Statistics Explained

Archive:Στατιστικά στοιχεία για την εκπαίδευση και την κατάρτιση σε περιφερειακό επίπεδο

Revision as of 11:18, 16 November 2015 by EXT-A-Redpath (talk | contribs)
"Δεδομένα του Μαρτίου και του Απριλίου 2015. Πιο πρόσφατα δεδομένα: Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat, Βασικοί πίνακες και Βάση δεδομένων. Προγραμματισμένη επικαιροποίηση του άρθρου: Νοέμβρης του 2016.

Οι χάρτες μπορούν να διερευνηθούν διαδραστικά με τη χρήση του στατιστικού άτλαντα της Eurostat (βλ. Εγχειρίδιο χρήστη).

Tο άρθρο αυτό αποτελεί τμήμα της δέσμης στατιστικών άρθρων της Εurostat με βάση τη δημοσίευση Περιφερειακή Επετηρίδα της Eurostat. Η Eκπαίδευση, η επαγγελματική κατάρτιση και γενικότερα η διά βίου μάθηση διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στις οικονομικές και κοινωνικές στρατηγικές της Eυρωπαϊκής Ένωσης (EΕ).

Η Eurostat συγκεντρώνει και δημοσιεύει στατιστικά στοιχεία σχετικά με την εκπαίδευση και την κατάρτιση, για τα κράτη μέλη της ΕΕ και τις περιφέρειές τους· επιπροσθέτως, ένα υποσύνολο πληροφοριών είναι διαθέσιμο για την EΖΕΣ και για τις υποψήφιες χώρες . Το παρόν άρθρο παρουσιάζει στοιχεία για τα ποσοστά συμμετοχής των παιδιών ηλικίας τεσσάρων ετών και για τα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, για το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση]], και για το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών με ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα εν λόγω στατιστικά στοιχεία υποβάλλονται συνήθως σε περιφερειακό επίπεδο ανά περιφέρεια επιπέδου NUTS 2, παρόλο που τα στοιχεία σχετικά με τη συμμετοχή είναι διαθέσιμα μόνο σε εθνικό επίπεδο για την Κροατία και μόνο κατά περιφέρεια NUTS επιπέδου 1 για τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Χάρτης 1: Ποσοστά συμμετοχής των τετράχρονων παιδιών στην προσχολική και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση (επίπεδα 0 και 1 της ISCED), κατά περιφέρεια επιπέδου NUTS 2, 2013 (¹)
(% των τετράχρονων παιδιών)
Πηγή: Eurostat (educ_uoe_enra14)

Κύρια στατιστικά στοιχεία

Χάρτης 2: Άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση, κατά περιφέρεια επιπέδου NUTS 2, 2014 (¹)
(% των ατόμων ηλικίας 18–24 ετών)
Πηγή: Eurostat (edat_lfse_16)
Χάρτης 3: Αλλαγή στο ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση, κατά περιφέρεια επιπέδου NUTS 2, 2008–14 (¹)
(διαφορά σε ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2014 και του 2008)
Πηγή: Eurostat (edat_lfse_16)
Χάρτης 4: Σπουδαστές που παρακολουθούν προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, κατά περιφέρεια επιπέδου NUTS 2, 2013 (¹)
(% του συνόλου των φοιτητών στο επίπεδο 3 της ISCED)
Πηγή: Eurostat (educ_uoe_enra13)
Χάρτης 5: Άτομα ηλικίας 30-34 ετών με ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (επίπεδα 5-8 της ISCED), κατά περιφέρεια NUTS 2, 2014 (¹)
(% των ατόμων 30–34 ετών)
Πηγή: Eurostat (edat_lfse_12)
Χάρτης 6: Αλλαγή στο ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30–34 ετών με ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (επίπεδα 5-8 της ISCED), κατά περιφέρεια επιπέδου NUTS 2, 2008–14
(διαφορά σε ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2014 και του 2008)
Πηγή: Eurostat (edat_lfse_12)

Το 2012, τα αριθμητικά στοιχεία για την EΕ-28 δείχνουν ότι υπήρχαν περίπου 109 εκατομμύρια εγγεγραμμένα παιδιά, μαθητές και φοιτητές στο σύνολο του εκπαιδευτικού συστήματος, από την προσχολική εκπαίδευση έως και τις μεταπτυχιακές σπουδές.

Συμμετοχή των παιδιών ηλικίας τεσσάρων ετών στην εκπαίδευση

Η προσχολική εκπαίδευση διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων και την αύξηση της επάρκειας σε βασικές ικανότητες. Οι φορείς χάραξης πολιτικής υποστηρίζουν ότι μεγαλύτερο ποσοστό μικρών παιδιών θα πρέπει να ενθαρρύνονται να παρακολουθούν προσχολική εκπαίδευση, παρά άτυπη, μη επαγγελματική φροντίδα. Το στρατηγικό πλαίσιο - Εκπαίδευση και κατάρτιση 2020 (EΚ 2020) έχει ως πρωταρχικό στόχο, τουλάχιστον το 95 % των παιδιών από τεσσάρων ετών να συμμετέχει σε προσχολική εκπαίδευση.

Το 2013, το ποσοστό των παιδιών ηλικίας τεσσάρων ετών που παρακολουθούσαν προσχολική και πρωτοβάθμια εκπαίδευση σε όλη την ΕΕ-28 ήταν 91,8 %. Σημειώνεται ότι η νόμιμη ηλικία για την έναρξη φοίτησης στα εκπαιδευτικά συστήματα των κρατών μελών της ΕΕ ποικίλλει σημαντικά: στο Λουξεμβούργο και στη Βόρεια Ιρλανδία (Ηνωμένο Βασίλειο) η υποχρεωτική εκπαίδευση αρχίζει στην ηλικία των τεσσάρων ετών, ενώ σε άλλες περιοχές της ΕΕ αρχίζει στην ηλικία μεταξύ πέντε και επτά ετών. Η εγγραφή στην προσχολική εκπαίδευση είναι γενικά εθελοντική στα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ.

Όλα σχεδόν τα παιδιά ηλικίας τεσσάρων ετών στην πλειονότητα των γαλλικών και ολλανδικών περιφερειών συμμετείχαν στην προσχολική εκπαίδευση και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση

Η πιο σκουρόχρωμη σκίαση στον χάρτη 1 δείχνει ότι τα ποσοστά συμμετοχής των παιδιών ηλικίας τεσσάρων ετών ήταν γενικά πολύ υψηλά (τουλάχιστον 99 %) στις περισσότερες περιφέρειες της Γαλλίας, σε πολλές περιφέρειες των Κάτω Χωρών, στη νότια Ιταλία, σε περιοχές του Βελγίου (κυρίως στη Φλάνδρα), και στο Λουξεμβούργο (μία περιφέρεια σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης). Εκτός από τις εν λόγω ομάδες περιφερειών, το ποσοστό των παιδιών ηλικίας τεσσάρων ετών που συμμετείχαν στην προσχολική εκπαίδευση και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση ήταν τουλάχιστον 99 % στη Μάλτα (η οποία είναι μία περιφέρεια σε αυτό το επίπεδο ανάλυσης), στην περιοχή Burgenland της ανατολικής Αυστρίας, στην ισπανική περιφέρεια Extremadura και στη γειτονική της περιοχή Alentejo της Πορτογαλίας, καθώς και στην ιρλανδική περιφέρεια της πρωτεύουσας Southern and Eastern· παρόμοια ποσοστά συμμετοχής καταγράφηκαν επίσης για τις περιφέρειες NUTS 1 του ομοσπόνδου κράτους Ρηνανίας-Παλατινάτου (Δυτική Γερμανία) και της Ουαλίας (Ηνωμένο Βασίλειο).

Η Αθήνα είχε το χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής των παιδιών ηλικίας τεσσάρων ετών στην προσχολική εκπαίδευση και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση

Αντιθέτως, ο Χάρτης 1 δείχνει μια πολύ σαφή διάκριση μεταξύ Ανατολής και Δύσης με ποσοστά συμμετοχής πολύ χαμηλότερα σε πολλές ανατολικές περιφέρειες της ΕΕ. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Κροατία και την Πολωνία, αλλά και για την Ελλάδα (στοιχεία του 2012), καθώς και το Λιχτενστάιν, την Ελβετία, την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και την Τουρκία.

