Statistics Explained

Archive:Παραγωγή και εισαγωγές ενέργειας

Revision as of 15:48, 24 August 2016 by Johanaa (talk | contribs)
Στοιχεία εξαχθέντα τον Μαΐου 2015. Πιο πρόσφατα στοιχεία: Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat, Βασικοί πίνακες και Βάση δεδομένων. Προγραμματισμένη επικαιροποίηση του άρθρου: Νοέμβριος 2016. Η αγγλική έκδοση είναι πιο πρόσφατη.
Πίνακας 1: Παραγωγή ενέργειας, 2003 και 2013
(εκατομμύρια τόνοι ισοδύναμου πετρελαίου)
Πηγή: Eurostat (nrg_100a)
Σχήμα 1: Παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας, ΕΕ-28, 2013
(% επί του συνόλου, με βάση τόνους ισοδύναμου πετρελαίου)
Πηγή: Eurostat (nrg_100a) και (nrg_107a)
Σχήμα 2: Εξέλιξη της παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας
(ανά είδος καυσίμου), ΕΕ-28, 2003–13
(2003 = 100, με βάση τόνους ισοδύναμου πετρελαίου)
Πηγή: Eurostat (nrg_100a)
Πίνακας 2: Καθαρές εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας, 2003–13
Πηγή: Eurostat (nrg_100a) και (demo_pjan)
Πίνακας 3: Κύρια προέλευση των εισαγωγών πρωτογενούς ενέργειας, ΕΕ -28, 2003–13
(% των εισαγωγών εκτός της ΕΕ-28)
Πηγή: Eurostat (nrg_122a), (nrg_123a) και (nrg_124a)
Πίνακας 4: Ποσοστό ενεργειακής εξάρτησης, ΕΕ -28, 2003–13
(% επί των καθαρών εισαγωγών σε ακαθάριστη εγχώρια κατανάλωση και δεξαμενές αποθήκευσης, με βάση τόνους ισοδύναμου πετρελαίου)
Πηγή: Eurostat (nrg_100a), (nrg_102a) και (nrg_103a)
Σχήμα 3: Ποσοστό ενεργειακής εξάρτησης — όλα τα προϊόντα, 2013
(% επί των καθαρών εισαγωγών σε ακαθάριστη εγχώρια κατανάλωση και δεξαμενές αποθήκευσης, με βάση τόνους ισοδύναμου πετρελαίου)
Πηγή: Eurostat (tsdcc310)

Η εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) από τις εισαγωγές ενέργειας, ιδίως πετρελαίου και πιο πρόσφατα φυσικού αερίου, διαμορφώνει ένα πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από πολιτικούς προβληματισμούς όσον αφορά την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού. Στο παρόν άρθρο εξετάζεται η παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας στην ΕΕ και, λόγω της απόκλισης μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης , η αυξανόμενη εξάρτηση της ΕΕ από τις εισαγωγές ενέργειας από χώρες που δεν είναι μέλη της ΕΕ. Πράγματι, περισσότερο από το ήμισυ (53,2 %) της ακαθάριστης εγχώριας κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ-28 το 2013 προήλθε από εισαγωγές.

Κύρια στατιστικά στοιχεία

Πρωτογενής παραγωγή

Η παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας στην ΕΕ-28 ανήλθε συνολικά σε 790 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου πετρελαίου (ΤΙΠ) το 2013. Αυτό αποτέλεσε συνέχεια της γενικά καθοδικής τάσης που παρατηρούνταν τα τελευταία χρόνια, με εξαίρεση κυρίως το 2010, οπότε η παραγωγή ανέκαμψε μετά τη σχετικά έντονη μείωσή της το 2009, που συνέπεσε με τη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση. Εξεταζόμενη σε πιο μακροχρόνιο πλαίσιο, η παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας στην ΕΕ-28 ήταν κατά 15,4 % χαμηλότερη το 2013 σε σχέση με μια δεκαετία νωρίτερα. Η εν γένει καθοδική τάση της παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας στην ΕΕ-28 μπορεί, τουλάχιστον εν μέρει, να αποδοθεί στην εξάντληση των πρώτων υλών και /ή στο γεγονός ότι οι παραγωγοί θεωρούν μη επικερδή την εκμετάλλευση των περιορισμένων πόρων.

