Statistics Explained

Archive:Παραγωγή και εισαγωγές ενέργειας

Revision as of 14:37, 27 August 2013 by Debusmc (talk | contribs)
Δεδομένα από του Αυγούστου 2012. Πιο πρόσφατα δεδομένα: Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat, Βασικοί πίνακες και Βάση δεδομένων.
Πίνακας 1: Παραγωγή ενέργειας, 2000 και 2010
(εκατομμύρια τόνοι ισοδύναμου πετρελαίου) - Πηγή: Eurostat (ten00076), (ten00080), (ten00077), (ten00079), (ten00078) και (ten00081)
Σχήμα 1: Παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας, EΕ-27, 2010
(% του συνόλου, με βάση τόνους ισοδύναμου πετρελαίου) - Πηγή: Eurostat (ten00080), (ten00077), (ten00079), (ten00078), (ten00081) και (ten00082)
Σχήμα 2: Εξέλιξη της παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας
(ανά είδος καυσίμου), EΕ-27, 2000-2010
(2000=100, με βάση τόνους ισοδύναμου πετρελαίου) - Πηγή: Eurostat (ten00076), (ten00081), (ten00080), (ten00079), (ten00078) και (ten00077)
Πίνακας 2: Καθαρές εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας, 2002-2010 - Πηγή: Eurostat (nrg_100a) και (tps00001)
Πίνακας 3: Κύρια προέλευση των εισαγωγών πρωτογενούς ενέργειας, EΕ-27, 2002-2010
(% των εισαγωγών εκτός της EΕ-27) - Πηγή: Eurostat (nrg_122a), (nrg_123a) και (nrg_124a)
Πίνακας 4: Ποσοστό ενεργειακής εξάρτησης, EΕ-27, 2000-2010
(% των καθαρών εισαγωγών σε ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση ενέργειας και σε δεξαμενές αποθήκευσης, με βάση τόνους ισοδύναμου πετρελαίου) - Πηγή: Eurostat (nrg_100a), (nrg_101a), (nrg_102a) και (nrg_103a)
Σχήμα 3: Ποσοστό ενεργειακής εξάρτησης – όλα τα προϊόντα, 2010
(% των καθαρών εισαγωγών σε ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση ενέργειας και σε δεξαμενές αποθήκευσης, με βάση τόνους ισοδύναμου πετρελαίου) - Πηγή: Eurostat (tsdcc310) και (nrg_100a)

Η εξάρτηση της Eυρωπαϊκής Ένωσης (EΕ) από τις εισαγωγές ενέργειας, ιδίως πετρελαίου και πιο πρόσφατα φυσικού αερίου, διαμορφώνει ένα πλαίσιο με πολιτικές ανησυχίες όσον αφορά την ασφάλεια τoυ ενεργειακού εφοδιασμού. Tο παρόν άρθρο εξετάζει την παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας στην ΕΕ και, λόγω της απόκλισης μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, την αυξανόμενη εξάρτηση της ΕΕ από τις εισαγωγές ενέργειας από τρίτες χώρες. Πράγματι, το 2010 περισσότερο από το ήμισυ (54,1 %) της ακαθάριστης εσωτερικής κατανάλωσης ενέργειας της ΕΕ-27 προερχόταν από εισαγόμενες πηγές.

Κύρια στατιστικά στοιχεία

Πρωτογενής παραγωγή

Η παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας στην EΕ-27 ανήλθε συνολικά σε 830,9 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου πετρελαίου (τιπ) το 2010. Ήταν η πρώτη ανάκαμψη της παραγωγής από το 2001, με αύξηση του όγκου της πρωτογενούς ενέργειας κατά 17,2 εκατομμύρια τιπ σε σύγκριση με το 2009. Σε πιο μακροπρόθεσμο πλαίσιο, η παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας στην ΕΕ-27 ήταν κατά 109,7 εκατομμύρια τιπ χαμηλότερη το 2010 απ’ ό,τι μια δεκαετία νωρίτερα. Η γενικά καθοδική τάση παραγωγής της EΕ-27 μπορεί, τουλάχιστον εν μέρει, να αποδοθεί στο γεγονός ότι οι προμήθειες πρώτων υλών εξαντλήθηκαν και/ή οι παραγωγοί έκριναν την εκμετάλλευση των περιορισμένων πόρων μη επικερδή.