Η ανάλυση για τις περιφέρειες NUTS επιπέδου 2 στην ΕΕ αποκαλύπτει ότι η περιφέρεια Αττικής της ελληνικής πρωτεύουσας παρουσίαζε μακράν το χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής των παιδιών ηλικίας τεσσάρων ετών στην προσχολική εκπαίδευση και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, με ποσοστό 30,8 % το 2012. Το ποσοστό αυτό ήταν περισσότερο από 20 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το δεύτερο και το τρίτο χαμηλότερο ποσοστό για το 2013 που καταγράφηκαν στις δύο βόρειες περιφέρειες της Πολωνίας Warmińsko-Mazurskie και Kujawsko-Pomorskie (53,2 % και 54,6 %). Οι υπόλοιπες περιφέρειες της ΕΕ, στις οποίες τα ποσοστά συμμετοχής των παιδιών ηλικίας τεσσάρων ετών ήταν χαμηλότερα του 65 % (όπως απεικονίζονται με την πιο ανοιχτόχρωμη σκίαση στον χάρτη 1) περιλαμβάνουν έξι ακόμη περιφέρειες της Πολωνίας, τέσσερις ακόμη περιφέρειες της Ελλάδας (στοιχεία του 2012), την Κροατία, την περιφέρεια της Ανατολικής Σλοβακίας Východné Slovensko και την ιρλανδική περιφέρεια Border, Midland and Western.

Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι σε ορισμένες περιφέρειες πρωτευουσών τα ποσοστά συμμετοχής των παιδιών ηλικίας τεσσάρων ετών στην προσχολική ή την πρωτοβάθμια εκπαίδευση που καταγράφηκαν, ήταν χαμηλότερα από τα αντίστοιχα των εθνικών μέσων όρων· αυτό ήταν ιδιαίτερα εμφανές στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία, αλλά ισχύει επίσης — σε μικρότερο βαθμό — στη Γερμανία, στην Ιταλία, στην Ουγγαρία, στις Κάτω Χώρες, στην Αυστρία, στη Ρουμανία, στη Σουηδία και στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Eυρώπη 2020: άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση

Οι νέοι ηλικίας 15 έως 17 ετών έρχονται συχνά αντιμέτωποι με την επιλογή της παραμονής στην εκπαίδευση ή στην κατάρτιση ή της αναζήτησης εργασίας. Η υποχρεωτική εκπαίδευση πλήρους φοίτησης διαρκεί, κατά μέσον όρο, 9 ή 10 έτη στα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ και κατά κανόνα ολοκληρώνεται στο τέλος της κατώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ο δείκτης για τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση δείχνει το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 18-24 ετών που έχουν ολοκληρώσει μόνο την κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν συμμετείχαν σε περαιτέρω εκπαίδευση ή κατάρτιση (τέσσερις εβδομάδες πριν από την έρευνα βάσει της οποίας συλλέγονται τα δεδομένα).

«Ευρώπη 2020»

Η εκπαίδευση αποτελεί έναν από τους πέντε πυλώνες που βρίσκονται στο επίκεντρο της αναπτυξιακής στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Δύο από τους στόχους που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση της προόδου που σημειώνει η ΕΕ προς μια «έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς οικονομία» αφορούν την εκπαίδευση. Αυτά τα σημεία αναφοράς έχουν καθοριστεί σε επίπεδο ΕΕ και προβλέπουν ότι:

  • το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σύστημα εκπαίδευσης και κατάρτισης θα πρέπει να είναι χαμηλότερο του 10 % έως το 2020· και
  • τουλάχιστον το 40 % των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών θα πρέπει να έχουν ολοκληρώσει τριτοβάθμια ή ισοδύναμη εκπαίδευση έως το 2020.

Επισημαίνεται ότι, ενώ αμφότεροι οι στόχοι αυτοί τέθηκαν για το σύνολο της ΕΕ, δεν αφορούν συγκεκριμένα το εθνικό ή το περιφερειακό επίπεδο. Πράγματι, κάθε σημείο αναφοράς της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» έχει μεταφραστεί σε εθνικούς (και ορισμένες φορές περιφερειακούς) στόχους, οι οποίοι αντανακλούν τις διαφορετικές καταστάσεις και συνθήκες κάθε κράτους μέλους της ΕΕ.

Το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση στην ΕΕ-28 πλησιάζει τον στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»

Το 2014 στην ΕΕ-28, το 11,1 % των ατόμων από 18 έως 24 ετών εγκατέλειψαν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση, ποσοστό χαμηλότερο κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες από το 2013. Συνεχίστηκε, έτσι, η καθοδική πορεία που παρατηρείται για τον συγκεκριμένο στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», καθώς το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 18-24 ετών στην ΕΕ-28 που έχουν ολοκληρώσει το πολύ την κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν παρακολουθούν πλέον εκπαίδευση ή κατάρτιση μειώνεται, επί 12 συναπτά έτη, από το 17,0 % το 2002. Εάν συνεχιστεί η μείωση του ποσοστού των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση, η οποία παρατηρείται για περισσότερο από μια δεκαετία, τότε ο πρωταρχικός στόχος της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για ποσοστό χαμηλότερο του 10 % φαίνεται να είναι επιτεύξιμος. Ωστόσο, εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικές ανισότητες τόσο μεταξύ όσο και εντός των κρατών μελών της ΕΕ και αυτές αντικατοπτρίζονται, σε κάποιον βαθμό, στους εθνικούς στόχους — που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» — οι οποίοι κυμαίνονται από μόλις 4 % στην Κροατία μέχρι και 16 % στην Ιταλία· για το Ηνωμένο Βασίλειο δεν υπάρχει στόχος.

Στην ΕΕ, η πιθανότητα πρόωρης εγκατάλειψης της εκπαίδευσης ή κατάρτισης είναι γενικά υψηλότερη για τους άνδρες (12,7 % το 2014) απ’ ό,τι για τις γυναίκες (9,5 %) και είναι επίσης μεγαλύτερη για μια σειρά κοινωνικοοικονομικών ομάδων, μεταξύ των οποίων: άτομα που γεννήθηκαν στο εξωτερικό (20,1 %) ή άτομα που πάσχουν από σωματική αναπηρία (25,1 % το 2011). Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις περιφερειακές διαφορές μεταξύ των φύλων όσον αφορά τους δύο στόχους εκπαίδευσης της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» μπορούν να αναζητηθούν σε αυτό το άρθρο (στα αγγλικά).

Τα χαμηλότερα ποσοστά των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση καταγράφονται κυρίως στις ανατολικές περιοχές της ΕΕ

Ο χάρτης 2 δείχνει ότι το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση είχε σημαντικές διαφορές μεταξύ των περιφερειών επιπέδου NUTS  2 το 2014, με τα χαμηλότερα ποσοστά συγκεντρωμένα σε μια ζώνη κυρίως ανατολικών περιφερειών της ΕΕ που εκτείνεται από την Πολωνία, προς νότο μέσω της Τσεχικής Δημοκρατίας και της Σλοβακίας, έως τη νοτιοανατολική Αυστρία, τη Σλοβενία και την Κροατία. Αντιθέτως, τα υψηλότερα ποσοστά των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση ήταν συχνά καταγεγραμμένα στις νότιες περιφέρειες της ΕΕ (Ισπανία, νησιά της Ιταλίας, Μάλτα), καθώς και σε επιλεγμένες περιφέρειες της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας.

ΕΣΤΙΑΣΗ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΕΣ

Jadranska Hrvatska, Κροατία

HR03 Phant shutterstock 109614710.jpg

Στην ΕΕ-28, το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση ήταν 11,1 % το 2014. Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 18-24 ετών που έχουν ολοκληρώσει το πολύ την κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν συμμετέχουν σε περαιτέρω εκπαίδευση ή κατάρτιση μειώθηκε σε 2,2 % κατά μήκος των ακτών της Αδριατικής στην κροατική περιοχή Jadranska Hrvatska· αυτό ήταν το χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ.

