Statistics Explained

Στατιστικές στέγασης

Δεδομένα Μαΐου 2015. Πιο πρόσφατα δεδομένα: Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat, Βασικοί πίνακες και Βάση δεδομένων. Προγραμματισμένη ενημέρωση του άρθρου: Αύγουστος 2016.
Γράφημα 1: Κατανομή του πληθυσμού ανά είδος κατοικίας, 2013
(% του πληθυσμού)
Πηγή: Eurostat (ilc_lvho01)
Γράφημα 2: Κατανομή του πληθυσμού ανά καθεστώς ιδιοκτησίας, 2013
(% του πληθυσμού)
Πηγή: Eurostat (ilc_lvho02)
Γράφημα 3: Ποσοστό υπερπληρότητας, 2013
(% του συγκεκριμένου πληθυσμού)
Πηγή: Eurostat (ilc_lvho05a)
Γράφημα 4: Σοβαρή στέρηση στέγασης, 2012-13
(% του πληθυσμού)
Πηγή: Eurostat (ilc_mdho06a)
Πίνακας 1: Ποσοστό επιβάρυνσης του κόστους στέγασης ανά καθεστώς ιδιοκτησίας, 2013
(% του πληθυσμού)
Πηγή: Eurostat (ilc_lvho07c) και (ilc_lvho07a)

Το παρόν άρθρο προσφέρει μια επισκόπηση των τελευταίων στατιστικών για τη στέγαση στις χώρες της Eυρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και της ΕΖΕΣ, με έμφαση στα είδη κατοικιών, στο καθεστώς ιδιοκτησίας (ιδιοκτήτης ή ενοικιαστής ακινήτου), στην ποιότητα της στέγασης και στην οικονομική προσιτότητα.

Η αξιοπρεπής στέγαση, σε προσιτή τιμή και σε ασφαλές περιβάλλον, αποτελεί θεμελιώδη ανάγκη και δικαίωμα. Η εξασφάλιση αυτής της ανάγκης, που μετριάζει πιθανότατα τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, παραμένει σημαντική πρόκληση σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

Κύρια στατιστικά στοιχεία

Είδος κατοικίας

Το 2013 το 41,1 % του πληθυσμού της EΕ-28 ζούσε σε διαμερίσματα, λίγο παραπάνω από το ένα τρίτο (34,0 %) σε ανεξάρτητες μονοκατοικίες και το 24,1 % σε δίδυμες κατοικίες. Tο ποσοστό των ατόμων που ζουν σε διαμερίσματα στα κράτη μέλη της ΕΕ ήταν υψηλότερο στην Ισπανία (65,4 %), στη Λετονία (65,3 %) και στην Εσθονία (63,8 %). Το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε ανεξάρτητες μονοκατοικίες ήταν υψηλότερο στην Κροατία (70,9 %), στη Σλοβενία (66,5 %), στην Ουγγαρία (64,0 %), στη Ρουμανία (60,1 %) και στη Δανία (55,8 %)· η Νορβηγία (61,1 %) και η Σερβία (60,5 %) ανέφεραν επίσης υψηλά ποσοστά του πληθυσμού τους που ζουν σε ανεξάρτητες μονοκατοικίες. Τα μεγαλύτερα ποσοστά ατόμων που ζουν σε δίδυμες κατοικίες αναφέρθηκαν στις Κάτω Χώρες (60,7 %), στο Ηνωμένο Βασίλειο (60,0 %) και στην Ιρλανδία (58,3 %) — βλέπε γράφημα 1.

Καθεστώς ιδιοκτησίας

Το 2013 πάνω από το ένα τέταρτο (27,3 %) του πληθυσμού της ΕΕ-28 ζούσε σε ιδιόκτητη κατοικία για την οποία υπήρχε δάνειο ή υποθήκη σε εκκρεμότητα, ενώ περισσότερο από τα δύο πέμπτα (42,7 %) του πληθυσμού ζούσαν σε ιδιόκτητη κατοικία χωρίς δάνειο ούτε υποθήκη. Σ’ αυτό το πλαίσιο, επτά στα δέκα άτομα (70,0 %) στην ΕΕ-28 ζούσαν σε ιδιόκτητες κατοικίες, ενώ το 19,0 % ζούσε σε κατοικίες με ενοίκιο στην αγοραία τιμή και το 11,0 % σε κατοικίες με μειωμένο ενοίκιο ή δωρεάν.

Πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ (βλέπε γράφημα 2) ζούσε σε ιδιόκτητη κατοικία το 2013, ποσοστό το οποίο κυμαινόταν από 52,6 % στη Γερμανία ως 95,6 % στη Ρουμανία. Στην Ελβετία, το ποσοστό των ατόμων που ζούσαν σε κατοικίες με ενοίκιο ήταν μεγαλύτερο από το ποσοστό των ατόμων που ζούσαν σε ιδιόκτητες κατοικίες, καθώς περίπου το 56,0 % του πληθυσμού ήταν ενοικιαστές. Στη Σουηδία (61,4 %) και στις Κάτω Χώρες (60,0 %), πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού ζούσε σε ιδιόκτητη κατοικία για την οποία υπήρχε δάνειο ή υποθήκη σε εκκρεμότητα· το ίδιο ίσχυε επίσης στη Νορβηγία (64,9 %) και στην Ισλανδία (62,9 %).

Το 2013 το ποσοστό των ατόμων που ζούσαν σε κατοικία με ενοίκιο στην αγοραία τιμή ήταν χαμηλότερο από 10,0 % σε 10 κράτη μέλη της ΕΕ. Από την άλλη πλευρά, τα δύο πέμπτα περίπου του πληθυσμού της Γερμανίας και της Δανίας ζούσαν σε κατοικίες με ενοίκιο στην αγοραία τιμή, όπως επίσης και το ένα τρίτο σχεδόν του πληθυσμού των Κάτω Χωρών, πάνω από το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Σουηδίας και της Αυστρίας και πάνω από το ένα πέμπτο του πληθυσμού του Λουξεμβούργου. Το ποσοστό αυτό ήταν ακόμη υψηλότερο στην Ελβετία, όπου έφτανε το 51,8 %. Το ποσοστό του πληθυσμού που ζούσε σε κατοικία με μειωμένο ενοίκιο ή δωρεάν ήταν μικρότερο του 20,0 % σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ.

Ποιότητα της στέγασης

Μία από τις θεμελιώδεις παραμέτρους για την αξιολόγηση της ποιότητας των συνθηκών στέγασης είναι η διαθεσιμότητα επαρκούς χώρου στην κατοικία. Tο ποσοστό υπερπληρότητας περιγράφει το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε υπερπλήρεις κατοικίες, όπως ορίζεται με βάση τον αριθμό των δωματίων που διαθέτει το νοικοκυριό, το μέγεθος του νοικοκυριού, καθώς και τις ηλικίες των μελών του και την οικογενειακή τους κατάσταση.

Το 2013 το 17,3 % του πληθυσμού της ΕΕ-28 ζούσε σε υπερπλήρεις κατοικίες (βλέπε γράφημα 3)· τα υψηλότερα ποσοστά υπερπληρότητας στα κράτη μέλη της ΕΕ καταγράφηκαν στη Ρουμανία (52,9 %), στην Ουγγαρία (45,7 %), στην Πολωνία (44,8 %), στη Βουλγαρία (44,2 %) και στην Κροατία (42,8 %), ενώ ποσοστά μεγαλύτερα από 50 % καταγράφηκαν επίσης στη Σερβία και στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Αντιθέτως, στο Βέλγιο (2,0 %), στην Κύπρο (2,4 %) και στις Κάτω Χώρες (2,6 %) καταγράφηκαν τα χαμηλότερα ποσοστά υπερπληρότητας, ενώ εννέα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ (καθώς και η Νορβηγία, η Ελβετία και η Ισλανδία) ανέφεραν ποσοστά κάτω του 10,0 % του πληθυσμού τους που ζούσε σε υπερπλήρεις κατοικίες. Η μεγαλύτερη αύξηση, μεταξύ 2012 και 2013, στο ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε υπερπλήρεις κατοικίες αναφέρθηκε από τη Λιθουανία και την Εσθονία: τα ποσοστά τους αυξήθηκαν κατά 9,0 και 7,1 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα.

