιδιών θέτει αυστηρά όρια για τη μέγιστη ποσότητα μιας χημικής ένωσης που επιτρέπεται να μεταφέρεται από το παιχνίδι στο παιδί, το λεγόμενο «όριο μετανάστευσης», για όλα τα παιχνίδια που πωλούνται στην ΕΕ. 

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από την ανεξάρτητη Επιστημονική Επιτροπή για την Υγεία και τους Περιβαλλοντικούς Κινδύνους (SCHER) να επανεξετάσει τις τελευταίες μελέτες και να διατυπώσει τη γνώμη της σχετικά με τη χρήση χρωμίου VΙ στα παιχνίδια. Στα συμπεράσματά της, η SCHER εξέφρασε τη γνώμη ότι τα τρέχοντα όρια μετανάστευσης για το χρώμιο VI σε παιχνίδια πρέπει να αναθεωρηθεί σύμφωνα με τη νέα χαμηλότερη εικονική ασφαλή δόση. Επιπλέον, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η πρόσληψη χρωμίου VI από άλλες πηγές, όπως το πόσιμο νερό και το περιβάλλον, η SCHER συνιστά οποιαδήποτε συμπληρωματική έκθεση στο χρώμιο VI από παιχνίδια να ελαχιστοποιείται στα χαμηλότερα επίπεδα που μπορούν να επιτευχθούν με τη χρήση των καλύτερων διαθέσιμων τεχνολογιών.

http://ec.europa.eu/dgs/health_food-safety/dyna/enews/enews.cfm?al_id=1566