©: Phant / Shutterstock.com

Στις αστικές περιοχές συχνά καταγράφονται σχετικά χαμηλά ποσοστά ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση

Το 2014 τα χαμηλότερα ποσοστά των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση καταγράφηκαν στην κροατική περιοχή Jadranska Hrvatska (2,2 %) και στην περιφέρεια της πρωτεύουσας της Τσεχίας, Πράγας (2,5 %). Το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση ήταν χαμηλότερο από 5 % (όπως φαίνεται από την πιο σκουρόχρωμη σκίαση στον χάρτη 2) σε έξι περιφέρειες πρωτευουσών: της Κροατίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Πολωνίας, της Σλοβακίας (στοιχεία του 2013), της Σλοβενίας και του Ηνωμένου Βασιλείου. Πέρα από αυτά, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 18-24 ετών που έχουν ολοκληρώσει μόνο την κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν συμμετέχουν σε περαιτέρω εκπαίδευση ή κατάρτιση ήταν, επίσης, χαμηλότερο από 5 % σε έξι πρόσθετες περιφέρειες της Πολωνίας, τρεις ακόμη περιφέρειες της Τσεχικής Δημοκρατίας, μία ακόμη περιφέρεια της Σλοβακίας, και στις υπόλοιπες μεμονωμένες περιφέρειες της Κροατίας και της Σλοβενίας, καθώς και στις περιφέρειες Steiermark (Αυστρία) και Βρετάνη (Γαλλία).

Τα χαμηλότερα ποσοστά των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση καταγράφηκαν συχνότερα σε αστικές περιοχές: αυτό μάλλον δεν εκπλήσσει, αν αναλογιστούμε ότι οι εγκαταστάσεις τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και κατάρτισης είναι πιο πιθανό να βρίσκονται σε πρωτεύουσες και άλλες αστικές περιοχές όπου ο αριθμός των φοιτητών είναι μεγαλύτερος. Το πρότυπο αυτό ήταν ιδιαίτερα προφανές στις περιφέρειες των πρωτευουσών της Ρουμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, Bucureşti - Ilfov και Inner London, μολονότι δεν αντικατοπτρίστηκε σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, επειδή το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση ήταν σχετικά υψηλό (σε σύγκριση με τον εθνικό μέσο όρο) στη βελγική πρωτεύουσα, Région de Bruxelles-Capitale / Brussels Hoofdstedelijk Gewest και στη γερμανική πρωτεύουσα, Βερολίνο.

Αντίθετα, το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση είναι συχνά σχετικά υψηλό στις περιφερειακές και απομακρυσμένες περιοχές, όπου οι σπουδαστές μπορεί να πρέπει αναγκαστικά να εγκαταλείψουν την οικογενειακή εστία εάν επιθυμούν να ακολουθήσουν συγκεκριμένη εξειδίκευση, ενώ για εκείνους που παραμένουν στην ίδια περιοχή μπορεί να υπάρχουν σχετικά λίγες ευκαιρίες τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (για περισσότερες λεπτομέρειες βλέπε κατωτέρω).

Το ποσοστό των ατόμων που εγκατέλειψαν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση το 2014 ήταν χαμηλότερο από τον στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», δηλαδή το 10 %, σε 138 από τις 261 περιφέρειες για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία (βλέπε χάρτη 2 για την κάλυψη). Εκτός από τις περιοχές που έχουν ήδη αναφερθεί ανωτέρω, υπήρχε ένα σχετικά χαμηλό ποσοστό ατόμων ηλικίας 18-24 ετών που εγκατέλειψαν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση στις περισσότερες από τις (εναπομείνασες) περιφέρειες στο Βέλγιο, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Δανία, τη Γερμανία, την Ιρλανδία, τη Γαλλία, την Κύπρο (μία μόνο περιφέρεια στο παρόν επίπεδο λεπτομέρειας), στις Κάτω Χώρες, στην Αυστρία, στην Πολωνία, στη Σλοβακία και στη Σουηδία.

Σημαντικές διακυμάνσεις στο ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση μεταξύ των περιφερειών της Γερμανίας, της Ελλάδας, της Ισπανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου

Υπήρξε μια σχετικά μεγάλη δυσαναλογία μεταξύ των περιφερειακών ποσοστών των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση στη Γερμανία, στην Ελλάδα, στην Ισπανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στη Γερμανία, το χαμηλότερο ποσοστό καταγράφηκε στο Tübingen (5,4 %), ενώ το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση ήταν 2,6 φορές πιο υψηλό στη Βρέμη (14,0 %). Στην Ελλάδα, το χαμηλότερο ποσοστό σημειώθηκε στη Θεσσαλία (5,9 %) και το υψηλότερο στην Ανατολική Μακεδονία, Θράκη (19,7 %). Παρόμοια τάση παρατηρήθηκε στην Ισπανία με χαμηλότερο ποσοστό 9,4 % στην País Vasco και υψηλότερο 32,1 % στις Illes Balears, ενώ η αναλογία μεταξύ χαμηλότερων και υψηλότερων ποσοστών ήταν ακόμη μεγαλύτερη στο Ηνωμένο Βασίλειο: τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση αντιπροσώπευαν το 4,7 % των ατόμων ηλικίας 18-24 ετών στο Inner London, ενώ το ποσοστό ήταν πάνω από τέσσερις φορές υψηλότερο στη νοτιοδυτική περιφέρεια της Κορνουάλης και των νήσων Scilly (20,3 %).

Στις περιφερειακές και νησιωτικές περιφέρειες συχνά καταγράφονται τα υψηλότερα ποσοστά ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση

Τα υψηλότερα ποσοστά των ατόμων ηλικίας 18-24 ετών τα οποία το 2014 είχαν ταξινομηθεί ως άτομα που εγκατέλειψαν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση, καταγράφηκαν στις αυτόνομες πόλεις και νησιά της Ισπανίας και της Πορτογαλίας· δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για τις γαλλικές υπερπόντιες περιοχές ή για τη νησιωτική περιφέρεια της Κορσικής. Όπως σημειώθηκε ανωτέρω, οι εν λόγω εξόχως απόκεντρες περιοχές μπορεί να έχουν, τουλάχιστον εν μέρει, το χαρακτηριστικό ότι δεν προσφέρουν ευρεία επιλογή ευκαιριών για περαιτέρω εκπαίδευση και κατάρτιση, γεγονός που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση των σπουδαστών προκειμένου να ακολουθήσουν τον προσανατολισμό που έχουν επιλέξει.

Σχεδόν το ήμισυ των περιφερειών επιπέδου NUTS 2, όπου τουλάχιστον το ένα πέμπτο του πληθυσμού ηλικίας 18-24 ετών είχαν ταξινομηθεί ως άτομα που εγκατέλειψαν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση, βρίσκονται στην Ισπανία (10 περιφέρειες). Το υπόλοιπο βρίσκονταν σε νότιες περιοχές της ΕΕ στην Πορτογαλία (τρεις περιφέρειες), στις δύο ιταλικές νησιωτικές περιοχές Σαρδηνία και Σικελία, στη Μάλτα, καθώς και στη Ρουμανία (τρεις περιφέρειες), στη Βουλγαρία (μία περιφέρεια) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (Κορνουάλη και νήσοι Scilly). Το 2014 σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού ηλικίας 18-24 ετών στις Illes Balears και στην Região Autónoma dos Açores είχε εγκαταλείψει πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση.

Το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση από την εκπαίδευση και την κατάρτιση στην ΕΕ-28 μειώθηκε μεταξύ του 2008 και του 2014

Στον χάρτη 3 παρουσιάζεται η μεταβολή του ποσοστού των ατόμων ηλικίας 18-24 ετών που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση· η σύγκριση βασίζεται γενικά στην εξέλιξη της κατάστασης από την έναρξη της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης έως τις πιο πρόσφατες διαθέσιμες πληροφορίες. Κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου (2008-14), σημειώθηκε ραγδαία αύξηση της ανεργίας των νέων και, δεδομένης της έλλειψης ευκαιριών απασχόλησης, αυτό ενδέχεται να είχε ως αποτέλεσμα ορισμένα νεαρά άτομα να αποφασίσουν να παραμείνουν στα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση στην ΕΕ-28 μειώθηκε κατά 3,5 ποσοστιαίες μονάδες κατά την περίοδο 2008-14. Αυτή η καθοδική τάση στο σύνολο της ΕΕ-28 επαναλήφθηκε σε λίγο περισσότερο από τα τέσσερα πέμπτα (82,8 %) των 256 περιφερειών για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία (βλ. χάρτη 3 για την κάλυψη).