Το 2013 το υψηλότερο επίπεδο παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ σημειώθηκε στη Γαλλία, με ποσοστό 17,1 % του συνόλου της ΕΕ-28, ενώ ακολουθούσαν η Γερμανία (15,3 %) και το Ηνωμένο Βασίλειο (13,9 %). Σε σύγκριση με μια δεκαετία νωρίτερα, η κυριότερη αλλαγή ήταν η μείωση στο ποσοστό του Ηνωμένου Βασιλείου από το 26,2 % — βλέπε πίνακα 1. Τα μοναδικά άλλα κράτη μέλη των οποίων τα ποσοστά μειώθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ήταν η Δανία (-0,9 ποσοστιαίες μονάδες) και η Λιθουανία (-0,4 ποσοστιαίες μονάδες). Σε απόλυτα μεγέθη, οι μεγαλύτερες αυξήσεις της παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας κατά τη διάρκεια της δεκαετίας που μεσολάβησε ως το 2013 καταγράφηκαν στις Κάτω Χώρες (κατά 11,0 εκατομμύρια ΤΙΠ), στην Ιταλία (9,1 εκατομμύρια ΤΙΠ) και τη Σουηδία (4,3 εκατομμύρια ΤΙΠ). Αντίθετα, η παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας στο Ηνωμένο Βασίλειο μειώθηκε κατά 135,4 εκατομμύρια ΤΙΠ, ενώ η Γερμανία (-14,3 εκατομμύρια ΤΙΠ) και η Δανία (-11,6 εκατομμύρια ΤΙΠ) ήταν τα μόνα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ που ανέφεραν διψήφια συρρίκνωση όσον αφορά τα επίπεδα παραγωγής τους.

Η παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας στην ΕΕ-28 το 2013 κάλυψε ευρύ φάσμα διαφορετικών πηγών ενέργειας, εκ των οποίων η πλέον σημαντική, από την άποψη του βαθμού συμβολής της, ήταν η πυρηνική ενέργεια (28,7 % του συνόλου). Η σημασία των πυρηνικών καυσίμων ήταν ιδιαίτερα μεγάλη στη Γαλλία, όπου αντιπροσώπευε περισσότερο από τα τέσσερα πέμπτα της εθνικής παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας, ενώ στο Βέλγιο το ποσοστό ήταν τρία τέταρτα και στη Σλοβακία ήταν πολύ κοντά στα δύο τρίτα· παντού αλλού, το ποσοστό ήταν μικρότερο από το ήμισυ, ενώ σε 14 κράτη μέλη της ΕΕ δεν υπήρχε συμβολή από πυρηνική ενέργεια. Σχεδόν ένα τέταρτο της συνολικής παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας της ΕΕ-28 αντιστοιχούσε σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (24,3 %), ενώ το ποσοστό για στερεά καύσιμα (19,7 %, κυρίως άνθρακα) ήταν κάτω από το ένα πέμπτο και το ποσοστό φυσικού αερίου ήταν κάπως χαμηλότερο (16,7 %). Το αργό πετρέλαιο (9,1 %) ήταν η μόνη άλλη σημαντική πηγή παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας (βλέπε σχήμα 1).

Η αύξηση της πρωτογενούς παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας υπερέβη εκείνη όλων των υπόλοιπων τύπων ενέργειας. Η αύξηση της πρωτογενούς παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παρέμεινε σχετικά σταθερή τα περισσότερα έτη από το 2003 έως το 2013, με ελαφρά πτώση το 2011 (βλέπε σχήμα 2). Κατά τη διάρκεια της εν λόγω δεκαετίας, η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές αυξήθηκε συνολικά κατά ποσοστό 88,4 %. Σε αντίθεση, τα επίπεδα παραγωγής για τις άλλες πρωτογενείς πηγές ενέργειας μειώθηκαν κατά την εν λόγω περίοδο, με τις μεγαλύτερες μειώσεις να καταγράφονται για το αργό πετρέλαιο (-54,0 %), το φυσικό αέριο (-34,6 %) και τα στερεά καύσιμα (-24,9 %), με πιο μικρή μείωση 12,0 % για την πυρηνική ενέργεια.