Ανάμεσα στον πληθυσμό που αντιμετωπίζει τον κίνδυνο φτώχειας (με άλλα λόγια, ανάμεσα στα άτομα που ζουν σε νοικοκυριά όπου το ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα ανά άτομο ήταν κάτω από το 60 % της εθνικής διάμεσης τιμής), το ποσοστό υπερπληρότητας στην EΕ-28 ήταν 30,2 % το 2013, περίπου 12,9 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το ποσοστό για τον συνολικό πληθυσμό. Τα υψηλότερα ποσοστά υπερπληρότητας ανάμεσα στον πληθυσμό σε κίνδυνο φτώχειας καταγράφηκαν στην Ουγγαρία (70,1 %), στη Ρουμανία (65,1 %) και στην Πολωνία (61,9 %), ενώ περισσότερο από το ήμισυ του συνόλου των ατόμων σε κίνδυνο φτώχειας στη Σλοβακία και στη Βουλγαρία ζούσαν επίσης σε υπερπλήρεις κατοικίες· η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (63,1 %) και η Σερβία (62,3 %) ανέφεραν επίσης υψηλά ποσοστά υπερπληρότητας ανάμεσα στον πληθυσμό που αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας. Στο άλλο άκρο του φάσματος, τα χαμηλότερα ποσοστά διαβίωσης σε υπερπλήρεις κατοικίες όσον αφορά άτομα που αντιμετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας καταγράφηκαν στην Κύπρο, στην Ιρλανδία (4,9 % η καθεμία), στη Μάλτα (6,3 %) και στο Βέλγιο (8,4 %)· αυτά ήταν τα μόνα κράτη μέλη της ΕΕ που ανέφεραν ότι κάτω από 1 στα 10 άτομα σε κίνδυνο φτώχειας ζούσαν σε συνθήκες υπερπληρότητας (βλέπε γράφημα 3), αν και το ίδιο ίσχυε επίσης στην Ελβετία.

Εκτός από την υπερπληρότητα, ορισμένες άλλες πτυχές της στέρησης στέγασης —όπως έλλειψη λουτρού ή τουαλέτας, πρόβλημα στεγανότητας στη στέγη της κατοικίας ή κατοικία που θεωρείται πολύ σκοτεινή— λαμβάνονται επίσης υπόψη για τη διαμόρφωση ενός πληρέστερου δείκτη για την ποιότητα της στέγασης. Tο ποσοστό σοβαρής στέρησης στέγασης ορίζεται ως το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε κατοικία η οποία θεωρείται υπερπλήρης και ταυτόχρονα έχει τουλάχιστον ένα από τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά της στέρησης στέγασης. Σε όλη την ΕΕ-28, το 5,2 % περίπου του πληθυσμού αντιμετώπισε σοβαρή στέρηση στέγασης το 2013 (βλέπε γράφημα 4). Υπήρχαν πέντε κράτη μέλη της ΕΕ στα οποία πάνω από ένα στα δέκα άτομα αντιμετώπιζαν σοβαρή στέρηση στέγασης το 2013· το ποσοστό έφτανε το 17,6 % στην Ουγγαρία και κορυφωνόταν στο 23,0 % (ένα στα τέσσερα άτομα περίπου) στη Ρουμανία. Αντιθέτως, στη Φινλανδία, στις Κάτω Χώρες και στο Βέλγιο λιγότερο από 1,0 % του πληθυσμού αντιμετώπιζε σοβαρή στέρηση στέγασης το 2013. Το συνολικό ποσοστό των ατόμων στην ΕΕ-28 που αντιμετώπιζαν σοβαρή στέρηση στέγασης αυξήθηκε κατά 0,1 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 2012 και 2013. Η μεγαλύτερη αύξηση στο ποσοστό ατόμων που αντιμετωπίζουν σοβαρή στέρηση στέγασης αναφέρθηκε από τη Λιθουανία, με άνοδο 2,0 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ 2012 και 2013. Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στη Σλοβακία, στην Κροατία, στο Λουξεμβούργο (-0,6 ποσοστιαίες μονάδες και στις τρεις χώρες) και στη Σλοβενία (-1,6 ποσοστιαίες μονάδες).