Tο υψηλότερο επίπεδο παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας μεταξύ των κρατών μελών σημειώθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, με μερίδιο 17,8 % επί του συνόλου της ΕΕ-27• πρόκειται για σημαντική μείωση σε σύγκριση με μια δεκαετία νωρίτερα (28,7 % επί του συνόλου της EΕ-27 το 2000). Κατά τα άλλα, οι μεγαλύτεροι παραγωγοί πρωτογενούς ενέργειας ήταν η Γαλλία (16,2 %) και η Γερμανία (15,8 %), ενώ ακολούθησαν οι Κάτω Χώρες (8,4 %) και η Πολωνία (8,1 %) – βλ. πίνακα 1. Το Ηνωμένο Βασίλειο είχε με διαφορά τη μεγαλύτερη μείωση παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας, με την παραγωγή να μειώνεται κατά 122,2 εκατομμύρια τιπ την περίοδο 2000 – 2010• η επόμενη μεγαλύτερη μείωση καταγράφηκε στην Πολωνία (11,9 εκατομμύρια τιπ). Οι μεγαλύτερες επεκτάσεις στην παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας την τελευταία δεκαετία, έως το 2010, καταγράφηκαν στις Κάτω Χώρες (12,4 εκατ. τιπ), στη Γαλλία (5,0 εκατ. τιπ) και στη Σουηδία (3,1 εκατ. τιπ).

Η παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας στην EΕ-27 το 2010 κάλυπτε ένα φάσμα διαφορετικών ενεργειακών πηγών, σημαντικότερη από τις οποίες ήταν η πυρηνική ενέργεια (28,5 % του συνόλου)• η σημασία των πυρηνικών καυσίμων ήταν ιδιαίτερα υψηλή στο Βέλγιο, στη Γαλλία και στη Σλοβακία – όπου αντιπροσώπευαν πάνω από το ήμισυ της εθνικής παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας. Περίπου το ένα πέμπτο της συνολικής παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας της EΕ-27 προερχόταν από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (20,1 %), στερεά καύσιμα (19,6 %, κυρίως άνθρακα) και φυσικό αέριο (18,8 %), ενώ η υπόλοιπη παραγωγή προερχόταν από το αργό πετρέλαιο (11,7 %) (βλ. σχήμα 1). Το 2010 η παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην EΕ-27 υπερέβη για πρώτη φορά την παραγωγή από φυσικό αέριο και στερεά καύσιμα, έχοντας ήδη υπερβεί την παραγωγή από αργό πετρέλαιο το 2006.

Η αύξηση της πρωτογενούς παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας υπερέβη την αύξηση όλων των άλλων μορφών ενέργειας, σημειώνοντας ισχυρότατη αύξηση από το 2002 και μετά (βλ. σχήμα 2). Πράγματι, φαίνεται ότι αυτή η ημερομηνία ήταν το σημείο καμπής, καθώς η παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας επιταχύνθηκε, σημειώνοντας αύξηση κατά 70,9 % από το 2002 έως το 2010. Αντιθέτως, τα επίπεδα παραγωγής για τις άλλες πηγές πρωτογενούς ενέργειας γενικά μειώθηκαν από το 2000 έως το 2010. Οι μεγαλύτερες μειώσεις της παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας που καταγράφηκαν αφορούσαν το αργό πετρέλαιο (-43,6 %), το φυσικό αέριο (-24,9 %) και τα στερεά καύσιμα (-23,5 %), ενώ η μείωση της πυρηνικής ενέργειας ήταν μικρότερη, με 3,0 %.

Εισαγωγές

Η μείωση της πρωτογενούς παραγωγής λιθάνθρακα, λιγνίτη, αργού πετρελαίου, φυσικού αερίου και, πιο πρόσφατα, πυρηνικής ενέργειας, οδήγησε την ΕΕ σε ολοένα μεγαλύτερη εξάρτηση από τις εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας για να ικανοποιηθεί η ζήτηση. Οι εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας της EΕ-27 υπερέβαιναν τις εξαγωγές κατά περίπου 952,3 εκατομμύρια τιπ το 2010. Οι μεγαλύτεροι καθαροί εισαγωγείς πρωτογενούς ενέργειας ήταν, γενικά, τα πολυπληθέστερα κράτη μέλη, εξαιρουμένων του Ηνωμένου Βασιλείου και της Πολωνίας (που εξακολουθούν να διαθέτουν εγχώρια αποθέματα πετρελαίου/φυσικού αερίου και άνθρακα). Από το 2004, το μόνο κράτος μέλος της ΕΕ που είναι καθαρός εξαγωγέας πρωτογενούς ενέργειας ήταν η Δανία (βλ. πίνακα 2).