Εισαγωγές

Η μείωση της πρωτογενούς παραγωγής ενέργειας από λιθάνθρακα, λιγνίτη, αργό πετρέλαιο, φυσικό αέριο και, πιο πρόσφατα, πυρηνική ενέργεια είχε ως αποτέλεσμα την ολοένα μεγαλύτερη εξάρτηση της ΕΕ από τις εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας προκειμένου να καλυφθεί η ζήτηση, αν και η κατάσταση αυτή σταθεροποιήθηκε στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης. Οι εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας στην ΕΕ-28 υπερέβησαν τις εξαγωγές κατά περίπου 909 εκατομμύρια ΤΙΠ το 2013. Οι μεγαλύτεροι καθαροί εισαγωγείς πρωτογενούς ενέργειας ήταν, σε γενικές γραμμές, τα πλέον πυκνοκατοικημένα κράτη μέλη της ΕΕ, εξαιρουμένης της Πολωνίας (όπου εξακολουθούν να υπάρχουν εγχώρια αποθέματα άνθρακα). Από το 2004 ο μοναδικός καθαρός εξαγωγέας πρωτογενούς ενέργειας μεταξύ των κρατών μελών ήταν η Δανία, αλλά, το 2013, οι εισαγωγές ενέργειας της Δανίας υπερέβησαν τις εξαγωγές έτσι ώστε να μην υπάρχουν πλέον κράτη μέλη της ΕΕ που να είναι καθαροί εξαγωγείς ενέργειας (βλέπε πίνακα 2). Σχετικά με το μέγεθος του πληθυσμού, οι μεγαλύτεροι καθαροί εισαγωγείς, το 2013, ήταν το Λουξεμβούργο, η Μάλτα και το Βέλγιο.

Η προέλευση των εισαγωγών ενέργειας στην ΕΕ-28 έχει μεταβληθεί σε κάποιο βαθμό τα τελευταία χρόνια, καθώς η Ρωσία έχει διατηρήσει τη θέση της ως βασικού παρόχου αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου και έχει αναδειχθεί κορυφαίος πάροχος στερεών καυσίμων (βλέπε πίνακα 3). Το 2013, περίπου 33,5 % των εισαγωγών αργού πετρελαίου στην ΕΕ-28 προερχόταν από τη Ρωσία, ποσοστό ελαφρώς μικρότερο από εκείνα που καταγράφηκαν μεταξύ 2010 και 2012. Η Ρωσία κατέστη ο κύριος πάροχος στερεών καυσίμων το 2006, ξεπερνώντας τη Νότια Αφρική, έχοντας ήδη ξεπεράσει την Αυστραλία το 2004 και την Κολομβία το 2002. Το μερίδιο της Ρωσίας στις εισαγωγές στερεών καυσίμων στην ΕΕ-28 αυξήθηκε από 13,2 % το 2003 σε 30,0 % έως το 2009, πριν να μειωθεί ελαφρά σε 25,9 % έως το 2012 και να ανέλθει και πάλι σε 28,8 % το 2013. Σε αντίθεση, το μερίδιο της Ρωσίας στις εισαγωγές φυσικού αερίου μειώθηκε από 44,8 % σε 30,1 % μεταξύ 2003 και 2010, όμως η εξέλιξη αυτή αντιστράφηκε με αυξήσεις στη συνέχεια που είχαν ως αποτέλεσμα μερίδιο 39,3 % το 2013. Στη διάρκεια των 10 ετών που παρουσιάζονται στον πίνακα 3, η Νορβηγία παρέμεινε ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής εισαγωγών αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου της ΕΕ.

