Statistics Explained

Στατιστικές στέγασης

Revision as of 15:49, 24 January 2020 by EXT-G-Albertone (talk | contribs)


Στοιχεία Iουνίου 2019.

Προγραμματισμένη επικαιροποίηση του άρθρου: Οκτώβριος 2020.

Ενδιαφέροντα σημεία

Πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ ζούσαν σε ιδιόκτητη κατοικία το 2017, ποσοστό το οποίο κυμαινόταν από 51,4 % στη Γερμανία έως 96,8 % στη Ρουμανία.

Το 2017 πάνω από το 15 % του πληθυσμού της ΕΕ ζούσαν σε υπερπλήρεις κατοικίες· το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των κρατών μελών σημειώθηκε στη Ρουμανία (47,0 %).

Σε ολόκληρη την ΕΕ το 4 % πληθυσμού αντιμετώπισε σοβαρή στέρηση στέγασης το 2017.

Το 2017 στην ΕΕ το ποσοστό επιβάρυνσης του κόστους στέγασης για τους ενοικιαστές που πλήρωναν ενοίκιο στην αγοραία τιμή ήταν υψηλότερο στην Ελλάδα: το 83,9 % από αυτούς δαπανούσαν περισσότερο από το 40 % του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση. Ο μέσος όρος στην ΕΕ ήταν 26,3 %.

[[File:Housing statistics-FP2020-interactive-EL.XLSX]]

Ποσοστό υπερπληρότητας, 2017

Το παρόν άρθρο προσφέρει μια επισκόπηση των τελευταίων στατιστικών για τη στέγαση στις χώρες της Eυρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), σε τρεις από τις χώρες ΕΖΕΣ και σε τρεις από τιςυποψήφιες χώρες, με έμφαση στα είδη κατοικιών, στο καθεστώς ιδιοκτησίας (ιδιοκτήτης ή ενοικιαστής ακινήτου), στην ποιότητα της στέγασης και στην οικονομική προσιτότητα.

Η αξιοπρεπής στέγαση, σε προσιτή τιμή και σε ασφαλές περιβάλλον, αποτελεί θεμελιώδη ανάγκη και θεωρείται από πολλούς ανθρώπινο δικαίωμα. Η διασφάλιση ότι αυτή η ανάγκη καλύπτεται, η οποία είναι πιθανόν να μετριάσει τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, παραμένει μια σημαντική πρόκληση σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

Πλήρες άρθρο

Είδος κατοικίας

Γράφημα 1: Κατανομή του πληθυσμού ανά είδος κατοικίας, 2017
(% του πληθυσμού)
Πηγή: Eurostat (ilc_lvho01)


Το 2017 πάνω από 4 στα 10 άτομα (41,9%) στην EΕ-28ζούσαν σε διαμερίσματα, σχεδόν το ένα τέταρτο (24,0%) σε δίδυμες κατοικίες και λίγο πάνω από το ένα τρίτο (33,6%) σε ανεξάρτητες μονοκατοικίες (βλέπε Γράφημα 1).

  • Το ποσοστό των ατόμων που ζούσαν σε διαμερίσματα ήταν ίσο ή μεγαλύτερο του 60 %, στα κράτη μέλη της ΕΕ, στην Λετονία (66,4 %), την Ισπανία (66,1 %), την Εσθονία (61,8 %) και την Ελλάδα (60,0 %), ενώ παρόμοιο ποσοστό ατόμων ζούσαν σε διαμερίσματα στην Ελβετία (63,2 %).
  • Το ποσοστό των ατόμων που ζούσαν σε ανεξάρτητες μονοκατοικίες ήταν υψηλότερο στην Κροατία (70,7 %), τη Σλοβενία (65,2 %), τη Ρουμανία (64,7 %) και την Ουγγαρία (63,8 %). Η Βόρεια Μακεδονία (74,3 %), η Σερβία (63,6 %) και η Νορβηγία (58,5 %) ανέφεραν επίσης ότι ένα υψηλό ποσοστό του πληθυσμού τους ζούσαν σε ανεξάρτητες μονοκατοικίες.
  • Τα υψηλότερα ποσοστό των ατόμων που ζουσαν σε δίδυμες κατοικίες αναφέρθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο (60,4 %), τις Κάτω Χώρες (58,7 %), την Ιρλανδία (51,7 %), το Βέλγιο (40,3 %) και στην Μάλτα (40,0 %). αυτά ήταν τα μόνα κράτη μέλη στα οποία τουλάχιστον τα δύο πέμπτα ή και περισσότερα του πληθυσμού ζούσαν σε δίδυμες κατοικίες.

Καθεστώς ιδιοκτησίας

Το 2017 πάνω από το ένα τέταρτο (26,5%) του πληθυσμού της ΕΕ-28 ζούσαν σε ιδιόκτητη κατοικία για την οποία υπήρχε δάνειο ή υποθήκη σε εκκρεμότητα, ενώ περισσότερο από τα δύο πέμπτα (42,8%) του πληθυσμού ζούσαν σε ιδιόκτητη κατοικία χωρίς δάνειο ούτε υποθήκη (βλέπεΓράφημα 2). Σ’ αυτό το πλαίσιο, επτά στα δέκα άτομα στην ΕΕ-28 ζούσαν σε ιδιόκτητες κατοικίες (69,3%), ενώ το 20,0% ζούσαν σε κατοικίες με ενοίκιο στην αγοραία τιμή και το 10,7% σε κατοικίες με μειωμένο ενοίκιο ή δωρεάν.

Γράφημα 2: Κατανομή του πληθυσμού ανά καθεστώς ιδιοκτησίας, 2017
(% του συνολικού πληθυσμού)
Πηγή: Eurostat (ilc_lvho02)


Πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ ζούσαν σε ιδιόκτητη κατοικία το 2017, ποσοστό το οποίο κυμαινόταν από 51,4 % στη Γερμανία έως 96,8 % στη Ρουμανία. Σ’ αυτό το πλαίσιο, κανένα από τα κράτη μέλη της ΕΕ δεν κατέγραψε ποσοστό μισθωτών υψηλότερο από το ποσοστό των ατόμων που ζουσαν σε ιδιόκτητες κατοικίες. Αντιθέτως, στην Ελβετία, το ποσοστό των ατόμων που ζούσαν σε κατοικίες με ενοίκιο ήταν μεγαλύτερο από το ποσοστό των ατόμων που ζούσαν σε ιδιόκτητες κατοικίες, δεδομένου ότι περίπου το 58,7 % του πληθυσμού ήταν ενοικιαστές. Στις Κάτω Χώρες (60,7 %) και στη Σουηδία (52,2 %), πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού ζούσαν σε ιδιόκτητη κατοικία για την οποία υπήρχε δάνειο ή υποθήκη· αυτό συνέβη και στην Ισλανδία (63,9 % στοιχεία του 2016) και στη Νορβηγία (60,5 %).

Το 2017 το ποσοστό των ατόμων που ζούσαν σε κατοικία με ενοίκιο στην αγοραία τιμή ήταν χαμηλότερο από 10,0 % σε 11 κράτη μέλη της ΕΕ. Από την άλλη πλευρά, τα δύο πέμπτα περίπου του πληθυσμού της Γερμανίας (40,0 %) και της Δανίας (37,7 %) ζούσαν σε κατοικίες με ενοίκιο στην αγοραία τιμή, όπως επίσης και τα τρία δέκατα σχεδόν του πληθυσμού στη Σουηδία (34,0 %), την Αυστρία (30,1 %) τις Κάτω Χώρες (29,8 %), και το ένα πέμπτο σχεδόν του πληθυσμού της Ελλάδας (21,0 %), του Λουξεμβούργου (20,8 %) και της Γαλλίας (19,2 %). Το ποσοστό του πληθυσμού που ζούσαν σε κατοικίες με ενοίκιο στην αγοραία τιμή ήταν ακόμη υψηλότερο στην Ελβετία, λίγο πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού (50,9 %). Το ποσοστό του πληθυσμού που ζούσαν σε κατοικία με μειωμένο ενοίκιο ή δωρεάν ήταν μικρότερο του 20,0 % σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και σε έξι χώρες εκτός ΕΕ για τις οποίες εμφανίζονται στοιχεία.

Ποιότητα της στέγασης

Μία από τις θεμελιώδεις παραμέτρους για την αξιολόγηση της ποιότητας της στέγασης είναι η διαθεσιμότητα επαρκούς χώρου στην κατοικία. Tο ποσοστό υπερπληρότητας περιγράφει το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε υπερπλήρεις κατοικίες, όπως ορίζεται με βάση τον αριθμό των δωματίων που διαθέτει το νοικοκυριό], το μέγεθος του νοικοκυριού, καθώς και τις ηλικίες των μελών του και την οικογενειακή τους κατάσταση.

Το 2017 το 15,7 % του πληθυσμού της ΕΕ-28 ζούσαν σε υπερπλήρεις κατοικίες'

Γράφημα 3: Ποσοστό υπερπληρότητας, 2017
(% του συγκεκριμένου πληθυσμού)
Πηγή: Eurostat (ilc_lvho05a)


Το υψηλότερο ποσοστό υπερπληρότητας στα κράτη μέλη της ΕΕ (βλέπεΓράφημα 3) καταγράφηκε στη Ρουμανία (47,0 %), ενώ ποσοστά άνω του 50 % καταγράφηκαν στη Σερβία (56,2 %). Στη Βόρεια Μακεδονία (46,3 %) και στην Τουρκία (43,7 %) καταγράφηκαν επίσης σχετικά υψηλά ποσοστά υπερπληρότητας. Στην Κύπρο και την Ιρλανδία (2,8 % στην κάθε χώρα), τη Μάλτα (3,0 %), το Ηνωμένο Βασίλειο (3,4 %) και στις Κάτω Χώρες (4.1 %) καταγράφηκαν τα χαμηλότερα ποσοστά υπερπληρότητας, ενώ σε οκτώ άλλες χώρες της ΕΕ, όπως η Νορβηγία, η Ελβετία και η Ισλανδία, κάτω από το 10 % του αντίστοιχου πληθυσμού τους ζoύσαν σε υπερπλήρεις κατοικίες.

Στον πληθυσμόπου αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας (με άλλα λόγια, τα άτομα που ζουσαν σε νοικοκυριά όπου το ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα ανά άτομο ήταν κάτω από το 60 % της εθνικής διάμεσης τιμής), το ποσοστό υπερπληρότητας στην EΕ-28 ήταν 26,5 % το 2017, περίπου 10,8 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το ποσοστό για τον συνολικό πληθυσμό (βλέπε Γράφημα 3). Τα υψηλότερα ποσοστά υπερπληρότητας στον πληθυσμό που αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας καταγράφηκαν στην Ρουμανία (58,3 %), στη Σλοβακία (55,6 %), την Πολωνία (49,8 %), την Βουλγαρία (48,6 %) και τη Λετονία (47,0 %). Η Τουρκία (70,7 %), η Σερβία (65,2 %) και η Βόρεια Μακεδονία (63,7 %) ανέφεραν επίσης υψηλά ποσοστά υπερπληρότητας στον πληθυσμό που αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας. Στο άλλο άκρο του φάσματος, τα χαμηλότερα ποσοστά διαβίωσης σε υπερπλήρεις κατοικίες όσον αφορά άτομα που αντιμετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας καταγράφηκαν στην Ιρλανδία (7,5 %), το Ηνωμένο Βασίλειο (6,4 %), την Κύπρο (6,0 %) και τη Μάλτα (5,9 %)· Αυτά ήταν τα μόνα κράτη μέλη της ΕΕ που ανέφεραν ότι κάτω από 1 στα 10 άτομα σε κίνδυνο φτώχειας ζούσαν σε συνθήκες υπερπληρότητας.

Εκτός από τις υπερπλήρεις κατοικίες, ορισμένες άλλες πτυχές της στέρησης στέγασης — όπως έλλειψη λουτρού ή τουαλέτας, πρόβλημα στεγανότητας στη στέγη της κατοικίας ή κατοικία που θεωρείται πολύ σκοτεινή — λαμβάνονται υπόψη για τη διαμόρφωση ενός πληρέστερου δείκτη για την ποιότητα της στέγασης. Το ποσοστό σοβαρής στέρησης στέγασης ορίζεται ως το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε κατοικία η οποία θεωρείται υπερπλήρης και ταυτόχρονα έχουν τουλάχιστον ένα από τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά της στέρησης στέγασης.

Σε ολόκληρη την ΕΕ-28 το 4,0 % πληθυσμού αντιμετώπισε σοβαρή στέρηση στέγασης το 2017.

Γράφημα 4: Σοβαρή στέρηση στέγασης, 2016 και 2017
(% του πληθυσμού)
Πηγή: Eurostat (ilc_mdho06a)


Σε τέσσερα κράτη μέλη της ΕΕ, πάνω από 1 στα 10 άτομα του πληθυσμού αντιμετώπισε σοβαρή στέρηση στέγασης το 2016: Στη Βουλγαρία καταγράφηκε ποσοστό 10,6 %, ενώ το ποσοστό ήταν υψηλότερο στη Λετονία (15,2 %) και την Ουγγαρία (16,2%), καθώς και στη Ρουμανία στην οποία καταγράφηκε το υψηλότερο ποσοστό, δηλαδή σχεδόν ένα στα πέντε άτομα (16,5 %) αντιμετώπισε σοβαρή στέρηση στέγασης (βλέπεΓράφημα 4). Αντιθέτως, 1,0 % ή και λιγότερο του πληθυσμού στις Κάτω Χώρες (0,9 %), στην Ιρλανδία (0,8 %), την Κύπρο (0,8 %) και στη Φινλανδία (0,7 %) αντιμετώπισαν σοβαρή στέρηση στέγασης το 2017. Την περίοδο 2016-2017, το συνολικό ποσοστό των ατόμων στην ΕΕ-28 που αντιμετώπιζαν σοβαρή στέρηση στέγασης μειώθηκε ελαφρά (κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες). Μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, η μεγαλύτερη αύξηση στο ποσοστό ατόμων που αντιμετώπιζαν σοβαρή στέρηση στέγασης αναφέρθηκε στην Λετονία και τη Δανία, μέχρι 1,0 και 0,9 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα μεταξύ 2016 και 2017· Οι σημαντικότερες μειώσεις στα κράτη μέλη της ΕΕ σημειώθηκαν στη Ρουμανία (-2.7 ποσοστιαίες μονάδες) και στην Ιταλία (-2.0 ποσοστιαίες μονάδες), ενώ μειώσεις της τάξης των 0,9 ποσοστιαίων μονάδων παρατηρήθηκαν στην Τσεχία, την Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Μειώσεις της τάξης των 1,0 και 1,9 ποσοστιαίων μονάδων καταγράφηκαν στην Τουρκία και τη Βόρεια Μακεδονία αντίστοιχα.

Οικονομική προσιτότητα στέγασης

Το 2017 το 10,4 % του πληθυσμού της EΕ-28 ζούσαν σε νοικοκυριά που ξόδευαν το 40 % ή και περισσότερο του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματός τους στη στέγαση

Πίνακας 1: Ποσοστό επιβάρυνσης του κόστους στέγασης ανά καθεστώς ιδιοκτησίας, 2017
(% του συγκεκριμένου πληθυσμού)
Πηγή: Eurostat (ilc_lvho07c) και (ilc_lvho07a)


Το ποσοστό του πληθυσμού του οποίου το κόστος στέγασης υπερέβαινε το 40 % του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματός τους ήταν υψηλότερο για ενοικιαστές με ενοίκιο στην αγοραία τιμή (26,3 %) και χαμηλότερο για άτομα σε ιδιόκτητες κατοικίες με δάνεια ή υποθήκη (4,7 %) (βλέπε Πίνακα 1).

Ο μέσος όρος της ΕΕ-28 συγκαλύπτει σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ: στο ένα άκρο, υπήρχαν ορισμένα κράτη μέλη με σχετικά μικρό ποσοστό του πληθυσμού που ζούσαν σε νοικοκυριά των οποίων το κόστος στέγασης υπερέβαινε το 40 % του διαθέσιμου εισοδήματός τους, ιδίως, η Μάλτα (1,4 %) και η Κύπρος (2,8 %). Στο άλλο άκρο, πάνω από δύο στα πέντε άτομα (39,6 %) στην Ελλάδα και λίγο πάνω από ένα στα πέντε άτομα του πληθυσμού της Βουλγαρίας (18,7 %) δαπανούσαν πάνω από το 40 % του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση, όπως και περίπου ένα στα έξι άτομα στη Δανία (15,7 %) και στη Γερμανία (14,5 %).

Εξετάζοντας το καθεστώς ιδιοκτησίας με το υψηλότερο ποσοστό του πληθυσμού, όπου το κόστος στέγασης υπερέβαινε το 40 % του διαθέσιμου εισοδήματός τους, δηλαδή των ενοικιαστών με ενοίκιο στην αγοραία τιμή, διαπιστώθηκαν επίσης μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, μερικά από τα οποία ανέφεραν πολύ υψηλά ποσοστά το 2017. Στα 9 κράτη μέλη πάνω από το ένα τρίτο του πληθυσμού που ζούσαν ως ενοικιαστές με ενοίκιο στην αγοραία τιμή δαπανούσαν πάνω από το 40 % του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση, και αυτό το ποσοστό του πληθυσμού ξεπερνούσε τα δύο πέμπτα στην Ισπανία (42,1 %), τη Λιθουανία (42,5 %) και την Κροατία (48,6 %), ήταν μόλις πάνω από το μισό στη Βουλγαρία (51,0 %) και στη Ρουμανία (60,4 %) και έφτανε το 83,9 % στην Ελλάδα.

Πηγή στοιχείων για τους πίνακες και τα γραφήματα

< datadetails >

Πηγές δεδομένων

Τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται στο παρόν άρθρο προέρχονται πρωτίστως από μικροδεδομένα από τις στατιστικές της ΕΕ για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης (EU-SILC). Ο πληθυσμός αναφοράς είναι όλα ταιδιωτικά νοικοκυριά και τα μέλη τους που διέμεναν στην επικράτεια κράτους μέλους της ΕΕ κατά τον χρόνο συλλογής των στοιχείων· τα άτομα που ζουν σε συλλογικά νοικοκυριά και σε ιδρύματα αποκλείονται, κατά κανόνα, από τον πληθυσμό-στόχο. Τα στοιχεία για την ΕΕ-28 και τη ζώνη του ευρώ είναι ο μέσος όρος των στοιχείων για τα κράτη μέλη σταθμισμένος ως προς τον πληθυσμό. </datadetails>

Πλαίσιο

Οι κατοικίες επηρεάζουν την ποιότητα ζωής των νοικοκυριών με πολλούς τρόπους: παρέχουν στέγη, ασφάλεια, ιδιωτικότητα και έναν χώρο στον οποίο τα άτομα μπορούν να ξεκουράζονται, να μαθαίνουν και να ζουν. Οι κατοικίες μπορούν επίσης εξεταστούν στο πλαίσιο του τοπικού περιβάλλοντός τους, όσον αφορά την εύκολη πρόσβαση σε παιδική μέριμνα, εκπαιδευτικά ιδρύματα, απασχόληση, ευκαιρίες ψυχαγωγίας, μαγαζιά, δημόσιες υπηρεσίες κ.τλ. Η χρηματοδότηση της στέγασης, με αγορά ή μίσθωση, είναι ένα σημαντικό κεφάλαιο για πολλά νοικοκυριά και συχνά συνδέεται με την ποιότητα της στέγασης.