Παρόλο που τα περιφερειακά πρότυπα είναι ανάμεικτα και παρουσιάζουν διαφορές, οι μεγαλύτερες μειώσεις στο ποσοστό των ατόμων ηλικίας 18-24 ετών που εγκατέλειψαν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση μεταξύ του 2008 και του 2014 καταγράφηκαν στις περιφέρειες εκείνες όπου καταγράφονταν μερικά από τα υψηλότερα ποσοστά ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση. Αυτό ισχύει κυρίως στην Πορτογαλία και την Ισπανία· το ίδιο ισχύει και στην Τουρκία.

Κατά περιφέρεια του επιπέδου NUTS 2, οι μεγαλύτερες μειώσεις στο ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση καταγράφηκαν στα αυτόνομα νησιά και στην περιφέρεια Norte της Πορτογαλίας, όπου τα ποσοστά μειώθηκαν κατά περισσότερο από 20 ποσοστιαίες μονάδες. Σε άλλες τρεις πορτογαλικές περιφέρειες (Centro, Algarve και Λισαβόνα), καθώς και στις ισπανικές περιφέρειες Murcia, Castilla-La Mancha, La Rioja και Ciudad Autónoma de Melilla καταγράφηκαν μειώσεις τουλάχιστον κατά 15 εκατοστιαίες μονάδες. Το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση μειώθηκε κατά τουλάχιστον 10 % σε ορισμένες άλλες ισπανικές και πορτογαλικές περιφέρειες, καθώς και σε δύο περιφέρειες της Ελλάδας (Ιόνια Νησιά και Βόρειο Αιγαίο) και σε δύο περιφέρειες του Ηνωμένου Βασιλείου (Leicestershire, Rutland και Νorthamptonshire· Essex). Όλες οι περιφέρειες που αναφέρονται ανωτέρω παρουσιάζονται με βαθυπράσινη σκίαση στον χάρτη 3).

Υπήρχαν μόνο τρεις περιφέρειες της ΕΕ στις οποίες το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση αυξήθηκε κατά περισσότερο από 5 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2008 και του 2014

Οι περιφέρειες στις οποίες το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση αυξήθηκε μεταξύ του 2008 και του 2014 συχνά χαρακτηρίζονται ως περιοχές με σχετικά χαμηλό ποσοστό ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση. Επιπλέον, οι αυξήσεις που παρατηρήθηκαν συχνά ήταν σχετικά περιορισμένες. Υπήρχαν μόνο τρεις περιφέρειες της ΕΕ στις οποίες το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση αυξήθηκε κατά 5 ή περισσότερες εκατοστιαίες μονάδες: οι περιφέρειες Nord-Vest και Sud-Est της Ρουμανίας και η περιφέρεια Severozapaden της Βουλγαρίας. Στις άλλες περιφέρειες που προσδιορίζονται με την πιο σκουρόχρωμη κόκκινη σκίαση στον χάρτη 3 — όπου το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση αυξήθηκε κατά τουλάχιστον 2,5 ποσοστιαίες μονάδες — περιλαμβάνονται δύο ακόμη περιφέρειες της Ρουμανίας (Centru και Nord-Est), και μία αντιστοίχως από την Ουγγαρία (Észak-Magyarország) και την Πολωνία (Warmińsko-Mazurskie).

Φοιτητές επαγγελματικής ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης

Η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΕΕΚ) θεωρείται το κλειδί για τη μείωση του ποσοστού ανεργίας των νέων και για τη διευκόλυνση της μετάβασης των νέων από την εκπαίδευση στην αγορά εργασίας. Οι φορείς χάραξης πολιτικής σε ολόκληρη την ΕΕ αναζητούν τρόπους για να αυξηθεί η ελκυστικότητα των προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης και μαθητείας, προκειμένου να μπορούν να προσφέρουν μια εναλλακτική οδό πέρα από τα προσόντα της γενικής ανώτερης δευτεροβάθμιας και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και να ανταποκρίνονται καλύτερα στις δεξιότητες που χρειάζονται οι εργοδότες.

Περίπου το ήμισυ (48,9 %) του επιπέδου 3 της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (ISCED (Διεθνής Τυποποιημένη Ταξινόμηση της Εκπαίδευσης)· για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την ταξινόμηση αυτή, δείτε το κατωτέρω τμήμα Πηγές στοιχείων και διαθεσιμότητα· σπουδαστές σε ολόκληρη την ΕΕ-28 ακολούθησαν ένα πρόγραμμα επαγγελματικής εκπαίδευσης το 2013, ενώ οι υπόλοιποι ακολούθησαν γενικά προγράμματα. Ο χάρτης 4 δείχνει ότι το ποσοστό των σπουδαστών που παρακολουθούν προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης παρουσιάζει σημαντική διακύμανση μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, με ιδιαίτερα υψηλή εξειδίκευση στην επαγγελματική εκπαίδευση σε μια ομάδα περιφερειών που καλύπτουν την Τσεχική Δημοκρατία, τη Σλοβακία, την Αυστρία, τη Σλοβενία, την Κροατία και τη βόρεια Ιταλία, καθώς και την Ελβετία· τα ποσοστά ήταν επίσης υψηλά στη Φινλανδία και στις Κάτω Χώρες. Ορισμένες από τις διαφορές αυτές μπορεί να οφείλονται στις αντιλήψεις όσον αφορά την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση: για παράδειγμα, σε χώρες όπως η Τσεχική Δημοκρατία, η Γερμανία και η Αυστρία, η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση θεωρείται γενικά ως μια ελκυστική πρόταση που διευκολύνει τη μετάβαση του ατόμου στην αγορά εργασίας, ενώ σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ ο ρόλος της είναι λιγότερο ανεπτυγμένος, εν μέρει λόγω λιγότερο θετικών κοινωνικών αντιλήψεων.

Η επαγγελματική εκπαίδευση αντιπροσώπευε πάνω από τα τρία τέταρτα των μαθητών της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε τρεις περιφέρειες της Τσεχικής Δημοκρατίας και σε μία περιφέρεια της Αυστρίας

Μια λεπτομερέστερη εξέταση κατά περιφέρεια επιπέδου NUTS  2 δείχνει ότι σε τρεις περιφέρειες της Τσεχικής Δημοκρατίας, πάνω από τα τρία τέταρτα των μαθητών της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παρακολούθησαν προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης το 2013: οι περιφέρειες Severozápad, Jihozápad και Severovýchod· το ίδιο συνέβη και στην περιφέρεια Oberösterreich της Αυστρίας. Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά επαγγελματικής εκπαίδευσης μεταξύ των μαθητών της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης καταγράφηκαν σε αμφότερες τις περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 της Ιρλανδίας και στη Σκωτία (υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία μόνο για τις περιφέρειες επιπέδου NUTS 1 στο Ηνωμένο Βασίλειο), όπου λιγότεροι από 1 στους 10 σπουδαστές παρακολούθησαν προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης. Υπήρξαν τρεις περιφέρειες στις οποίες το ποσοστό των σπουδαστών που παρακολούθησαν επαγγελματική εκπαίδευση βρισκόταν εντός της περιοχής του 10-20 %: οι νησιωτικές περιοχές της Μάλτας και της Κύπρου (και οι δύο μεμονωμένες περιφέρειες σε αυτό το επίπεδο λεπτομέρειας) και η περιφέρεια της πρωτεύουσας της Ουγγαρίας (Közép-Magyarország). Κατά τα λοιπά, το ποσοστό των σπουδαστών που παρακολούθησαν προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης ήταν επίσης χαμηλότερο του 35 % (όπως προκύπτει από την πιο ανοιχτόχρωμη σκίαση στον χάρτη 4) σε επτά περιφέρειες της Ελλάδας και επτά της Ισπανίας, στις υπόλοιπες έξι περιφέρειες της Ουγγαρίας (σε απόλυτη αντίθεση με τις περιφέρειες που περιβάλλουν την Ουγγαρία), καθώς και στην Ουαλία (περιφέρεια επιπέδου NUTS 1 στο Ηνωμένο Βασίλειο), στην Εσθονία και στη Λιθουανία (αμφότερες, μεμονωμένες περιφέρειες σε αυτό το επίπεδο λεπτομέρειας).