Η ασφάλεια του εφοδιασμού της ΕΕ σε πρωτογενή ενέργεια θα μπορούσε να απειληθεί σε περίπτωση που μεγάλος όγκος εισαγωγών συγκεντρωνόταν στα χέρια σχετικά λίγων εταίρων. Περισσότερα από τα δύο τρίτα (69,1 %) των εισαγωγών φυσικού αερίου στην ΕΕ-28 το 2013 προήλθαν από τη Ρωσία ή τη Νορβηγία — υπήρξε μεγαλύτερη συγκέντρωση των εισαγωγών σε σχέση με τα δύο προηγούμενα έτη, καθώς οι ίδιες δύο χώρες συγκέντρωσαν ποσοστό 59,6 % των εισαγωγών φυσικού αερίου το 2011 και 63,7 % το 2012. Παρόμοια ανάλυση δείχνει ότι ποσοστό 53,8 % των εισαγωγών αργού πετρελαίου στην ΕΕ-28 προήλθε από τη Ρωσία, τη Νορβηγία και τη Σαουδική Αραβία το 2013, ενώ το 72,6 % των εισαγωγών λιθάνθρακα προήλθε από τη Ρωσία, την Κολομβία και τις ΗΠΑ. Μεταξύ του 2003 και του 2013 υπήρξαν στοιχεία ανάδυσης νέων χωρών εταίρων, αν και ο όγκος των εισαγωγών από αυτές παραμένει σχετικά χαμηλός. Αυτό ίσχυσε ειδικότερα για τις εισαγωγές αργού πετρελαίου από τη Νιγηρία, το Καζακστάν, το Αζερμπαϊτζάν και το Ιράκ ή για τις εισαγωγές φυσικού αερίου από το Κατάρ και τη Λιβύη.

Η εξάρτηση της ΕΕ-28 από τις εισαγωγές ενέργειας αυξήθηκε από λιγότερο από 40 % ακαθάριστης κατανάλωσης ενέργειας κατά τη δεκαετία του 1980, φτάνοντας σε ποσοστό 53,2 % έως το 2013 (βλέπε πίνακα 4). Αυτό το τελευταίο στοιχείο σηματοδότησε μια ελαφρά μείωση του ποσοστού εξάρτησης, που είχε φτάσει το 2008 στη μέγιστη τιμή του 54,7 % το 2008. Τα υψηλότερα ποσοστά ενεργειακής εξάρτησης το 2013 καταγράφηκαν για το αργό πετρέλαιο (88,4 %) και για το φυσικό αέριο (65,3 %). Κατά την τελευταία δεκαετία (μεταξύ του 2003 και του 2013), η εξάρτηση της ΕΕ από τρίτες χώρες για την προμήθεια φυσικού αερίου αυξήθηκε κατά 13,3 ποσοστιαίες μονάδες ταχύτερα από την αύξηση της εξάρτησης σε αργό πετρέλαιο (9,9 ποσοστιαίες μονάδες) και σε στερεά καύσιμα (9,2 ποσοστιαίες μονάδες). Από το 2004 οι καθαρές εισαγωγές ενέργειας στην ΕΕ-28 ήταν υψηλότερες από την πρωτογενή παραγωγή της· με άλλα λόγια, περισσότερο από το ήμισυ της ακαθάριστης εγχώριας κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ-28 καλυπτόταν από καθαρές εισαγωγές.

Καθώς δεν αποτελεί πλέον καθαρό εξαγωγέα, το ποσοστό ενεργειακής εξάρτησης της Δανίας έγινε θετικό το 2013, όπως και όλων των λοιπών κρατών μελών της ΕΕ (βλέπε Σχήμα 3). Τα χαμηλότερα ποσοστά ενεργειακής εξάρτησης καταγράφηκαν στην Εσθονία, τη Δανία, τη Ρουμανία, την Πολωνία, τις Κάτω Χώρες και την Τσεχική Δημοκρατία (τα μόνα άλλα κράτη μέλη που ανέφεραν ποσοστό εξάρτησης κάτω του 30,0 %). Η Μάλτα, το Λουξεμβούργο και η Κύπρος εξαρτώνταν (σχεδόν) εξ ολοκλήρου από τις εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας.

Πηγές και διαθεσιμότητα στοιχείων

Τα ενεργειακά βασικά προϊόντα που εξάγονται ή λαμβάνονται απευθείας από φυσικούς πόρους ονομάζονται πηγές πρωτογενούς ενέργειας, ενώ τα ενεργειακά βασικά προϊόντα που παράγονται από πηγές πρωτογενούς ενέργειας σε σταθμούς μετασχηματισμού ονομάζονται παράγωγα προϊόντα. Η παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας καλύπτει την εθνική παραγωγή πηγών πρωτογενούς ενέργειας και πραγματοποιείται με την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, για παράδειγμα σε ανθρακωρυχεία, κοιτάσματα αργού πετρελαίου, σταθμούς παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας ή με την παρασκευή βιοκαυσίμων. Όποτε η κατανάλωση υπερβαίνει την πρωτογενή παραγωγή, η διαφορά πρέπει να καλύπτεται μέσω εισαγωγών πρωτογενών ή παράγωγων προϊόντων.