Οικονομική προσιτότητα στέγασης

Το 2013 εκτιμάται ότι το 11,0 % του πληθυσμού της ΕΕ-28 ζούσε σε νοικοκυριά που δαπανούσαν το 40 % ή και περισσότερο του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση (βλέπε πίνακα 1). Το ποσοστό του πληθυσμού του οποίου το κόστος στέγασης υπερέβαινε το 40 % του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος ήταν υψηλότερο για μισθωτές με ενοίκιο στην αγοραία τιμή (25,7 %) και χαμηλότερο για άτομα σε ιδιόκτητες κατοικίες χωρίς δάνειο ούτε υποθήκη (6,8 %).

Ο μέσος όρος της ΕΕ-28 συγκαλύπτει σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών: στο ένα άκρο, υπήρχαν ορισμένα κράτη μέλη με σχετικά μικρό ποσοστό του πληθυσμού που ζούσε σε νοικοκυριά των οποίων το κόστος στέγασης υπερέβαινε το 40 % του διαθέσιμου εισοδήματός τους, όπως, ιδίως, η Μάλτα (2,6 %), η Κύπρος (3,3 %), η Ιρλανδία και η Φινλανδία (4,9 % η καθεμία), η Γαλλία (5,0 %), το Λουξεμβούργο (5,6 %) και η Σλοβενία (6,0 %). Στο άλλο άκρο, περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού στην Ελλάδα (36,9 %) και περίπου το ένα πέμπτο του πληθυσμού στη Δανία (18,9 %) δαπανούσε περισσότερο από το 40 % του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματός του για στέγαση· αυτά τα κράτη μέλη ακολουθούνταν από τη Γερμανία (16,4 %), τις Κάτω Χώρες (15,7 %), τη Ρουμανία (15,4 %), τη Βουλγαρία (14,3 %) και την Ουγγαρία (12,7 %).

Πηγές και διαθεσιμότητα στοιχείων

Tα στοιχεία που χρησιμοποιούνται στο παρόν τμήμα προέρχονται πρωτίστως από μικροδεδομένα από τις στατιστικές της ΕΕ για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης (EU-SILC). Ο πληθυσμός αναφοράς είναι όλα τα ιδιωτικά νοικοκυριά και τα μέλη τους που διέμεναν στην επικράτεια κράτους μέλους της ΕΕ κατά το χρόνο συλλογής των στοιχείων· τα άτομα που ζουν σε συλλογικά νοικοκυριά και σε ιδρύματα αποκλείονται, κατά κανόνα, από τον πληθυσμό-στόχο. Το συγκεντρωτικό μέγεθος της ΕΕ-28 είναι ένας μέσος όρος των επιμέρους εθνικών στοιχείων σταθμισμένος ως προς τον πληθυσμό.

Πλαίσιο

Η ΕΕ δεν έχει ειδικές αρμοδιότητες όσον αφορά τη στέγαση· οι εθνικές κυβερνήσεις αναπτύσσουν δικές τους πολιτικές για τη στέγαση. Ωστόσο, πολλά κράτη μέλη της ΕΕ αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις: για παράδειγμα, με ποιον τρόπο μπορούν να ανανεωθούν τα στεγαστικά αποθέματα, να σχεδιαστεί και να καταπολεμηθεί η αστική εξάπλωση, να προωθηθεί με τον καλύτερο τρόπο η βιώσιμη ανάπτυξη, να βοηθηθούν οι νέοι και οι μειονεκτούσες ομάδες να εισέλθουν στην αγορά ακινήτων, ή να προωθηθεί η ενεργειακή απόδοση μεταξύ των ιδιοκτητών κατοικιών.