«Eυρώπη 2020»: ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης

Ως τριτοβάθμια εκπαίδευση ορίζεται το επίπεδο εκπαίδευσης που παρέχεται από πανεπιστήμια, πανεπιστήμια επαγγελματικής κατάρτισης , τεχνολογικά ιδρύματα και λοιπά ιδρύματα που απονέμουν ακαδημαϊκούς τίτλους ή τίτλους ανώτερης επαγγελματικής κατάρτισης. Χαμηλά επίπεδα αποφοίτησης από την τριτοβάθμια εκπαίδευση μπορούν να αποβούν σε βάρος της ανταγωνιστικότητας και να υπονομεύσουν τις δυνατότητες της ΕΕ για επίτευξη «έξυπνης ανάπτυξης». Είναι πιθανό ότι στο μέλλον, όλο και περισσότερες θέσεις εργασίας θα απαιτούν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη της ΕΕ αντιμετωπίζουν τέσσερις κύριες προκλήσεις: τη διεύρυνση της πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, μέσω της αύξησης της συμμετοχής (ιδίως μεταξύ των μειονεκτουσών ομάδων)· τη μείωση του αριθμού των σπουδαστών που εγκαταλείπουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς να έχουν αποκτήσει τυπικά προσόντα· τη μείωση του χρόνου που χρειάζονται ορισμένα άτομα για να ολοκληρώσουν τις πτυχιακές σπουδές τους· τη βελτίωση της ποιότητας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μέσω κύκλων σπουδών καταλληλότερων για τον κόσμο της εργασίας.

Όπως έχει ήδη σημειωθεί, η στρατηγική «Ευρώπη 2020» έχει έναν βασικό στόχο που αφορά την ολοκλήρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης — με άλλα λόγια, το ποσοστό του πληθυσμού που κατέχει πανεπιστημιακό δίπλωμα ή παρόμοιο τίτλο — ο οποίος προβλέπει ότι τουλάχιστον 40 % των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών θα πρέπει να έχουν ολοκληρώσει τριτοβάθμια ή ισοδύναμη εκπαίδευση έως το 2020.

Το ποσοστό ολοκλήρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ-28 αυξήθηκε σταθερά από 23,6 % το 2002 (την αρχή της σειράς για την ΕΕ-28), με επακόλουθες αυξήσεις κάθε έτος. Το 2014 περίπου το 37,9 % του πληθυσμού ηλικίας 30-34 ετών είχε ολοκληρώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση, ποσοστό που ήταν κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από το αντίστοιχο του 2013. Εάν το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών με ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης εξακολουθήσει να αυξάνεται παράλληλα με την πρόοδο που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια, τότε ο βασικός στόχος της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», δηλαδή 40 %, είναι πιθανό να επιτευχθεί.

ΕΣΤΙΑΣΗ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΕΣ

Inner London (Κεντρικό Λονδίνο), Ηνωμένο Βασίλειο

UKI1 olavs shutterstock 112369760.jpg

Στη βρετανική πρωτεύουσα Inner London καταγράφηκε το υψηλότερο ποσοστό ατόμων ηλικίας 30-34 ετών με ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Λίγο παραπάνω από τα δύο τρίτα του πληθυσμού ηλικίας 30-34 ετών στο Inner London ήταν απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (πτυχίο, μεταπτυχιακό ή διδακτορικό δίπλωμα), ποσοστό περίπου 1,8 φορές υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ-28 (37,9 %).

©: Olavs / Shutterstock.com

To 2014, περίπου το ένα τρίτο (33,6 %) των ανδρών ηλικίας 30-34 ετών στην ΕΕ-28 είχαν ολοκληρώσει επίπεδο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης· αυτό ήταν σημαντικά χαμηλότερο από το ποσοστό για τις γυναίκες της ίδιας ηλικίας, το οποίο ανερχόταν σε 42,3 %. Επιπλέον, το ποσοστό των ανδρών ηλικίας 30-34 ετών με ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αυξήθηκε με βραδύτερο ρυθμό απ’ ό,τι οι αντίστοιχες αυξήσεις για τις γυναίκες και, κατά συνέπεια, η διαφορά μεταξύ των φύλων διευρύνθηκε· Περισσότερες πληροφορίες παρέχονται σε αυτό το άρθρο (στα αγγλικά) που αναλύει τις διαφορές μεταξύ των φύλων για τον συγκεκριμένο στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Πέρα από το ότι ήταν χαμηλότερο για τους άνδρες, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών με ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν επίσης χαμηλότερο σε άλλες μειονεκτούσες ομάδες, όπως τα άτομα που ζουν σε αγροτικές περιοχές (26,9 %) ή τα άτομα που έχουν γεννηθεί εκτός της ΕΕ (33,0 %).

Οι ευκαιρίες απασχόλησης μπορεί να είναι μία από τις διάφορες συνιστώσες της «ελκτικής ισχύος» που έχουν ως αποτέλεσμα τη μετακίνηση υψηλού ποσοστού νέων με υψηλή ειδίκευση προς περιφέρειες πρωτευουσών

Δεδομένου ότι τα περισσότερα άτομα ηλικίας 30-34 ετών θα έχουν ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευσή τους πριν από την ηλικία των 30 ετών, ο δείκτης αυτός μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να αξιολογηθεί η ελκυστικότητα (ή «ελκτική ισχύς») των περιφερειών όσον αφορά τις ευκαιρίες απασχόλησης που προσφέρουν στους πτυχιούχους. Συχνά οι μεγάλοι οργανισμοί επιλέγουν πρωτεύουσες ως τόπο της έδρας τους, είτε για λόγους κύρους, είτε για να επωφελούνται από τις οικονομίες κλίμακας που ενδέχεται να υπάρχουν σε ορισμένες από τις μεγαλύτερες πόλεις της ΕΕ. Δεδομένου ότι στις πρωτεύουσες υπάρχει, γενικά, προσφορά μεγάλου αριθμού και ευρέος φάσματος θέσεων εργασίας, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι σε πολλές περιφέρειες πρωτευουσών της ΕΕ καταγράφηκε υψηλό ποσοστό πληθυσμού ηλικίας 30-34 ετών με ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Πράγματι, πρόκειται για ένα πρότυπο που εμφανίζεται στον χάρτη 5, όπου απεικονίζεται η ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης κατά περιφέρεια του επιπέδου NUTS 2. Εκτός από τις περιφέρειες πρωτευουσών, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών με ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν σχετικά υψηλό και σε ορισμένες περιφέρειες που συνδέονται με την έρευνα και /ή την τεχνολογία (για παράδειγμα, οι περιφέρειες Provincie Vlaams-Brabant και Province Brabant Wallon στο Βέλγιο, Midi-Pyrénées και Rhône-Alpes στη Γαλλία, ή Berkshire, Buckinghamshire and Oxfordshire και North Eastern Scotland στο Ηνωμένο Βασίλειο).

Σχεδόν τα δύο τρίτα των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών που ζουν στο κεντρικό Λονδίνο (Inner London) έχουν ολοκληρώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση

Η πιο σκουρόχρωμη σκίαση στον χάρτη 5 επισημαίνει τις περιφέρειες του επιπέδου NUTS 2 της ΕΕ όπου, το 2014, τουλάχιστον το ήμισυ του πληθυσμού ηλικίας 30-34 ετών είχε ολοκληρώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση. Υπήρχαν ορισμένες περιφέρειες πρωτευουσών όπου τουλάχιστον το ήμισυ του πληθυσμού ηλικίας 30-34 ετών κατείχε τίτλο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης· σε αυτές περιλαμβάνονται οι περιφέρειες: Hovedstaden (Δανία), Southern and Eastern (Ιρλανδία), Île de France (Γαλλία), Noord-Holland (Κάτω Χώρες), Βιέννη (Αυστρία), Mazowieckie (Πολωνία), Bratislavský kraj (Σλοβακία), Helsinki-Uusimaa (Φινλανδία) και Στοκχόλμη (Σουηδία). Ωστόσο, μακράν το υψηλότερο ποσοστό σημειώθηκε στην πρωτεύουσα του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς το 67,3 % των ατόμων που ζουν στη μεγαλύτερη πόλη της ΕΕ — το Inner London — είχαν ολοκληρώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Οι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης προτιμούν επίσης για διαβίωση περιφέρειες με ένταση έρευνας