Η θερμότητα που παράγεται σε αντιδραστήρα ως αποτέλεσμα της πυρηνικής σχάσης θεωρείται πρωτογενής παραγωγή πυρηνικής θερμότητας, η οποία καλείται, εναλλακτικά, πυρηνική ενέργεια. Υπολογίζεται είτε με βάση την πραγματικά παραγόμενη ποσότητα θερμότητας είτε με βάση την αναφερθείσα ακαθάριστη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και τη θερμική απόδοση του πυρηνικού σταθμού. Η πρωτογενής παραγωγή άνθρακα και λιγνίτη συνίσταται σε ποσότητες καυσίμων που εξορύσσονται ή παράγονται και υπολογίζεται κατόπιν τυχόν ενεργειών απομάκρυνσης των αδρανών υλικών.

Ο μετασχηματισμός της ενέργειας από μια μορφή σε άλλη, όπως η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος ή θερμότητας από θερμοηλεκτρικά εργοστάσια ή η παραγωγή οπτάνθρακα από εγκαταστάσεις οπτανθρακοποίησης δεν θεωρείται πρωτογενής παραγωγή.

Οι καθαρές εισαγωγές υπολογίζονται ως η ποσότητα των εισαγωγών μείον την αντίστοιχη ποσότητα των εξαγωγών. Οι εισαγωγές αντιπροσωπεύουν το σύνολο της ενέργειας που εισέρχεται στην εθνική επικράτεια εκτός των ποσοτήτων ενέργειας που διαμετακομίζονται (μέσω αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαιαγωγών)· ομοίως, οι εξαγωγές καλύπτουν όλες τις ποσότητες που εξάγονται από την εθνική επικράτεια.

Πλαίσιο

Ενεργειακή ασφάλεια

Περισσότερο από το ήμισυ της ενέργειας στην ΕΕ-28 προέρχεται από χώρες εκτός της ΕΕ και αυτή η αναλογία παρουσιάζει σε γενικές γραμμές αύξηση την τελευταία δεκαετία. Μεγάλο μέρος αυτής της ενέργειας προέρχεται από τη Ρωσία, της οποίας οι διαφορές με τις χώρες διαμετακόμισης απειλούν με διατάραξη του εφοδιασμού τα τελευταία χρόνια. Οι ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια εφοδιασμού από τη Ρωσία αυξήθηκαν περαιτέρω από τη σύγκρουση στην Ουκρανία.

Σε απάντηση στην κρίση αερίου Ρωσίας-Ουκρανίας του Ιανουαρίου του 2009, επανεξετάστηκε το νομοθετικό πλαίσιο σχετικά με την ασφάλεια εφοδιασμού και, τον Σεπτέμβριο του 2009, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσε την οδηγία 2009/119/ΕΚ σχετικά με υποχρέωση διατήρησης ενός ελάχιστου επιπέδου αποθεμάτων αργού πετρελαίου και /ή προϊόντων πετρελαίου από τα κράτη μέλη. Τα εν λόγω μέτρα που αφορούσαν τις αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου σχεδιάστηκαν με σκοπό να διασφαλιστεί ότι όλα τα μέρη λαμβάνουν αποτελεσματικά μέτρα για την πρόληψη και τον περιορισμό των επιπτώσεων δυνητικών διαταραχών του εφοδιασμού, δημιουργώντας επίσης παράλληλα μηχανισμούς συνεργασίας των κρατών μελών για την αποτελεσματική αντιμετώπιση τυχόν σοβαρών διαταραχών στον εφοδιασμό σε πετρέλαιο ή φυσικό αέριο· συστήθηκε δε μηχανισμός συντονισμού έτσι ώστε τα κράτη μέλη να μπορούν να αντιδρούν ενιαία και άμεσα σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης.