Η ΕΕ δεν έχει ειδικές αρμοδιότητες όσον αφορά τη στέγαση· οι εθνικές κυβερνήσεις αναπτύσσουν δικές τους πολιτικές για τη στέγαση. Ωστόσο, πολλά κράτη μέλη της ΕΕ αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις: για παράδειγμα, με ποιον τρόπο μπορούν να ανανεωθούν τα στεγαστικά αποθέματα, να σχεδιαστεί και να καταπολεμηθεί η αστική εξάπλωση, να προωθηθεί με τον καλύτερο τρόπο η βιώσιμη ανάπτυξη, να βοηθηθούν οι νέοι και οι μειονεκτούσες ομάδες να εισέλθουν στην αγορά ακινήτων, ή να προωθηθεί η ενεργειακή απόδοση μεταξύ των ιδιοκτητών κατοικιών.

Τα ζητήματα των εργατικών κατοικιών, των άστεγων και της κοινωνικής ένταξης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο πλαίσιο της ατζέντας για την κοινωνική πολιτική. Ο charter of fundamental rights ορίζει, στον τίτλο IV άρθρο 34, ότι «Η Ένωση, προκειμένου να καταπολεμηθεί ο κοινωνικός αποκλεισμός και η φτώχεια, αναγνωρίζει και σέβεται το δικαίωμα κοινωνικής αρωγής και στεγαστικής βοήθειας προς εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης σε όλους όσοι δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους, σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στο δίκαιο της Ένωσης και τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές». Σ’ αυτό το πλαίσιο, επιτεύχθηκε συμφωνία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Νίκαιας το 2000 για μια σειρά κοινών στόχων της στρατηγικής της ΕΕ κατά της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται δύο στόχοι που αφορούν τη στέγαση, συγκεκριμένα «Θα εφαρμοσθούν πολιτικές με στόχο την πρόσβαση όλων σε μια αξιοπρεπή και υγιεινή κατοικία, καθώς και στις απαιτούμενες βασικές υπηρεσίες, λαμβανομένου υπόψη του τοπικού πλαισίου, για μια ομαλή ζωή στην κατοικία αυτή (ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, θέρμανση κ.λπ.)» και «Υλοποίηση πολιτικών με στόχο την αποφυγή των κρίσιμων τομών στις συνθήκες διαβίωσης που μπορούν να οδηγήσουν σε καταστάσεις αποκλεισμού, ιδίως όσον αφορά τις περιπτώσεις υπερχρέωσης, τον σχολικό αποκλεισμό ή την απώλεια της στέγης». Αυτή η εντολή διευρύνθηκε το 2010 όταν η Ευρωπαϊκή πλατϕόρμα για την καταπολέμηση της ϕτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού [COM(2010) 758 final] όρισε σειρά δράσεων με σκοπό τη μείωση του αριθμού των ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό τουλάχιστον κατά 20 εκατομμύρια άτομα ως το 2020 (σε σύγκριση με το 2008) —βλέπε επίσης άρθρο για τα άτομα που κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό.

Άμεση πρόσβαση σε

Άλλα άρθρα
Πίνακες
Βάση δεδομένων
Θεματική ενότητα
Δημοσιεύσεις
Μεθοδολογία
Απεικονίσεις




Income and living conditions (t_ilc)(στα αγγλικά), βλέπε
Living conditions (στα αγγλικά)(t_ilc_lv)
Housing conditions (στα αγγλικά)(t_ilc_lvho)
Overcrowding rate (στα αγγλικά)(t_ilc_lvho_or)
Housing cost burden (στα αγγλικά)(t_ilc_lvho_hc)
Material deprivation (στα αγγλικά)(t_ilc_md)
Housing deprivation (στα αγγλικά)(t_ilc_mdho)
Income and living conditions (ilc)(στα αγγλικά), βλέπε
Living conditions (ilc_lv)(στα αγγλικά)
Housing conditions (ilc_lvho)(στα αγγλικά)
Overcrowding rate (ilc_lvho_or)(στα αγγλικά)
Under-occupied dwellings (ilc_lvho_uo)(στα αγγλικά)
Housing cost burden (ilc_lvho_hc)(στα αγγλικά)
Material deprivation (ilc_md)(στα αγγλικά)
Housing deprivation (ilc_mdho)(στα αγγλικά)