Το δεύτερο και το τρίτο υψηλότερο ποσοστό ολοκλήρωσης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μεταξύ των περιφερειών του επιπέδου NUTS 2 καταγράφηκαν στις περιφέρειες North Eastern Scotland (Ηνωμένο Βασίλειο) και Midi-Pyrénées (Γαλλία)· και οι δύο αυτές περιφέρειες είχαν ποσοστά μόλις πάνω από 60 %. Αμφότερες αποτελούν, επίσης, παραδείγματα περιφερειών που χαρακτηρίζονται από ένταση έρευνας, στις οποίες συγκεντρώνονται επιχειρήσεις από συναφείς οικονομικές δραστηριότητες προκειμένου να αλληλοενισχύονται από τις συνέργειες και τη γειτνίαση με τους πελάτες και τους ανταγωνιστές, με αποτέλεσμα την ενίσχυση των ειδικοτήτων και την προσέλκυση προσωπικού υψηλής ειδίκευσης σε μια περιφέρεια. Σε αυτά τα δύο παραδείγματα, οι δύο μεγαλύτεροι «παράγοντες έλξης» είναι η βιομηχανία πετρελαίου στα ανοικτά των ακτών της Σκωτίας και η αεροδιαστημική βιομηχανία με επίκεντρο την Τουλούζη. Άλλες δραστηριότητες υψηλής έντασης έρευνας που «ασκούν έλξη» στο ειδικευμένο προσωπικό περιλαμβάνουν τη βιοτεχνολογία, την ιατρική έρευνα, τις τεχνολογίες πληροφορίας και επικοινωνιών ή την κατασκευή εξοπλισμού μεταφορών. Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις στατιστικές περιφερειακής έρευνας και ανάπτυξης (Ε & Α) παρέχονται σε αυτό το άρθρο (στα αγγλικά).

Το ποσοστό αποφοίτησης από την τριτοβάθμια εκπαίδευση έπεσε κάτω από το 20 % (όπως φαίνεται από την πιο ανοιχτόχρωμη σκίαση στον χάρτη 5) στις ανατολικές και νότιες περιοχές της ΕΕ. Οι εν λόγω οκτώ περιφέρειες βασίζονταν, παραδοσιακά, σε δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα, στη βαριά βιομηχανία (για παράδειγμα γεωργία, εξορυκτικές δραστηριότητες ή σιδηρουργία και χαλυβουργία) ή στη γεωργία στο πλαίσιο του οικονομικού τους ιστού. Τέσσερις από τις οκτώ περιφέρειες είναι διάσπαρτες σε όλη τη νότια Ιταλία (Basilicata, Campania, Sardegna και Sicilia), τρεις βρίσκονται στην ανατολική Ρουμανία (Nord-Est, Sud-Est και Sud-Muntenia), ενώ η τελευταία περιφέρεια βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της Τσεχικής Δημοκρατίας (Severozápad)· περισσότερες από τις μισές (17) περιφέρειες της Τουρκίας ανέφεραν επίσης ότι λιγότερο από ένα στα πέντε άτομα ηλικίας 30-34 ετών είχε ολοκληρώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Στις περισσότερες από τις εναπομένουσες περιοχές στα ανατολικά της ΕΕ (εκτός Πολωνίας, Σλοβενίας και Κροατίας) καταγράφηκαν σχετικά χαμηλά ποσοστά αποφοίτησης από την τριτοβάθμια εκπαίδευση — λιγότερο από 30 % — ενώ το πρότυπο αυτό ήταν επίσης εμφανές σε αρκετές περιφέρειες σε όλη την Ιταλία και τη Γερμανία (γεγονός που μπορεί, τουλάχιστον εν μέρει, να αποδοθεί στην ιδιαίτερη έμφαση που δίνεται στην επαγγελματική εκπαίδευση, δεδομένου ότι σε πολλές θέσεις εργασίας δεν απαιτείται δίπλωμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αυτό καθαυτό, αλλά ένα τυπικό επαγγελματικό προσόν).

Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών με τριτοβάθμια εκπαίδευση αυξήθηκε σημαντικά μεταξύ του 2008 και του 2014

Σε όλη την ΕΕ-28, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών με τριτοβάθμια εκπαίδευση αυξήθηκε κατά 6,7 ποσοστιαίες μονάδες, φτάνοντας στο 37,9 % μεταξύ του 2008 και του 2014. Η Φινλανδία ήταν το μόνο κράτος μέλος της ΕΕ που ανέφερε ότι το ποσοστό αποφοίτησης από την τριτοβάθμια εκπαίδευση μειώθηκε κατά την υπό εξέταση περίοδο, με οριακή μείωση κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες σε 45,3 % (ποσοστό που ήταν, εντούτοις, υψηλότερο από τον εθνικό στόχο του 42).

Η μεγαλύτερη αύξηση στην ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μεταξύ του 2008 και του 2014, μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ καταγράφηκε στην Αυστρία (σημειωτέον ότι αυτό οφείλεται, τουλάχιστον εν μέρει, σε διακοπή σειράς), ενώ διψήφια αύξηση καταγράφηκε, επίσης, στα κράτη μέλη της Βαλτικής, στην Ελλάδα, στο Λουξεμβούργο και σε όλα τα κράτη μέλη της Ανατολικής Ευρώπης πλην της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας.

Στον χάρτη 6 παρουσιάζονται πληροφορίες σχετικά με την αλλαγή της ολοκλήρωσης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μεταξύ των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών, με βάση ανάλυση για τις περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 (η πιο σκουρόχρωμη πράσινη σκίαση δείχνει τις περιοχές όπου σημειώθηκαν οι μεγαλύτερες αυξήσεις μεταξύ 2008 και 2014). Υπήρχαν τέσσερις περιφέρειες στις οποίες το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών με τριτοβάθμια εκπαίδευση αυξήθηκε κατά περισσότερο από 20 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2008 και του 2014· τρεις από αυτές βρίσκονται στην Αυστρία (σημειώνεται και εδώ η διακοπή σειράς, που προκύπτει από μεθοδολογικές μεταβολές της ταξινόμησης ISCED), ενώ η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφηκε στην περιφέρεια της πρωτεύουσας της Σλοβακίας Bratislavský kraj (αύξηση κατά 24,5 μονάδες).

Πάνω από τα τέσσερα πέμπτα των περιφερειών στην ΕΕ ανέφεραν ότι το ποσοστό του πληθυσμού τους ηλικίας 30-34 ετών με τριτοβάθμια εκπαίδευση αυξήθηκε μεταξύ του 2008 και του 2014

Η συντριπτική πλειονότητα των περιφερειών στην ΕΕ-28 ακολούθησε παρόμοια πορεία, καθώς το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 30-34 ετών με τριτοβάθμια εκπαίδευση αυξήθηκε σε 222 από τις 263 περιφέρειες του επιπέδου NUTS 2 μεταξύ του 2008 και του 2014 (βλέπε χάρτη 6 για την κάλυψη). Αντιθέτως, το ποσοστό των μόνιμων κατοίκων ηλικίας 30-34 ετών που έχουν ολοκληρώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση μειώθηκε σε 41 περιφέρειες (ενώ δεν υπήρχε αλλαγή στη γερμανική περιφέρεια Detmold στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία). Αυτή η μείωση του ποσοστού των νέων αποφοίτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μπορεί να αντικατοπτρίζει: άτομα που μετακινούνται σε άλλη περιφέρεια προς αναζήτηση εργασίας· νέους που δεν επιστρέφουν στην περιφέρεια καταγωγής τους μετά την αποφοίτηση (αλλά επιλέγουν να εγκατασταθούν σε άλλη περιφέρεια)· ή χαμηλότερα ποσοστά αποφοίτησης.

Εκτός από την ισπανική αυτόνομη πόλη Ceuta, η μείωση της ολοκλήρωσης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν μεγαλύτερη στη βόρεια περιφέρεια της Βουλγαρίας Severen tsentralen, στις περιφέρειες Dresden και Chemnitz της ανατολικής Γερμανίας, στις γαλλικές περιφέρειες Basse-Normandie και Languedoc-Roussillon, στην περιφέρεια Etelä-Suomi της Φινλανδίας και στην περιφέρεια North Yorkshire του Ηνωμένου Βασιλείου· αυτές ήταν οι μόνες περιφέρειες της ΕΕ στις οποίες το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών με τριτοβάθμια εκπαίδευση μειώθηκε κατά περισσότερο από 5 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2008 και του 2014 (όπως φαίνεται από την πιο σκουρόχρωμη κόκκινη σκίαση στον χάρτη 6).