Τον Νοέμβριο του 2010 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε μια πρωτοβουλία με τίτλο «Ενέργεια 2020 - Μια στρατηγική για ανταγωνιστική, αειφόρο και ασφαλή ενέργεια». Η εν λόγω στρατηγική καθορίζει τις ενεργειακές προτεραιότητες για μια δεκαετία και ορίζει τις δράσεις που θα αναληφθούν προκειμένου να αντιμετωπιστεί μια δέσμη διαφορετικών προκλήσεων, όπως, μεταξύ άλλων, να επιτευχθεί η διαμόρφωση μιας αγοράς με ανταγωνιστικές τιμές και ασφαλή εφοδιασμό, να δοθεί ώθηση στο τεχνολογικό προβάδισμα και να πραγματοποιηθούν αποτελεσματικές διαπραγματεύσεις με τους διεθνείς εταίρους. Μία από τις προτεραιότητες είναι η επίτευξη καλών σχέσεων με τους εξωτερικούς παρόχους ενέργειας και τις χώρες διαμετακόμισης ενέργειας της ΕΕ. Μέσω της Ενεργειακής Κοινότητας (που ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 2005), η ΕΕ εργάζεται επίσης για την ένταξη γειτονικών χωρών στην εσωτερική αγορά ενέργειας. Το ευρύ φάσμα ενεργειακών πηγών και η ποικιλία ως προς τους προμηθευτές, τις μεταφορικές οδούς και τους μηχανισμούς μεταφοράς μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην εξασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού. Η οικοδόμηση αξιόπιστων εταιρικών σχέσεων με τις χώρες εφοδιασμού, διαμετακόμισης και κατανάλωσης θεωρείται τρόπος περιορισμού των κινδύνων που συνδέονται με την ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ και, τον Σεπτέμβριο του 2011, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο «Η ενεργειακή πολιτική της ΕΕ: η συνεργασία με τους πέραν των συνόρων μας εταίρους» (COM(2011) 539).

Υπάρχουν ορισμένες πρωτοβουλίες σε εξέλιξη με σκοπό την ανάπτυξη αγωγών φυσικού αερίου μεταξύ της Ευρώπης και των γειτονικών της χωρών στην Ανατολή και στον Νότο. Σε αυτές συγκαταλέγονται ο αγωγός Nord Stream (μεταξύ Ρωσίας και ΕΕ μέσω της Βαλτικής Θάλασσας) που τέθηκε σε λειτουργία τον Νοέμβριο του 2011 και ο Αδριατικός Αγωγός (που συνδέει την Τουρκία με την Ιταλία μέσω της Ελλάδας και της Αλβανίας για τη μεταφορά φυσικού αερίου από την περιοχή της Κασπίας στην ΕΕ).

Σε απάντηση των συνεχιζόμενων ανησυχιών σχετικά με την εξάρτηση της ΕΕ από εισαγωγές ενέργειας, τον Μάιο του 2014, η Ευρωπαϊκή δημοσίευσε τη στρατηγική για την ενεργειακή ασφάλεια (COM(2014) 330) που αποσκοπεί στην εξασφάλιση σταθερού και άφθονου ενεργειακού εφοδιασμού. Μαζί με βραχυπρόθεσμα μέτρα που εξετάζουν τον αντίκτυπο μιας παύσης στις εισαγωγές ρωσικού αερίου ή μιας διαταραχής εισαγωγών μέσω της Ουκρανίας, η στρατηγική εξέτασε τις προκλήσεις της μακροπρόθεσμης ασφάλειας εφοδιασμού και πρότεινε δράσεις σε πέντε τομείς, συμπεριλαμβανομένων των εξής: της αύξησης της παραγωγής ενέργειας στην ΕΕ και της διαφοροποίησης χωρών και οδών τροφοδοσίας, καθώς και της τήρησης ενιαίας στάσης στην εξωτερική ενεργειακή πολιτική.

Βλέπε επίσης

Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat

Δημοσιεύσεις

Βασικοί πίνακες

Στατιστικές ενέργειας - ποσότητες (t_nrg_quant)

Βάση δεδομένων

Στατιστικές ενέργειας - ποσότητες, ετήσια δεδομένα (nrg_quant)
Στατιστικές ενέργειας – εφοδιασμός, μετασχηματισμός και κατανάλωση (nrg_10)
Στατιστικές ενέργειας - εισαγωγές (nrg_12)
Στατιστικές ενέργειας - εξαγωγές (nrg_13)

Ειδική ενότητα

Μεθοδολογία / Μεταδεδομένα

Πηγή δεδομένων για τους πίνακες και τα σχήματα (MS Excel)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι