Statistics Explained

Archive:Στατιστικά στοιχεία για την εκπαίδευση και την κατάρτιση σε περιφερειακό επίπεδο

Revision as of 19:37, 23 November 2011 by Debusmc (talk | contribs)
Δεδομένα από του Μαρτίου 2011, πιο πρόσφατα δεδομένα: Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat, Βασικοί πίνακες και Βάση δεδομένων.

Η εκπαίδευση, η επαγγελματική κατάρτιση και η διά βίου μάθηση διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στις οικονομικές και κοινωνικές στρατηγικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).

Χάρτης 1: Φοιτητές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ως ποσοστό επί του πληθυσμού ηλικίας 20-24 ετών, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2009, επίπεδα ISCED 5 και 6 - Πηγή: Eurostat (tgs00094)

Βασιζόμενο στις περιφερειακές στατιστικές της Eurostat, το παρόν άρθρο μελετά τις εγγραφές στην εκπαίδευση, το μορφωτικό επίπεδο και τη συμμετοχή στη διά βίου μάθηση, καθιστώντας έτσι δυνατή την αξιολόγηση της προόδου σε περιφερειακό επίπεδο και την παρακολούθηση τόσο των περιφερειών που βρίσκονται σε καλό δρόμο όσο και εκείνων όπου σημειώνονται καθυστερήσεις.

Βασικά στατιστικά στοιχεία

Χάρτης 2: Μαθητές ηλικίας 17 ετών, ως ποσοστό επί του πληθυσμού αντίστοιχης ηλικίας, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2009 - επίπεδα ISCED 5 και 6 - Πηγή: Eurostat (tgs00091)
Χάρτης 3: Ποσοστά συμμετοχής τετράχρονων παιδιών στην εκπαίδευση, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2009.PNG - % στην προσχολική και πρωτοβάθμια εκπαίδευση, επίπεδα ISCED 0 και 1 - Πηγή: Eurostat (tgs00092)
Χάρτης 4: Μαθητές στην ανώτερη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια μη τριτοβάθμια εκπαίδευση, ως ποσοστό επί του πληθυσμού ηλικίας 15-24 ετών, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2009 (επίπεδα ISCED 3 και 4) - Πηγή: Eurostat (tgs00093)
Χάρτης 5: Μορφωτικό επίπεδο, κατά περιφέρειες NUTS 2, 2009 (Ποσοστό επί του πληθυσμού ηλικίας 25-64 ετών που έχει ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση) - Πηγή: Eurostat (edat_lfse11)
Χάρτης 6: Άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση, κατά περιφέρειες NUTS 1, 2009 (%)- Πηγή: Eurostat (edat_lfse16)

Φοιτητές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση

Ως τριτοβάθμια εκπαίδευση νοείται το επίπεδο εκπαίδευσης που παρέχεται από πανεπιστήμια, πανεπιστήμια επαγγελματικής κατάρτισης, τεχνολογικά ιδρύματα και λοιπά ιδρύματα που απονέμουν ακαδημαϊκούς τίτλους ή τίτλους επαγγελματικής κατάρτισης. Η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση προϋποθέτει κατά κανόνα επιτυχή ολοκλήρωση προγράμματος ανώτερης δευτεροβάθμιας και/ή μεταδευτεροβάθμιας μη τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Η τριτοβάθμια εκπαίδευση μπορεί να ταξινομηθεί σύμφωνα με τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

  • Το επίπεδο ISCED 5A είναι, ως επί το πλείστον, θεωρητικό και προορίζεται να προσφέρει κατάλληλα προσόντα για την εισαγωγή σε προγράμματα και επαγγέλματα προηγμένης έρευνας που απαιτούν υψηλές δεξιότητες• τα πτυχία τριετούς διάρκειας και τα μάστερ τετραετούς ή πενταετούς διάρκειας είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της κατηγορίας•
  • Το επίπεδο ISCED 5B είναι περισσότερο πρακτικό, τεχνικό και προσανατολισμένο στην απασχόληση•
  • Το επίπεδο ISCED 6 (σπουδές τύπου PhD) οδηγεί στην απόκτηση διπλώματος ερευνητή υψηλού επιπέδου.

Ο δείκτης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης καταγράφει την κινητικότητα των φοιτητών. Το 2009, ο αριθμός των φοιτητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στην ΕΕ-27 ανήλθε περίπου σε 19 εκατομμύρια.

Στον χάρτη 1 απεικονίζεται ο αριθμός των φοιτητών που ήταν εγγεγραμμένοι στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (επίπεδα ISCED 5 και 6) το 2009 (ακαδημαϊκό έτος 2008/2009) ως ποσοστό επί του αντίστοιχου περιφερειακού πληθυσμού ηλικίας 20-24 ετών. Ο δείκτης αυτός είναι συνάρτηση του αριθμού των φοιτητών στην περιφέρεια και του αριθμού των κατοίκων ηλικίας 20-24 ετών στην ίδια περιφέρεια και παρουσιάζει ενδεικτικά πόσο ελκυστική είναι η συγκεκριμένη περιφέρεια στους φοιτητές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Καθώς βασίζεται σε στοιχεία για τον τόπο σπουδών των φοιτητών, και όχι για τον τόπο καταγωγής ή διαμονής τους, είναι πιθανό ορισμένοι φοιτητές να μην κατοικούν στην περιφέρεια στην οποία σπουδάζουν. Έτσι, οι περιφέρειες για τις οποίες ο εν λόγω δείκτης καταγράφει υψηλές τιμές (π.χ. άνω του 100) φιλοξενούν μεγάλα πανεπιστήμια ή άλλα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και, ως εκ τούτου, προσελκύουν μεγάλο αριθμό φοιτητών εκτός της συγκεκριμένης περιφέρειας.

Μεταξύ των παραγόντων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την ερμηνεία του εν λόγω δείκτη είναι η δομή της ηλικιακής ομάδας του πληθυσμού εντός των περιφερειών και η αντίστοιχη δομή του συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μεταξύ των περιφερειών. Ο δείκτης παρέχει ενδεικτική εικόνα της συγκέντρωσης ή της διασποράς ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις διάφορες περιφέρειες.

Μαθητές ηλικίας 17 ετών στην εκπαίδευση

Η υποχρεωτική εκπαίδευση και η ηλικία στην οποία αυτή ολοκληρώνεται διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Στις περισσότερες χώρες, η υποχρεωτική εκπαίδευση ολοκληρώνεται στην ηλικία των 15-16 ετών, ήτοι με την ολοκλήρωση, κατά κανόνα, της κατώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Μέχρι την ηλικία των 17 ετών, σε ορισμένες χώρες οι μαθητές είναι πιθανό να έχουν ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ σε άλλες, να έχουν μόλις ξεκινήσει την ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (συνήθως το λύκειο ή η επαγγελματική κατάρτιση οδηγούν απευθείας στην απόκτηση προσόντων για την αγορά εργασίας). Στην ηλικία των 17 ετών, οι περισσότεροι νέοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ακόμη στην εκπαίδευση.

Στην ηλικία των 17 ετών, οι νέοι καλούνται να επιλέξουν εάν θα παραμείνουν στην εκπαίδευση, εάν θα παρακολουθήσουν κάποιο πρόγραμμα κατάρτισης ή εάν θα αναζητήσουν εργασία. Παρότι η υποχρεωτική εκπαίδευση ολοκληρώνεται πριν από την ηλικία των 17 ετών, την τελευταία δεκαετία έχουν αυξηθεί οι πιθανότητες περαιτέρω παραμονής των νέων στην εκπαίδευση.

Στον χάρτη 2 απεικονίζονται μαθητές ηλικίας 17 ετών (σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης) ως ποσοστό επί της αντίστοιχης ηλικιακής ομάδας σε κάθε περιφέρεια. Σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη, ο δείκτης αυτός καταγράφει τιμές άνω του 75 %. Αυτό σημαίνει ότι, για τον έναν ή τον άλλον λόγο, οι νεότερες γενιές παραμένουν στο εκπαιδευτικό σύστημα ακόμη και μετά τη συμπλήρωση της ηλικίας υποχρεωτικής σχολικής φοίτησης.

Συμμετοχή τετράχρονων παιδιών στην εκπαίδευση

Η μάθηση αρχίζει με τη γέννηση. Το διάστημα από τη γέννηση μέχρι την έναρξη της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για τη διαμόρφωση και την περαιτέρω ανάπτυξη και εξέλιξη των παιδιών. Η προσήκουσα μάθηση και ανάπτυξη των παιδιών κατά το διάστημα που προηγείται της τακτικής σχολικής φοίτησης είναι καθοριστικής σημασίας για τα μαθησιακά αποτελέσματα, και τις γνώσεις και δεξιότητες που αποκτώνται στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

Σκοπός της προσχολικής εκπαίδευσης είναι η σωματική, συναισθηματική, κοινωνική και νοητική προετοιμασία των παιδιών για την είσοδό τους στην πρώτη τάξη της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στο στάδιο αυτό, τους παρέχονται οι ικανότητες και οι δεξιότητες που απαιτούνται για την είσοδό τους στο εκπαιδευτικό σύστημα.

Ο δείκτης αντικατοπτρίζει τη συμμετοχή στην προσχολική εκπαίδευση κατά περιφέρεια NUTS 2, καθώς μετρά το ποσοστό των τετράχρονων παιδιών που φοιτούν είτε στην προσχολική είτε στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Η συντριπτική πλειοψηφία των τετράχρονων παιδιών φοιτά στην προσχολική εκπαίδευση. Τα τετράχρονα παιδιά μπορούν να εγγραφούν είτε στην προσχολική είτε στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Από τα στοιχεία προκύπτει ότι τα περισσότερα τετράχρονα παιδιά φοιτούν στην προσχολική εκπαίδευση. Η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο είναι οι μοναδικές χώρες στις οποίες καταγράφεται μεγάλο ποσοστό τετράχρονων παιδιών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Στην ηλικία των τεσσάρων ετών, τα περισσότερα παιδιά στην Ευρωπαϊκή Ένωση φοιτούν επομένως στην προσχολική εκπαίδευση, η οποία σε γενικές γραμμές παρέχεται από την ηλικία των τριών τουλάχιστον ετών έως την ηλικία των τεσσάρων ετών στα κράτη μέλη. Η εγγραφή στην προσχολική εκπαίδευση είναι συνήθως προαιρετική. Σε πολλές χώρες, πάντως, καταγράφονται ποσοστά συμμετοχής που αγγίζουν το 100%.

Όπως προκύπτει από τον πίνακα 3, σε χώρες όπως το Βέλγιο, η Δανία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ισλανδία, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, η Μάλτα, οι Κάτω Χώρες, η Νορβηγία και η Ισπανία, όλα σχεδόν τα τετράχρονα παιδιά βρίσκονται στην εκπαίδευση. Αντιθέτως, στην Κροατία, την Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Πολωνία, στις περισσότερες περιφέρειες της Φινλανδίας, στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, την Τουρκία και την Ελβετία, στην εκπαίδευση εγγράφεται το πολύ το 50 % των τετράχρονων παιδιών.

Μαθητές στην ανώτερη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια μη τριτοβάθμια εκπαίδευση

Στην ηλικία των 16 ετών, οι νέοι καλούνται να επιλέξουν εάν θα παραμείνουν στην εκπαίδευση, εάν θα παρακολουθήσουν κάποιο πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης ή εάν θα αναζητήσουν εργασία. Την τελευταία δεκαετία έχουν αυξηθεί οι πιθανότητες να επιλέξουν οι νέοι να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους σε αυτή την ηλικία.

Στον χάρτη 4 απεικονίζεται το ποσοστό των εγγεγραμμένων στην ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (επίπεδο ISCED 3) και στη μεταδευτεροβάθμια μη τριτοβάθμια εκπαίδευση (επίπεδο ISCED 4) ως ποσοστό επί του πληθυσμού ηλικίας 15-24 ετών στην εκάστοτε περιφέρεια.

Η γενική ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση παρέχει ευρεία γενική παιδεία η οποία βασίζεται στην ήδη ληφθείσα βασική εκπαίδευση. Στόχος είναι να εφοδιαστούν οι μαθητές με επαρκείς δεξιότητες και γνώσεις ώστε να συνεχίσουν τις σπουδές τους. Η ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ξεκινά συνήθως μόλις ολοκληρωθεί η υποχρεωτική εκπαίδευση πλήρους ωραρίου και για την είσοδο σε αυτή απαιτούνται κατά κανόνα εννέα ή περισσότερα έτη εκπαίδευσης πλήρους ωραρίου (από την έναρξη της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης). Η γενική ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση περιλαμβάνει σχολικά προγράμματα τα οποία, εφόσον ολοκληρωθούν με επιτυχία, παρέχουν κατά κανόνα πρόσβαση σε προγράμματα πανεπιστημιακού επιπέδου. Στόχος της επαγγελματικής ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι κατά κύριο λόγο η μύηση των μαθητών στον κόσμο της εργασίας και η προετοιμασία τους για την παρακολούθηση περαιτέρω προγραμμάτων επαγγελματικής ή τεχνικής εκπαίδευσης. Η μεταδευτεροβάθμια μη τριτοβάθμια εκπαίδευση (επίπεδο ISCED 4) καλύπτει προγράμματα που υπερβαίνουν τα όρια της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τα οποία, όμως, δεν θεωρείται ότι ανήκουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Συνήθως είναι περισσότερο εξελιγμένα τεχνικά και επαγγελματικά προγράμματα για τομείς όπως η κατάρτιση εκπαιδευτικών, τα ιατρικά επαγγέλματα, το εμπόριο και το μάρκετινγκ.

Οι μαθητές ξεκινούν συνήθως την ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην ηλικία των 15 έως 17 ετών και την ολοκληρώνουν δύο έως τέσσερα χρόνια αργότερα. Οι ηλικίες έναρξης/ολοκλήρωσης της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και το ηλικιακό εύρος εξαρτώνται από τα εθνικά εκπαιδευτικά προγράμματα. Οι μαθητές μπορούν κατά κανόνα να παρακολουθούν προγράμματα ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά κοντά στον τόπο όπου μεγάλωσαν. Για τον συγκεκριμένο δείκτη, καθορίστηκε ευρεία ηλικιακή ομάδα, ώστε να καλύπτεται το σχετικά μεγάλο φάσμα ηλικιών, αναλόγως της χώρας.

Τριτοβάθμιο μορφωτικό επίπεδο

Στον χάρτη 5 απεικονίζεται το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 25 έως 64 ετών που έχει ολοκληρώσει επιτυχώς πανεπιστημιακή ή συναφή (τριτοβάθμια) εκπαίδευση. Τα δημογραφικά χαρακτηριστικά κάθε περιφέρειας επηρεάζουν σε κάποιον βαθμό το μορφωτικό επίπεδο, καθώς οι νεότερες γενιές τείνουν να έχουν υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο σε σύγκριση με τις παλαιότερες γενιές. Το 2009 σε 58 περιφέρειες στην ΕΕ το ποσοστό του πληθυσμού με σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης υπερέβαινε το 32 %.

Στις περιφέρειες αυτές υπάρχουν μεγάλες πόλεις όπως οι Βρυξέλλες, το Λονδίνο, το Παρίσι, το Βερολίνο, η Λειψία, η Δρέσδη, το Ελσίνκι, η Στοκχόλμη, η Μαδρίτη και η Ουτρέχτη στις Κάτω Χώρες. Στην εν λόγω κατηγορία περιλαμβάνονται επίσης το Όσλο (Νορβηγία), η Γενεύη και η Ζυρίχη (Ελβετία). Σε κράτη μέλη της ΕΕ όπως η Ιρλανδία, η Σουηδία, η Φινλανδία, οι Κάτω Χώρες, το Βέλγιο, η Γερμανία και η Εσθονία, το μορφωτικό επίπεδο είναι σε γενικές γραμμές υψηλό σε ολόκληρη την επικράτεια.

Οι περιφέρειες με τα χαμηλότερα ποσοστά ατόμων που έχουν ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση εντοπίζονται ως επί το πλείστον στις αγροτικές περιοχές εννέα χωρών της ΕΕ. Η αντίθεση με τις μεγαλύτερες πόλεις των χωρών αυτών είναι δε ιδιαίτερα έντονη. Στην κατηγορία αυτή εμπίπτουν κυρίως η Πορτογαλία και η Ρουμανία, η Τουρκία και, σε μικρότερο βαθμό, η Κροατία, η Βουλγαρία, η Τσεχική Δημοκρατία, η Ιταλία, η Ελλάδα, η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Σλοβακία. Στην ίδια κατηγορία εμπίπτουν και ορισμένα νησιά, όπως η Σαρδηνία και η Σικελία (Ιταλία), οι Αζόρες και η Μαδέρα (Πορτογαλία), και η Μάλτα.

Άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση

Ο δείκτης «άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση» καταγράφει το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 18 έως 24 ετών που ολοκλήρωσαν μόνο την κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν προέβησαν σε περαιτέρω εκπαίδευση και κατάρτιση.

Όπως φαίνεται στον χάρτη 6, το ποσοστό των ατόμων που εγκατέλειψαν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση διαφέρει σημαντικά μεταξύ των χωρών της ΕΕ-27. Σε αρκετές περιφέρειες καταγράφεται ποσοστό κάτω του 10 %, γεγονός που σημαίνει ότι πληρούν τον στόχο που προβλέπει η στρατηγική ΕΕ 2020. Οι περιφέρειες αυτές βρίσκονται στην Κροατία, τη Σλοβακία, την Πολωνία, τη Σλοβενία, την Τσεχική Δημοκρατία, το Λουξεμβούργο, τη Λιθουανία, την Αυστρία και τη Φινλανδία. Υψηλότερα ποσοστά άνω του 20 % παρατηρούνται στην Ισπανία, την Πορτογαλία, τη Μάλτα και στις νότιες περιφέρειες της Ιταλίας (Sud, Isole), καθώς και στην Τουρκία και την Ισλανδία.

Αυτά τα υψηλά ποσοστά δεν συνδέονται απαραιτήτως με υψηλή ανεργία στους κόλπους της συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας. Σε ποσοστό άνω του 70 %, τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση εργάζονται στη Μάλτα, την Πορτογαλία και την Ισλανδία. Αντιθέτως, σε ποσοστό άνω του 70 %, τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση είναι άεργοι ή άνεργοι στη Σλοβακία, την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία.

Πηγές και διαθεσιμότητα δεδομένων

Οι πίνακες απεικονίζουν επίπεδο NUTS 2, με εξαίρεση τους δείκτες εγγραφής στην εκπαίδευση για τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς για τις συγκεκριμένες χώρες τα σχετικά στοιχεία είναι διαθέσιμα μόνο σε επίπεδο NUTS 1. Στην Ελβετία, την Κροατία και την Τουρκία, δεν υπάρχουν διαθέσιμα σε περιφερειακό επίπεδο στοιχεία για τις εγγραφές στην εκπαίδευση κατά ηλικία. Έτσι, για τις χώρες αυτές απεικονίζονται μόνο ποσοτικά στοιχεία σε εθνικό επίπεδο.

Δεδομένου ότι η δομή των εκπαιδευτικών συστημάτων διαφέρει από χώρα σε χώρα, προαπαιτούμενο για την πραγματοποίηση συγκρίσεων σε διεθνές επίπεδο αποτελεί η ύπαρξη πλαισίου συγκέντρωσης, συνθετικής επεξεργασίας και παρουσίασης εθνικών και διεθνών στατιστικών στοιχείων και δεικτών για την εκπαίδευση. Η διεθνής πρότυπη ταξινόμηση της εκπαίδευσης (ISCED) παρέχει τη βάση για τη συλλογή στοιχείων σχετικά με την εκπαίδευση. Η ISCED-97, η τρέχουσα έκδοση της ταξινόμησης που θεσπίστηκε το 1997, ταξινομεί όλα τα εκπαιδευτικά προγράμματα κατά τομέα εκπαίδευσης και επίπεδο.

Η ISCED-97 ακολουθεί τυποποιημένες έννοιες, ορισμούς και ταξινομήσεις. Πλήρης περιγραφή διατίθεται στον δικτυακό τόπο του Ινστιτούτου Στατιστικής της Unesco.

Οι ποιοτικές πληροφορίες για τα σχολικά συστήματα στα κράτη μέλη της ΕΕ οργανώνονται και διαδίδονται μέσω του Eurydice και καλύπτουν, π.χ., την ηλικία υποχρεωτικής σχολικής φοίτησης και πολυάριθμα θέματα που άπτονται της οργάνωσης της σχολικής ζωής στα κράτη μέλη (λήψη αποφάσεων, προγράμματα σπουδών, σχολικό ωράριο, κ.λπ.).

Στα στατιστικά στοιχεία για τις εγγραφές στην εκπαίδευση περιλαμβάνονται οι εγγραφές σε όλα τα προγράμματα αρχικής εκπαίδευσης και στο σύνολο της εκπαίδευσης ενηλίκων με περιεχόμενο παρόμοιο με αυτό των προγραμμάτων αρχικής εκπαίδευσης ή με περιεχόμενο που οδηγεί στην απόκτηση προσόντων παρόμοιων με αυτά των αντίστοιχων προγραμμάτων αρχικής εκπαίδευσης. Συμπεριλαμβάνονται ακόμη τα προγράμματα μαθητείας, με εξαίρεση εκείνα που βασίζονται αποκλειστικά στην εργασία και δεν εποπτεύονται από καμία επίσημη εκπαιδευτική αρχή. Για τους χάρτες 1 έως 4 χρησιμοποιήθηκαν ως πηγή δεδομένων δύο ειδικοί πίνακες Eurostat που αποτελούν μέρος των συστημάτων συλλογής δεδομένων για τα εκπαιδευτικά συστήματα UOE. Το «UOE» περιέχει στοιχεία από την UIS-UNESCO, τον ΟΟΣΑ και την Eurostat.

Ως μορφωτικό επίπεδο νοείται το ποσοστό των ατόμων δεδομένης ηλικιακής ομάδας (εξαιρουμένων εκείνων που δεν απάντησαν στην ερώτηση «ολοκληρωμένο υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης ή κατάρτισης») που έχουν ολοκληρώσει δεδομένο εκπαιδευτικό επίπεδο.

Ο δείκτης «άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση» (παλαιότερη ονομασία: «μαθητές που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο») καταγράφει το ποσοστό ατόμων ηλικίας 18 έως 24 ετών που ολοκλήρωσαν μόνο την κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (επίπεδα ISCED 0, 1, 2 ή 3γ) και δεν προέβησαν σε περαιτέρω εκπαίδευση και κατάρτιση.

Οι δύο αυτοί δείκτες συνιστούν ουσιαστικά συλλογή ετήσιων σειρών οι οποίες βασίζονται στα τριμηνιαία αποτελέσματα της έρευνας για το εργατικό δυναμικό (ΕΕ-ΕΕΔ) της ΕΕ. Το αναφερόμενο μορφωτικό επίπεδο βασίζεται στην ISCED-97.

Πλαίσιο

Η ΕΕ επιδιώκει επί του παρόντος να επιτύχει αρκετούς στόχους και κριτήρια αναφοράς σχετικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Στους βασικούς στόχους συγκαταλέγονται η αύξηση του αριθμού των πτυχιούχων στους κλάδους των μαθηματικών, των θετικών επιστημών και της τεχνολογίας, η αύξηση του αριθμού των φοιτητών Erasmus, η αύξηση των επενδύσεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και η ενίσχυση της κινητικότητας των φοιτητών σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Η προετοιμασία που παρέχεται κατά την προσχολική εκπαίδευση θεωρείται ο θεμέλιος λίθος της περαιτέρω ανάπτυξης. Τον Δεκέμβριο του 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε ένα νέο κριτήριο αναφοράς, βάσει του οποίου πρέπει να επιδιωχθεί μέχρι το 2020 η συμμετοχή στην προσχολική εκπαίδευση του 95 % των τετράχρονων παιδιών. Η πρόταση αυτή αποσκοπεί ουσιαστικά στη στήριξη του στόχου που τέθηκε στη σύνοδο κορυφής της Βαρκελώνης το 2002, περί αύξησης στο 90 % της συμμετοχής στην προσχολική εκπαίδευση όλων των παιδιών από την ηλικία των τριών ετών και μέχρι την έναρξη της υποχρεωτικής εκπαίδευσης.

Τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση, και το τριτοβάθμιο μορφωτικό επίπεδο συνιστούν σημαντικούς δείκτες της στρατηγικής Ευρώπη 2020. Επιλέχθηκαν μαζί με άλλους δείκτες για την παρακολούθηση της προόδου προς μία πιο έξυπνη, πιο πράσινη οικονομία που βασίζεται στη γνώση και παρέχει υψηλά επίπεδα απασχόλησης, παραγωγικότητας και κοινωνικής συνοχής.

«Τα άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση» είναι επίσης ένας από τους δείκτες βιώσιμης ανάπτυξης, που περιλαμβάνονται στη θεματική ενότητα «κοινωνική ένταξη».

Περαιτέρω πληροφορίες της Eurostat

Εκδόσεις

Βασικοί πίνακες

Education indicators - non-finance (t_educ_indic)

Βάση δεδομένων

Regional education statistics (reg_educ)

Ειδική ενότητα

Regional statistics

Μεθοδολογία / Μεταδεδομένα

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Βλέπε επίσης