Την 1η Δεκεμβρίου όλοι μας γιορτάζουμε την παγκόσμια ημέρα κατά του AIDS, είτε γιατί έχουμε ευαισθητοποιηθεί από τις οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτό είτε επειδή η νόσος αυτή έχει μπει πλέον για καλά στην καθημερινότητα - τη δική μας ή ενός κοντινού μας προσώπου. Ο εορτασμός μιας παγκόσμιας ημέρας κατά του AIDS προκαλεί ταυτόχρονα, παραδόξως, ελπίδα και ανησυχία.
Ελπίδα όταν μαθαίνουμε ότι στην Ανατολική Ευρώπη σήμερα η κάλυψη της πρόληψης για τη μετάδοση της νόσου από τη μητέρα στο παιδί υπερβαίνει το 95% και ότι οι χώρες αυτές θα μπορέσουν να απαλλαγούν από αυτόν τον τρόπο μετάδοσης μέχρι το 2015. Mας προκαλεί ελπίδα, επίσης, το ότι 4 εκατομμύρια άτομα έχουν πρόσβαση σε αντιιικά φάρμακα και ότι τα προγράμματα πρόληψης αποδεικνύονται αποτελεσματικά, με μείωση των κρουσμάτων σε πολλές χώρες της Αφρικής και της Ασίας.
Ωστόσο, ανησυχούμε γιατί πρέπει να διατηρήσουμε τη δυναμική αυτή σε μια περίοδο μείζονος οικονομικής κρίσης και γιατί οι κυβερνήσεις έχουν να αντιμετωπίσουν και άλλα σημαντικά προβλήματα. Η έλλειψη πόρων εξακολουθεί να είναι σοβαρή, όπως και ο στιγματισμός που συνοδεύει τη νόσο και όσους προσβάλλονται από αυτή.
Είναι πλέον ώρα να υλοποιήσουμε όλες τις υποσχέσεις, όπως και την υπόσχεση για επίτευξη ενός από τους στόχους της χιλιετίας για την ανάπτυξη: ο τερματισμός της διάδοσης του HIV/AIDS μέχρι το 2015 είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την υλοποίηση των περισσότερων στόχων.
Σήμερα, πάνω από 33 εκατομμύρια άτομα είναι οροθετικά και για δύο άτομα που ξεκινούν αγωγή, υπάρχουν πέντε άλλες νέες περιπτώσεις μόλυνσης με τον ιό.
Πρέπει να βελτιώσουμε τα αποτελέσματα των δράσεων πρόληψης από τον ιό HIV/AIDS• στις περιπτώσεις που τα προγράμματα πρόληψης δεν προσαρμόστηκαν στα πλέον ευάλωτα άτομα, τα ποσοστά μόλυνσης παρέμειναν σταθερά ή αυξήθηκαν.
Η δραστηριοποίηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των εταίρων της τα τελευταία χρόνια πρέπει να συνεχιστεί και να στοχεύει σε δύο κύριους στόχους: πρώτον, όπως ήδη δεσμεύτηκαν το 2006 όλα τα κράτη μέλη, πρέπει μέχρι το τέλος του 2010 να γίνει πραγματικότητα η καθολική πρόσβαση στην πρόληψη, στην αγωγή, και στην περίθαλψη, και, δεύτερον, πρέπει όλοι μαζί να σχεδιάσουμε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική διαχείρισης, δεδομένου ότι η επιδημία αυτή δεν πρόκειται να εξαφανιστεί τις επόμενες δεκαετίες.