Πηγές και διαθεσιμότητα δεδομένων

Τα στατιστικά στοιχεία για την εκπαίδευση παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τη συμμετοχή στην εκπαίδευση, τη χρηματοδότησή της και το διδακτικό προσωπικό, καθώς και για το μορφωτικό επίπεδο των αποφοίτων. Αυτό το πεδίο παρέχει επίσης πληροφορίες σχετικά με τη μετάβαση από την εκπαίδευση στην εργασία, την επαγγελματική κατάρτιση, τη διά βίου μάθηση και τις γλωσσικές γνώσεις.

Κύριες πηγές

Στατιστικές της UNESCO / του ΟΟΣΑ / της Εurostat (UOE)

Πολλά ευρωπαϊκά στατιστικά στοιχεία για την εκπαίδευση συλλέγονται στο πλαίσιο μιας άσκησης με από κοινού διαχείριση, η οποία περιλαμβάνει το Ινστιτούτο Στατιστικής της (UNESCO-UIS), τον Oργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και την Eurostat· συχνά αναφέρεται ως άσκηση συλλογής στοιχείων UOE. Τα στοιχεία για τις εγγραφές στις περιφέρειες και για την εκμάθηση ξένων γλωσσών συλλέγονται χωριστά από την Eurostat.

Η συλλογή στοιχείων UOE βασίζεται κυρίως σε διοικητικές πηγές που παρέχονται από τα υπουργεία Παιδείας ή τις εθνικές στατιστικές αρχές βάσει κοινώς συμφωνημένων ορισμών. Η στατιστική μονάδα για τις περιφερειακές στατιστικές εκπαίδευσης είναι ο σπουδαστής. Περίοδοι αναφοράς είναι το ημερολογιακό έτος για τα στοιχεία σχετικά με τους αποφοίτους και το σχολείο / το ακαδημαϊκό έτος για όλα τα άλλα μη νομισματικά στοιχεία (για παράδειγμα, τα στοιχεία για την περίοδο του 2013 καλύπτουν το ακαδημαϊκό έτος 2012 /13).

Δεδομένου ότι η δομή των εκπαιδευτικών συστημάτων διαφέρει από χώρα σε χώρα, προϋπόθεση για τη συγκρισιμότητα των στοιχείων είναι η ύπαρξη πλαισίου για τη συγκέντρωση, την επεξεργασία και την παρουσίαση περιφερειακών, εθνικών και διεθνών στατιστικών στοιχείων και δεικτών για την εκπαίδευση. Αυτό προβλέπεται από τη διεθνή πρότυπη ταξινόμηση της εκπαίδευσης (ISCED).

Η διεθνής πρότυπη ταξινόμηση της εκπαίδευσης (ISCED)

Το πλαίσιο της ISCED επικαιροποιείται περιστασιακά ώστε να καλύπτει τις νέες εξελίξεις στα εκπαιδευτικά συστήματα σε παγκόσμιο επίπεδο. Η ISCED 2011 εγκρίθηκε από τη γενική διάσκεψη της UNESCO τον Νοέμβριο του 2011 και αποτελεί τη βάση για τα στατιστικά στοιχεία που παρουσιάζονται στο παρόν άρθρο, παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία για τα έτη αναφοράς πριν από το 2014 είχαν συγκεντρωθεί χρησιμοποιώντας την προηγούμενη έκδοση, ISCED-97.

Στην έκδοση του 2011 της εν λόγω ταξινόμησης έχουν προστεθεί νέες κατηγορίες σε αναγνώριση της επέκτασης της προσχολικής εκπαίδευσης και της αναδιάρθρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Η ΙSCED ταξινομεί όλα τα εκπαιδευτικά προγράμματα και προσόντα ανά επίπεδο:

  • Προσχολική εκπαίδευση / λιγότερο από πρωτοβάθμια εκπαίδευση (επίπεδο 0)·
  • Πρωτοβάθμια εκπαίδευση (επίπεδο 1)·
  • Κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (επίπεδο 2)·
  • Ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (επίπεδο 3)·
  • Μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση μη τριτοβάθμιου επιπέδου (επίπεδο 4)·
  • Τριτοβάθμια εκπαίδευση σύντομης διάρκειας (επίπεδο 5)·
  • Πτυχίο ή ισοδύναμο επίπεδο (επίπεδο 6)·
  • Μεταπτυχιακό ή ισοδύναμο επίπεδο (επίπεδο 7)·
  • Διδακτορικό ή ισοδύναμο επίπεδο (επίπεδο 8).

Πλήρης περιγραφή διατίθεται στον διαδικτυακό τόπο της UNESCO-UIS.

Έρευνα του εργατικού δυναμικού

Τα στοιχεία σχετικά με τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση και σχετικά με την ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που παρουσιάζονται στο παρόν άρθρο, προκύπτουν από την έρευνα του εργατικού δυναμικού της ΕΕ (ΕΕΔ).

Η ΕΕΔ βασίζεται σε έρευνα των ατόμων που ζουν σε ιδιωτικά νοικοκυριά. Καλύπτει το σύνολο του πληθυσμού που έχει συνήθη διαμονή στα κράτη μέλη της ΕΕ, εκτός από τα πρόσωπα που ζουν σε συλλογικά νοικοκυριά ή σε ιδρύματα. Τα στοιχεία της ΕΕΔ που αφορούν την εκπαίδευση επικαιροποιούνται δύο φορές το χρόνο, την άνοιξη (συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων για ένα νέο έτος αναφοράς) και το φθινόπωρο.

Σημειώνεται ότι μέχρι και το έτος αναφοράς 2013 τα στοιχεία αυτά ταξινομούνται κατά ISCED-97, ενώ τα στοιχεία από το 2014 και μετά ταξινομούνται κατά ΙSCED 2011. Ο δείκτης για τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση έχει συνεπώς μια διακοπή σειράς, επειδή έως το 2013 αναφέρεται στα επίπεδα 0-3Γ της ISCED-97 και για το έτος αναφοράς 2014 αναφέρεται στα επίπεδα 0-2 της ISCED 2011. Στο ίδιο πνεύμα, ο δείκτης για την ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει μια διακοπή σειράς, επειδή έως το 2013 αναφέρεται στα επίπεδα 5-6 της ISCED-97 και για το έτος αναφοράς 2014 αναφέρεται στα επίπεδα 5-8 της ISCED 2011.

Ορισμοί των δεικτών

Οι στατιστικές σχετικά με το ποσοστό των τετράχρονων παιδιών που είναι εγγεγραμμένα στην προσχολική και πρωτοβάθμια εκπαίδευση (επίπεδα 0-1 της ISCED 2011) καλύπτουν τα ιδρύματα που παρέχουν φροντίδα εκπαιδευτικού περιεχομένου σε μικρά παιδιά· τα εν λόγω ιδρύματα πρέπει να διαθέτουν προσωπικό με ειδικά προσόντα στον τομέα της εκπαίδευσης. Σημειωτέον ότι το ποσοστό αυτό υπολογίζεται με βάση τα στοιχεία από δύο διαφορετικές πηγές (εκπαιδευτικές και δημογραφικές στατιστικές) και ότι ορισμένοι μαθητές που είναι εγγεγραμμένοι σε εκπαιδευτικά ιδρύματα ενδέχεται να μην είναι εγγεγραμμένοι ως κάτοικοι στα δημογραφικά στοιχεία (και επομένως, τα ποσοστά με τον τρόπο αυτό μπορεί να υπερβαίνουν το 100 %).

Τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση είναι ένας δείκτης που ορίζεται ως το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 18-24 ετών τα οποία έχουν ολοκληρώσει το πολύ την κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (επίπεδα 0, 1, 2 ή 3γ short της ISCED-97 για την περίοδο έως και το 2013, και επίπεδα 0-2 της ISCED 2011 για το 2014), και τα οποία δεν συμμετείχαν σε περαιτέρω εκπαίδευση και κατάρτιση (κατά τη διάρκεια των τεσσάρων εβδομάδων πριν από την έρευνα). Ο δείκτης αυτός είναι στόχος της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», δηλαδή να μειωθεί το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση στην ΕΕ σε ποσοστό κάτων του 10 %.

Η επαγγελματική εκπαίδευση έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε οι σπουδαστές να αποκτούν τις γνώσεις, τις δεξιότητες και τις ικανότητες που αφορούν ειδικά ένα συγκεκριμένο επάγγελμα ή εργασία τεχνικού χαρακτήρα. Η επαγγελματική εκπαίδευση μπορεί να έχει συνιστώσες με βάση την εργασία (π.χ. μαθητεία ή εκπαιδευτικά προγράμματα διττού συστήματος). Ο δείκτης που παρουσιάζεται στο παρόν άρθρο δείχνει το ποσοστό των σπουδαστών που παρακολουθούν προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης μεταξύ του συνολικού αριθμού των εγγεγραμμένων σπουδαστών στην ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (όπως ορίζεται από το επίπεδο 3 της ISCED 2011).

Ο δείκτης της ολοκλήρωσης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ορίζεται ως το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 30-34 ετών που έχουν ολοκληρώσει επιτυχώς σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (π.χ. σε πανεπιστήμιο ή ανώτερο τεχνολογικό ίδρυμα). Η ηλικιακή ομάδα 30-34 ετών χρησιμοποιείται επειδή αναφέρεται γενικά στην πρώτη πενταετία κατά την οποία οι περισσότεροι φοιτητές έχουν ήδη ολοκληρώσει τις σπουδές τους. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση αναφέρεται στα επίπεδα 5-6 της ISCED 1997 για τα δεδομένα μέχρι το 2013 και στα επίπεδα 5-8 της ISCED 2011 για το 2014. Ο δείκτης αυτός αποτελεί στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», δηλαδή να εξασφαλιστεί ότι, έως το 2020, τουλάχιστον το 40 % των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών έχουν ολοκληρώσει σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Πλαίσιο

Η εκπαίδευση και η κατάρτιση είναι καίριας σημασίας για την οικονομική και κοινωνική πρόοδο και στο πλαίσιο αυτό, η ευθυγράμμιση των δεξιοτήτων με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας παίζει καθοριστικό ρόλο. Αυτό το γεγονός γίνεται όλο και πιο σημαντικό σε μια παγκοσμιοποιημένη και βασιζόμενη στη γνώση οικονομία, όπου υπάρχει ανάγκη για ειδικευμένο εργατικό δυναμικό, ανταγωνιστικό από την άποψη της παραγωγικότητας, της ποιότητας και της καινοτομίας.

Κάθε κράτος μέλος της ΕΕ είναι κατά κύριο λόγο αρμόδιο για τα δικά του συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης και για το περιεχόμενο των προγραμμάτων διδασκαλίας του (προγράμματα σπουδών). Η ΕΕ στηρίζει τις εθνικές δράσεις και βοηθά τα κράτη μέλη να αντιμετωπίζουν τις κοινές προκλήσεις μέσω της λεγόμενης «ανοικτής μεθόδου συντονισμού»: παρέχει ένα φόρουμ πολιτικής για τη συζήτηση θεμάτων επικαιρότητας (για παράδειγμα, η γήρανση του πληθυσμού, το έλλειμμα δεξιοτήτων ή ο παγκόσμιος ανταγωνισμός) και δίνει στα κράτη μέλη την ευκαιρία να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές.

Eκπαίδευση και κατάρτιση 2020 (EΚ 2020)

Το στρατηγικό πλαίσιο για την ευρωπαϊκή συνεργασία στην εκπαίδευση και την κατάρτιση (γνωστό ως ΕΚ 2020) διαμόρφωσε μια δέσμη συμπερασμάτων του Συμβουλίου (2009/C 119/02) που εγκρίθηκε τον Μάιο του 2009. Ορίζει τέσσερις στρατηγικούς στόχους για την εκπαίδευση και την κατάρτιση στην ΕΕ: πραγματική υλοποίηση της διά βίου μάθησης και της κινητικότητας· βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης και της κατάρτισης· προαγωγή της ισοτιμίας, της κοινωνικής συνοχής και της ενεργού συμμετοχής στα κοινά· και ενίσχυση της καινοτομίας και της δημιουργικότητας (συμπεριλαμβανομένου του επιχειρηματικού πνεύματος) σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης και κατάρτισης. Για την επίτευξη των εν λόγω στόχων, το ΕΚ 2020 ορίζει σειρά κριτηρίων αναφοράς που υπόκεινται σε τακτική στατιστική παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων στόχων που πρέπει να επιτευχθούν έως το 2020:

  • τουλάχιστον το 95 % των παιδιών από την ηλικία των τεσσάρων ετών έως την ηλικία έναρξης της υποχρεωτικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης θα πρέπει να συμμετέχουν σε προσχολική εκπαίδευση·
  • το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 15 ετών με ανεπάρκειες στην ανάγνωση, στα μαθηματικά και στις θετικές επιστήμες θα πρέπει να είναι μικρότερο από 15 %·
  • το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης θα πρέπει να είναι μικρότερο από 10 %·
  • το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών που έχουν ολοκληρώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 40 %·
  • κατά μέσον όρο, τουλάχιστον το 15 % των ενηλίκων ηλικίας 25-64 ετών θα πρέπει να συμμετέχουν σε διά βίου μάθηση·
  • κατά μέσον όρο, το 20 % τουλάχιστον των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης θα πρέπει να έχει πραγματοποιήσει μια περίοδο σπουδών ή κατάρτισης σχετικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση (συμπεριλαμβανομένης της πρακτικής άσκησης) στο εξωτερικό, η οποία θα πρέπει να αντιπροσωπεύει τουλάχιστον 15 μονάδες του Ευρωπαϊκού συστήματος μεταφοράς και συσσώρευσης ακαδημαϊκών μονάδων (ECTS) ή να είχε διάρκεια τριών τουλάχιστον μηνών·
  • κατά μέσον όρο, το 6 % τουλάχιστον των ατόμων ηλικίας 18-34 ετών με τίτλο αρχικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης θα πρέπει να έχει πραγματοποιήσει μια περίοδο σπουδών ή κατάρτισης σχετικά με την αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΕΕΚ) (συμπεριλαμβανομένης της πρακτικής άσκησης) στο εξωτερικό, η οποία θα πρέπει να είχε διάρκεια δύο τουλάχιστον εβδομάδων·
  • το ποσοστό των αποφοίτων (20-34 ετών) που βρίσκονται εκτός εκπαίδευσης και κατάρτισης για διάστημα όχι μεγαλύτερο των τριών ετών πριν από το έτος αναφοράς, οι οποίοι εργάζονται, θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 82 %.

Βλέπε επίσης

Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat

Οπτικοποίηση δεδομένων

Εκδόσεις

Βασικοί πίνακες

Περιφερειακές στατιστικές εκπαίδευσης (t_reg_educ)

Εκπαίδευση (t_educ)
Περιφέρεια της ΕΕ (t_educ_regio)
Μορφωτικό επίπεδο, αποτελέσματα και απόδοση της εκπαίδευσης (t_edat)
Ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ηλικιακή ομάδα 30-34 ετών ανά φύλο και περιφέρειες NUTS 1 (tgs00105)
Ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ηλικιακή ομάδα 25-64 ετών ανά φύλο και περιφέρειες NUTS 2 (tgs00109)
Άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση (tsdsc410)

Άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση ανά φύλο και περιφέρειες NUTS 1 (tgs00106)

Βάση δεδομένων

Περιφερειακές στατιστικές εκπαίδευσης (reg_educ)
Εκπαίδευση (educ)
Περιφέρεια της ΕΕ (educ_regio)
Μορφωτικό επίπεδο και αποτελέσματα της εκπαίδευσης (edat)
Ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης: κύριοι δείκτες (edatm)
Πληθυσμός ανά μορφωτικό επίπεδο — περιφερειακά δεδομένα (edatm2)

Ειδική ενότητα

Μεθοδολογία / Μεταδεδομένα

Πηγή δεδομένων για γραφήματα, πίνακες και χάρτες (MS Excel)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι