Ένα ακίνητο στην περιοχή της Πλάκας, στην Αθήνα, που ανήκει στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, έχει αποκατασταθεί για την παροχή εκθεσιακού χώρου και σχετικής υποδομής για το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού (ΜΝΕΠ). Βρίσκεται στο ιστορικό κέντρο της Αθηνάς, μεταξύ των οδών Άρεως, Αδριανού, Κλάδου και Βρυσακίου. Η περιοχή διαθέτει αρχιτεκτονικά ερείπια από την κλασική, ελληνική και ρωμαϊκή αρχαιότητα και προσελκύει πλήθος τουριστών. Τα εννέα κτίρια εντός του τετραγώνου στεγάζουν τις μόνιμες συλλογές του μουσείου.
Νέος εκθεσιακός χώρος για το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού στην Αθήνα
- 30 September 2019
Το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού, με τον νέο μουσικολογικό και μουσειογραφικό του σχεδιασμό, ολοκληρώνει το έργο αναστήλωσης του κτιριακού συγκροτήματος Άρεως, Αδριανού, Κλάδου και Βρυσακίου και φιλοδοξεί να προσφέρει μια ολοκληρωμένη πολιτιστική εμπειρία στο διευρυνόμενο κοινό του, διατηρώντας το αστικό παλίμψηστο από την ύστερη αρχαιότητα έως σήμερα και παρουσιάζοντας την άυλη και υλική νεότερη, ελληνική, πολιτιστική κληρονομιά.
Το έργο εξέτασε τις συλλογές του ΜΝΕΠ και αναδιοργάνωσε τους αποθηκευτικούς χώρους. Ζητήθηκε η γνώμη του κοινού για το πώς θα πρέπει να είναι ο νέος εκθεσιακός χώρος. Με βάση αυτό, οι εκθέσεις ρυθμίστηκαν για να συνδυάσουν την κλασική εμφάνιση των τεχνουργημάτων με την ανάπτυξη των πιο πρόσφατων εφαρμογών ΤΠ.
Η διάταξη του συγκροτήματος γύρω από μια κεντρική αυλή, σε ένα στυλ όμοιο με εκείνο του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, δίνει τη δυνατότητα στους επισκέπτες να βιώσουν την ατμόσφαιρα της αστικής ζωής στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Παρουσιάζοντας την κοινωνική εξέλιξη
Οι συλλογές του ΜΝΕΠ, που ιδρύθηκε το 1918, και ο αριθμός των εκθεμάτων του έχουν αυξηθεί, μαζί με τις δραστηριότητες και τις εκδηλώσεις που διοργανώνει. Σήμερα, εκτείνεται σε 26 κτίρια και διαθέτει περίπου 25 000 λειτουργικά και διακοσμητικά αντικείμενα. Με χρονολογία από τον 18ο, 19ο και 20ό αιώνα και προερχόμενα από όλες τις γεωγραφικές περιοχές με ελληνική παρουσία, τα έργα περιλαμβάνουν αντικείμενα που χρησιμοποιούνται στο σπίτι ή στην εργασία, ως μέρος της καθημερινότητας και των παραδοσιακών εθίμων.
Με μια διεπιστημονική και ανθρωποκεντρική προσέγγιση, το έργο έχει μετατρέψει το ΜΝΕΠ σε ένα πρωτοποριακό εθνολογικό και πολιτιστικό μουσείο. Οι μόνιμες εκθέσεις οργανώνονται σε διασυνδεδεμένες, θεματικές ενότητες. Παρουσιάζουν και ερμηνεύουν την ιστορία και την εξέλιξη του πολιτισμού και της καθημερινής ζωής στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία.
Οι σπουδαστές και οι ερευνητές έχουν έτσι την ευκαιρία να αποκτήσουν μια συνολική εικόνα της πορείας που έχει χαράξει η Ελλάδα στη σύγχρονη εποχή, ενώ όλοι οι επισκέπτες ενθαρρύνονται να προβληματιστούν για αυτές τις εξελίξεις και για τη δική τους θέση στον σημερινό κόσμο.
Μια δυναμική, πολιτιστική στρατηγική
Σημαντικά κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, όπως η ταυτότητα, η διαφορετικότητα, η συλλογική μνήμη, η κοινωνική κινητικότητα και η μετάβαση στη νεωτερικότητα, έρχονται στο προσκήνιο μέσω επιλεγμένων τεχνουργημάτων. Παράλληλα, μια δυναμική, πολιτιστική στρατηγική περιλαμβάνει δραστηριότητες όπως εκπαιδευτικά προγράμματα, προσωρινές εκθέσεις και μουσικές και θεατρικές παραστάσεις. Για να υποστηρίξει αυτή τη διαδικασία, το μουσείο προσπαθεί να δημιουργήσει συνέργειες με την ευρύτερη κοινωνία.
Ο συνδυασμός της νέας, μουσειολογικής προοπτικής και των παράλληλων δραστηριοτήτων του ΜΝΕΠ εισήγαγε νέες μορφές πολιτιστικής εμπειρίας στην καρδιά της Αθήνας, βοηθώντας έτσι να καταστεί η Πλάκα ένα πολιτιστικό κέντρο. Αυτό έχει θετικό αντίκτυπο στον ευρύτερο αστικό χώρο, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών επιχειρήσεων, και ενισχύει τον πολιτιστικό και τουριστικό τομέα ολόκληρης της Αττικής, της οποίας πρωτεύουσα είναι η Αθήνα.
Συνολική επένδυση και χρηματοδότηση από την ΕΕ
Η συνολική επένδυση για το έργο «Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού» είναι 4 854 860 EUR, με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της ΕΕ να συνεισφέρει 3 883 888 EUR μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αττική» για την προγραμματική περίοδο 2014-2020. Η επένδυση αυτή εμπίπτει στην προτεραιότητα «Περιβάλλον και αποδοτικότητα πόρων».