Η καταγωγή των εισαγωγών ενέργειας της EΕ-27 άλλαξε σε έναν βαθμό τα τελευταία χρόνια, καθώς η Ρωσία διατήρησε τη θέση της ως κύριου προμηθευτή αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου και εμφανίστηκε ως ο μεγαλύτερος προμηθευτής λιθάνθρακα (βλ. πίνακα 3). Το 2010 περίπου το 34,5 % των εισαγωγών αργού πετρελαίου της EΕ-27 προέρχονταν από τη Ρωσία• ήταν το μεγαλύτερο μερίδιο που έχει καταγραφεί μεταξύ του 2002 και του 2010, με προσωρινή μείωση σε 31,4 % το 2008. Η Ρωσία έγινε ο κύριος προμηθευτής λιθάνθρακα το 2006, ξεπερνώντας τη Νότια Αφρική, αφού είχε ήδη ξεπεράσει την Αυστραλία το 2004 και την Κολομβία το 2002• το ποσοστό της Ρωσίας επί των εισαγωγών λιθάνθρακα της EΕ-27 αυξήθηκε από 13,1 % το 2002 σε 30,2 % το 2009, πριν μειωθεί ελαφρά το 2010 σε 27,1 %. Παρά τη μείωση αυτή, η Ρωσία παρέμεινε η πρωταρχική πηγή εισαγωγών λιθάνθρακα στην EΕ το 2010 και το μερίδιό της απείχε πολύ από το δεύτερο μεγαλύτερο μερίδιο, το οποίο κατείχε η Κολομβία (20,2 %). Αντιθέτως, το ποσοστό των εισαγωγών φυσικού αερίου από τη Ρωσία στην ΕΕ-27 μειώθηκε από 45,1 % σε 31,8 % μεταξύ 2003 και 2010, ενώ το ποσοστό του Κατάρ αυξήθηκε από λιγότερο του 1 % σε 8,6 %.

Η ασφάλεια του εφοδιασμού της ΕΕ σε πρωτογενή ενέργεια είναι δυνατό να απειληθεί αν υψηλό ποσοστό εισαγωγών προέρχεται από σχετικά μικρό αριθμό εταίρων. Σχεδόν τα τρία τέταρτα (74,4 %) των εισαγωγών φυσικού αερίου της ΕΕ-27 προέρχονταν από τη Ρωσία, τη Νορβηγία ή την Αλγερία – με μια διαφοροποίηση των εισαγωγών το 2009, όταν οι ίδιες τρεις χώρες αντιπροσώπευαν το 79,2 % των εισαγωγών φυσικού αερίου. Μια παρόμοια ανάλυση δείχνει ότι το 58,5 % των εισαγωγών αργού πετρελαίου της ΕΕ-27 προερχόταν από τη Ρωσία, τη Νορβηγία και τη Λιβύη, ενώ το 64,3 % των εισαγωγών λιθάνθρακα προερχόταν από τη Ρωσία, την Κολομβία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρόλο που οι όγκοι των εισαγωγών από άλλες χώρες παραμένουν σχετικά χαμηλοί, υπήρξαν κάποιες ενδείξεις για την εμφάνιση νέων χωρών-εταίρων την περίοδο από το 2002 έως το 2010. Αυτό συνέβη ιδίως στην περίπτωση των εισαγωγών αργού πετρελαίου από το Καζαχστάν και το Αζερμπαϊτζάν, ή των εισαγωγών φυσικού αερίου από το Κατάρ και τη Λιβύη.

Η εξάρτηση της EΕ-27 από τις εισαγωγές ενέργειας αυξήθηκε, από λιγότερο του 40 % της ακαθάριστης κατανάλωσης ενέργειας στη δεκαετία του ’80, σε 54,1 % το 2010 (βλ. πίνακα 4). Το τελευταίο αυτό ποσοστό συνιστούσε μια δεύτερη ελαφρά μείωση του ποσοστού εξάρτησης που είχε φτάσει σε 56,3 % το 2008. Tα υψηλότερα ποσοστά ενεργειακής εξάρτησης το 2010 καταγράφηκαν για το αργό πετρέλαιο (85,2 %) και για το φυσικό αέριο (62,4 %). Η αύξηση, την τελευταία δεκαετία (μεταξύ 2000 και 2010), της εξάρτησης από τρίτες χώρες για την προμήθεια στερεών καυσίμων (29,2 %) και φυσικού αερίου (27,6 %) αυξήθηκε με ταχύτερο ρυθμό απ’ ό,τι η εξάρτηση για το αργό πετρέλαιο (12,7 %), που ήταν ήδη υψηλή. Από το 2003, οι καθαρές εισαγωγές ενέργειας της ΕΕ-27 είναι μεγαλύτερες από την πρωτογενή της παραγωγή• με άλλα λόγια, περισσότερο από το ήμισυ της ακαθάριστης εσωτερικής κατανάλωσης ενέργειας στην EΕ-27 προέρχεται από καθαρές εισαγωγές.

Δεδομένου ότι η Δανία ήταν καθαρός εξαγωγέας, ήταν το μόνο κράτος μέλος της EΕ-27 που το 2010 είχε αρνητικό ποσοστό εξάρτησης (βλ. σχήμα 3). Μεταξύ των λοιπών κρατών μελών, τα χαμηλότερα ποσοστά εξάρτησης καταγράφηκαν στη Ρουμανία, την Εσθονία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Τσεχική Δημοκρατία (οι μόνες χώρες που κοινοποίησαν ποσοστά εξάρτησης χαμηλότερα του 30 %)• το ίδιο διάστημα η Κύπρος, η Μάλτα και το Λουξεμβούργο είχαν (σχεδόν) απόλυτη εξάρτηση από εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας.

Πηγές και διαθεσιμότητα στοιχείων

Τα ενεργειακά βασικά προϊόντα που λαμβάνονται απευθείας από φυσικές πηγές καλούνται πηγές πρωτογενούς ενέργειας, ενώ τα ενεργειακά βασικά προϊόντα που παράγονται από πηγές πρωτογενούς ενέργειας σε υποσταθμούς μετασχηματισμού καλούνται παράγωγα προϊόντα. Η παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας καλύπτει την εθνική παραγωγή των πηγών πρωτογενούς ενέργειας και πραγματοποιείται με την εκμετάλλευση φυσικών πόρων, π.χ. σε ανθρακωρυχεία, κοιτάσματα αργού πετρελαίου, υδροηλεκτρικά εργοστάσια ή με την παρασκευή βιοκαυσίμων. Σε περίπτωση που η κατανάλωση υπερβαίνει την πρωτογενή παραγωγή, το κενό πρέπει να καλύπτεται μέσω εισαγωγών πρωτογενών ή παράγωγων προϊόντων.

Η θερμότητα που παράγεται σε αντιδραστήρες λόγω πυρηνικής σχάσης θεωρείται πρωτογενής παραγωγή πυρηνικής θερμότητας η οποία, εναλλακτικά, καλείται πυρηνική ενέργεια. Η εν λόγω ενέργεια υπολογίζεται είτε με βάση την πραγματική παραγόμενη θερμότητα, είτε με βάση τη δηλωμένη ακαθάριστη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και τη θερμική απόδοση του πυρηνικού σταθμού. Η πρωτογενής παραγωγή άνθρακα και λιγνίτη συνίσταται στις ποσότητες καυσίμων που εξορύσσονται ή παράγονται, υπολογιζόμενη μετά τις ενδεχόμενες εργασίες απομάκρυνσης αδρανούς υλικού.

Η μετατροπή της ενέργειας από μία μορφή σε μία άλλη, όπως η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος ή θερμότητας από θερμοηλεκτρικά εργοστάσια, ή η παραγωγή οπτάνθρακα από εγκαταστάσεις οπτανθρακοποίησης δεν θεωρείται πρωτογενής παραγωγή.

Οι καθαρές εισαγωγές υπολογίζονται αφαιρώντας από την ποσότητα των εισαγωγών την ισοδύναμη ποσότητα των εξαγωγών. Οι εισαγωγές αντιπροσωπεύουν το σύνολο της ενέργειας που εισέρχεται σε εθνικό έδαφος μείον τις ποσότητες που διαμετακομίζονται (ιδίως μέσω αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαίου)• ομοίως, οι εξαγωγές καλύπτουν όλες τις ποσότητες που εξάγονται από το εθνικό έδαφος.

Πλαίσιο

Περισσότερο από το ήμισυ της ενέργειας της EΕ-27 προέρχεται από χώρες εκτός ΕΕ – και το ποσοστό αυτό γενικά σημειώνει αύξηση την τελευταία δεκαετία. Μεγάλο μέρος αυτής της ενέργειας προέρχεται από τη Ρωσία, οι διαφορές της οποίας με τις χώρες διαμετακόμισης έχουν θέσει σε κίνδυνο τον εφοδιασμό τα τελευταία χρόνια – για παράδειγμα, στο διάστημα από 6 έως 20 Ιανουαρίου 2009 η ροή φυσικού αερίου από τη Ρωσία μέσω Ουκρανίας διακόπηκε.

Η Eυρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε τη second strategic energy review (στα αγγλικά) τον Νοέμβριο του 2008. Στην επισκόπηση αναφέρονταν τρόποι μείωσης της εξάρτησης της ΕΕ από τις εισαγωγές ενέργειας, ώστε να βελτιωθεί η ασφάλεια του εφοδιασμού της και να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Στο ίδιο έγγραφο υπήρχαν προτροπές για ενεργειακή αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών, προτάσεις για ένα σχέδιο δράσης με στόχο την ασφάλεια του βιώσιμου ενεργειακού εφοδιασμού, καθώς επίσης και μια δέσμη προτάσεων για την ενεργειακή απόδοση με στόχο την εξοικονόμηση ενέργειας σε βασικούς τομείς όπως κτίρια και προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια.

Μετά τη ρωσο-ουκρανική κρίση φυσικού αερίου τον Ιανουάριο του 2009, το νομοθετικό πλαίσιο για την ασφάλεια του εφοδιασμού επανεξετάστηκε και το Σεπτέμβριο του 2009 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσε την οδηγία 2009/119/EΚ η οποία επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να διατηρούν ένα ελάχιστο επίπεδο αποθεμάτων αργού πετρελαίου και/ή προϊόντων πετρελαίου. Αυτά τα μέτρα για τις αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου σχεδιάστηκαν με σκοπό να εξασφαλίζεται ότι όλα τα μέρη λαμβάνουν αποτελεσματικά μέτρα πρόληψης και μετριασμού των επιπτώσεων από τις δυνητικές διαταραχές του εφοδιασμού, ενώ παράλληλα θεσπίζονται μηχανισμοί συνεργασίας των κρατών μελών για την αποτελεσματική αντιμετώπιση ενδεχόμενων σοβαρών διαταραχών στον εφοδιασμό πετρελαίου ή φυσικού αερίου που είναι δυνατόν να προκύψουν• δημιουργήθηκε ένας μηχανισμός συντονισμού προκειμένου τα κράτη μέλη να μπορούν να αντιδράσουν ενιαία και άμεσα σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης.

Ένα ευρύ φάσμα ενεργειακών πηγών και μια ποικιλία προμηθευτών, οδών μεταφοράς και μηχανισμών μεταφοράς μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο για την εξασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού. Η οικοδόμηση αξιόπιστων εταιρικών σχέσεων με τις χώρες εφοδιασμού, διαμετακόμισης και κατανάλωσης θεωρείται ως ένας τρόπος περιορισμού των κινδύνων που συνδέονται με την ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ και, τον Σεπτέμβριο του 2011, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο ««Η ενεργειακή πολιτική της ΕΕ: η συνεργασία με τους πέραν των συνόρων μας εταίρους» (COM(2011) 539 τελικό).

Τον Νοέμβριο του 2010 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε μια πρωτοβουλία με τίτλο «Ενέργεια 2020 - Μια στρατηγική για ανταγωνιστική, αειφόρο και ασφαλή ενέργεια» (COM(2010) 639 τελικό). Αυτή η στρατηγική καθορίζει τις ενεργειακές προτεραιότητες για μια δεκαετία και ορίζει τις δράσεις που θα αναληφθούν προκειμένου να αντιμετωπιστεί μια δέσμη διαφορετικών προκλήσεων, μεταξύ άλλων να επιτευχθεί μια αγορά με ανταγωνιστικές τιμές και ασφαλή εφοδιασμό, να δοθεί ώθηση στο τεχνολογικό προβάδισμα και να πραγματοποιηθούν αποτελεσματικές διαπραγματεύσεις με τους διεθνείς εταίρους.

Tον ίδιο μήνα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε πρωτοβουλία με τίτλο «Προτεραιότητες για την ενεργειακή υποδομή για το 2020 και μετέπειτα - Προσχέδιο για ενοποιημένο ευρωπαϊκό ενεργειακό δίκτυο» (COM(2010) 677 τελικό). Σε αυτήν καθορίζονται διάδρομοι προτεραιότητας της ΕΕ για τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου και πετρελαίου. Προτείνεται επίσης μια «εργαλειοθήκη» για να επιταχυνθεί η υλοποίηση των εν λόγω υποδομών προτεραιότητας.

Υπάρχουν ορισμένες πρωτοβουλίες υπό εξέλιξη με σκοπό την ανάπτυξη αγωγών φυσικού αερίου μεταξύ της Ευρώπης και των γειτονικών χωρών στην ανατολή και στο νότο. Σε αυτές συγκαταλέγονται ο αγωγός Nord Stream (μεταξύ Ρωσίας και ΕΕ μέσω της Βαλτικής Θάλασσας) που τέθηκε σε λειτουργία τον Νοέμβριο του 2011, ο αγωγός south stream (μεταξύ Ρωσίας και ΕΕ μέσω του Εύξεινου Πόντου) που αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2015 και ο αγωγός Nabucco (συνδέει την περιοχή της Κασπίας και τη Μέση Ανατολή με την ΕΕ) που αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το 2017.

Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat

Εκδόσεις

Βασικοί πίνακες

Στατιστικές για την ενέργεια - ποσότητες (t_nrg_quant)
Συνολική ποσότητα πρωτογενούς ενέργειας (ten00076)
Πρωτογενής παραγωγή άνθρακα και λιγνίτη (ten00077)
Πρωτογενής παραγωγή αργού πετρελαίου (ten00078)
Πρωτογενής παραγωγή φυσικού αερίου (ten00079)
Πρωτογενής παραγωγή πυρηνικής ενέργειας (ten00080)
Πρωτογενής παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας (ten00081)
Πρωτογενής παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας: από βιομάζα, υδροηλεκτρική ενέργεια, γεωθερμική ενέργεια, αιολική και ηλιακή ενέργεια (ten00082)
Καθαρές εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας (ten00083)
Καθαρές εισαγωγές αργού πετρελαίου και πετρελαιοειδών (ten00084)
Καθαρές εισαγωγές φυσικού αερίου (ten00085)
Καθαρές εισαγωγές σε ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας (ten00086)
Ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση ενέργειας, ανά καύσιμο (tsdcc320)
Συνολική ακαθάριστη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας (ten00087)
Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ανά προέλευση: λιθάνθρακας (ten00088)
Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ανά προέλευση: πετρελαιοειδή (ten00089)
Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ανά προέλευση: φυσικό αέριο (ten00090)
Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ανά προέλευση: πυρηνική ενέργεια (ten00091)
Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ανά προέλευση: υδροηλεκτρική ενέργεια (ten00092)
Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ανά προέλευση: αιολική ενέργεια (ten00093)
Eνεργειακή εξάρτηση (tsdcc310)
Συνδυασμένη παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας (tsien030)
Μερίδιο των βιοκαυσίμων στην κατανάλωση καυσίμου των μεταφορών (tsdcc340)

Βάση δεδομένων

Στατιστικές για την ενέργεια - ποσότητες (nrg_quant)
Στατιστικές για την ενέργεια – εφοδιασμός, μετατροπή, κατανάλωση (nrg_10)
Στατιστικές για την ενέργεια - εισαγωγές (ανά χώρα καταγωγής) (nrg_12)
Στατιστικές για την ενέργεια - εξαγωγές (ανά χώρα προορισμού) (nrg_13)

Μεθοδολογία / Μεταδεδομένα

Πηγή δεδομένων για σχήματα, πίνακες και χάρτες (MS Excel)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Βλέπε επίσης