Τα ζητήματα των εργατικών κατοικιών, των αστέγων και της κοινωνικής ένταξης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο πλαίσιο της ατζέντας για την κοινωνική πολιτική της ΕΕ. Ο χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων ορίζει, στον τίτλο IV άρθρο 34, ότι «Η Ένωση, προκειμένου να καταπολεμηθεί ο κοινωνικός αποκλεισμός και η φτώχεια, αναγνωρίζει και σέβεται το δικαίωμα κοινωνικής αρωγής και στεγαστικής βοήθειας προς εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης σε όλους όσους δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους, σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στο δίκαιο της Ένωσης και τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές». Σ’ αυτό το πλαίσιο, επιτεύχθηκε συμφωνία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Νίκαιας το 2000 για μια σειρά κοινών στόχων της στρατηγικής της ΕΕ κατά της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται δύο στόχοι που αφορούν τη στέγαση, συγκεκριμένα «Θα εφαρμοσθούν πολιτικές με στόχο την πρόσβαση όλων σε μια αξιοπρεπή και υγιεινή κατοικία, καθώς και στις απαιτούμενες βασικές υπηρεσίες, λαμβανομένου υπόψη του τοπικού πλαισίου, για μια ομαλή ζωή στην κατοικία αυτή (ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, θέρμανση κ.λπ.)» και «Υλοποίηση πολιτικών με στόχο την αποφυγή των κρίσιμων τομών στις συνθήκες διαβίωσης που μπορούν να οδηγήσουν σε καταστάσεις αποκλεισμού, ιδίως όσον αφορά τις περιπτώσεις υπερχρέωσης, το σχολικό αποκλεισμό ή την απώλεια της στέγης». Αυτή η εντολή διευρύνθηκε το 2010 όταν η ευρωπαϊκή πλατϕόρμα για την καταπολέμηση της ϕτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού [COM(2010) 758 τελικό] όρισε σειρά δράσεων με σκοπό τη μείωση του αριθμού των ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό τουλάχιστον κατά 20 εκατομμύρια άτομα ως το 2020 (σε σύγκριση με το 2008) —βλέπε επίσης άρθρο για τις στατιστικές κοινωνικής ένταξης.

Βλέπε επίσης

Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat

Δημοσιεύσεις

Βασικοί πίνακες

Εισόδημα και συνθήκες διαβίωσης (t_ilc) (στα αγγλικά), βλέπε
Συνθήκες διαβίωσης (t_ilc_lv)
Συνθήκες στέγασης (t_ilc_lvho)
Υλική στέρηση (t_ilc_md)
Στέρηση στέγασης (t_ilc_mdho)

Βάση δεδομένων

Εισόδημα και συνθήκες διαβίωσης (ilc) (στα αγγλικά), βλέπε
Συνθήκες διαβίωσης (ilc_lv)
Συνθήκες στέγασης (ilc_lvho)
Υλική στέρηση (ilc_md)
Στέρηση στέγασης (ilc_mdho)
Περιβάλλον της κατοικίας (ilc_mddw)

Ειδική ενότητα

Mεθοδολογία / Mεταδεδομένα

Πηγή δεδομένων για πίνακες και γραφήματα (MS Excel)

Excel.jpg Στατιστικές στέγασης: πίνακες και σχήματα (στα αγγλικά)

Άλλες πληροφορίες

  • Κανονισμός 1177/2003, της 16ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης (EU-SILC)
  • Κανονισμός 1553/2005, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1177/2003 σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης (EU-SILC)
  • Κανονισμός 1791/2006, της 20ής Νοεμβρίου 2006, για την προσαρμογή ορισμένων κανονισμών και αποφάσεων στους τομείς ... των στατιστικών, ..., λόγω της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας

Eξωτερικοί σύνδεσμοι