Statistics Explained

Archive:Στατιστικές για την τριτοβάθμια εκπαίδευση

Revision as of 17:16, 30 March 2020 by Piirtju (talk | contribs)


Στοιχεία Σεπτεμβρίου 2018.

Προγραμματισμένη επικαιροποίηση του άρθρου: Μάρτιος 2021.

Η αγγλική έκδοση είναι πιο πρόσφατη.

Highlights

Στην ΕΕ υπήρχαν 19,6 εκατ. σπουδαστές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης το 2016, εκ των οποίων το 61 % πραγματοποιούσαν προπτυχιακές σπουδές.

Το 2016 οι γυναίκες αντιστοιχούσαν στο 54 % των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ. Οι άνδρες αποτελούσαν την πλειονότητα των σπουδαστών μόνο στις διδακτορικές σπουδές.

Σχεδόν το ένα τρίτο των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ το 2016 πραγματοποιούσαν σπουδές στους τομείς των κοινωνικών επιστημών, της δημοσιογραφίας, της πληροφορικής, της διοίκησης επιχειρήσεων, της δημόσιας διοίκησης ή του δικαίου.

[[File:Tertiary_education_statistics_interactive_ET2018-EL.xlsx]]

Αναλογία σπουδαστών-ακαδημαϊκού προσωπικού στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, 2016

Το άρθρο αυτό, το οποίο παρουσιάζει στατιστικές για την τριτοβάθμια εκπαίδευση (επίπεδα 5-8 της ISCED) στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), αποτελεί μέρος μιας διαδικτυακής δημοσίευσης σχετικά με την εκπαίδευση και την κατάρτιση στην ΕΕ. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση —η οποία παρέχεται από τα πανεπιστήμια και άλλα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης— είναι το επίπεδο σπουδών μετά τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Θεωρείται ότι διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην κοινωνία, μέσα από την προώθηση της καινοτομίας, την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και μεγέθυνσης, και γενικότερα τη βελτίωση της ευημερίας των πολιτών. Ορισμένα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια συγκαταλέγονται στα πλέον περίοπτα παγκοσμίως.

Πολλοί σχολιαστές προβλέπουν ότι τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει αυξημένη ζήτηση για άτομα υψηλής ειδίκευσης. Μάλιστα, σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ υπάρχουν ήδη ελλείψεις δεξιοτήτων. Λόγω της ψηφιακής τεχνολογίας, οι θέσεις εργασίας γίνονται όλο και πιο ευέλικτες και σύνθετες. Αυτό έχει οδηγήσει σε αύξηση του αριθμού των εργοδοτών που αναζητούν προσωπικό με τις αναγκαίες ικανότητες ώστε να διαχειρίζονται σύνθετες πληροφορίες, να έχουν αυτόνομη σκέψη, να κάνουν έξυπνη και αποδοτική χρήση των πόρων, καθώς και να επικοινωνούν αποτελεσματικά.

Ένας σχετικά μεγάλος αριθμός σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης παρουσιάζουν έντονη διεθνή κινητικότητα και σπουδάζουν στο εξωτερικό: Το φαινόμενο αυτό αναλύεται σε ξεχωριστό άρθρο.

Full article

Συμμετοχή

Στον πίνακα 1 παρουσιάζονται στοιχεία σχετικά με τους σπουδαστές σε καθένα από τα τέσσερα επίπεδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα επίπεδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που οδηγούν σε πτυχίο, μεταπτυχιακό δίπλωμα ή διδακτορικό τίτλο υπάρχουν σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, ενώ η τριτοβάθμια εκπαίδευση βραχείας διάρκειας, που βασίζεται συνήθως στην πρακτική άσκηση και αφορά συγκεκριμένο επάγγελμα με στόχο την προετοιμασία των σπουδαστών για την αγορά εργασίας, δεν αποτελεί μέρος του εκπαιδευτικού συστήματος στη Βουλγαρία, την Εσθονία, την Ελλάδα, τη Λιθουανία, τη Ρουμανία και τη Φινλανδία, ούτε στο Λιχτενστάιν, τη Βόρεια Μακεδονία ή τη Σερβία. Συναντάται επίσης σπάνια σε ορισμένα άλλα κράτη μέλη, όπως για παράδειγμα την Τσεχική Δημοκρατία, τη Γερμανία, την Κροατία, την Πολωνία και την Πορτογαλία.

Συμμετοχή ανά επίπεδο

Στην ΕΕ των 28 υπήρχαν 19,6 εκατ. σπουδαστές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης το 2016 (βλ. πίνακα 1), από τους οποίους το 7,3 % ακολουθούσαν τριτοβάθμιες σπουδές βραχείας διάρκειας, το 61,3 % προπτυχιακές, το 27,6 % μεταπτυχιακές και το 3,9 % διδακτορικές σπουδές.

Το 2016 η Γερμανία, το κράτος μέλος της ΕΕ με τον μεγαλύτερο πληθυσμό, είχε 3,0 εκατ. σπουδαστές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αριθμός που ήταν ο υψηλότερος στην ΕΕ και ισοδυναμούσε με το 15,5 % του συνόλου της ΕΕ των 28. Τους επόμενους μεγαλύτερους πληθυσμούς σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είχαν η Γαλλία (12,7 % του συνόλου), το Ηνωμένο Βασίλειο (12,2 %), η Ισπανία (10,0 %), η Ιταλία (9,3 %) και η Πολωνία (8,2 %), και ακολουθούσαν οι Κάτω Χώρες, όπου σπούδαζαν το 4,3 % των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της ΕΕ των 28.

Οι τριτοβάθμιες σπουδές βραχείας διάρκειας ήταν πιο συχνές στη Γαλλία, όπου αντιστοιχούσαν στο ένα πέμπτο (20,0 %) του συνόλου των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ήταν επίσης σχετικά συχνές στην Ισπανία, τη Λετονία, την Αυστρία και τη Μάλτα, όπου τα αντίστοιχα ποσοστά κυμαίνονταν μεταξύ 19 % και 15 %. Στην Τουρκία, οι τριτοβάθμιες σπουδές βραχείας διάρκειας ήταν ακόμη πιο συχνές, καθώς λίγο πάνω από το ένα τρίτο (34,2 %) του συνόλου των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν εγγεγραμμένοι σε αντίστοιχα προγράμματα σπουδών.

Το 2016 οι σπουδαστές που πραγματοποιούσαν προπτυχιακές σπουδές ήταν περισσότεροι από τους σπουδαστές σε κάθε άλλο επίπεδο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, κάτι που ίσχυε σε όλα ανεξαιρέτως τα κράτη μέλη της ΕΕ. Πράγματι, η Γαλλία, η Αυστρία και το Λουξεμβούργο ήταν τα μόνα κράτη μέλη όπου το ποσοστό των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πραγματοποιούσαν προπτυχιακές σπουδές ήταν μικρότερο από 50 %. Αντιθέτως, στην Ιρλανδία (75,2 %), τις Κάτω Χώρες (76,0 %) και τη Λιθουανία (76,6 %), προπτυχιακές σπουδές πραγματοποιούσαν πάνω από τα τρία τέταρτα των σπουδαστών, ποσοστό που ανερχόταν σχεδόν στα εννέα δέκατα στην Ελλάδα (87,2 %), ενώ υψηλά ποσοστά καταγράφηκαν επίσης στη Σερβία (79,9 %) και τη Βόρεια Μακεδονία (94,6 %).

Το ποσοστό των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πραγματοποιούσαν μεταπτυχιακές σπουδές το 2016 ήταν λιγότερο από το ένα πέμπτο στις Κάτω Χώρες, το Βέλγιο, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία και την Ιρλανδία (καθώς και τη Σερβία), ενώ βρισκόταν κάτω από το ένα δέκατο στην Ελλάδα (καθώς και στην Τουρκία και τη Βόρεια Μακεδονία). Αντιθέτως, στην Πορτογαλία, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Γαλλία, το Λουξεμβούργο, την Κροατία, την Κύπρο, τη Σλοβακία και την Ιταλία, πάνω από το ένα τρίτο των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πραγματοποιούσαν μεταπτυχιακές σπουδές.

Το 2016, το υψηλότερο ποσοστό σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πραγματοποιούσαν διδακτορικές σπουδές μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ ήταν 8,8 % στο Λουξεμβούργο, ενώ υψηλότερο ποσοστό καταγράφηκε στο Λιχτενστάιν (18,3 %) —βλ. πίνακα 1. Εκτός από αυτές τις σχετικά μικρές χώρες, τα επόμενα υψηλότερα ποσοστά (μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ) καταγράφηκαν στη Φινλανδία (6,6 %), την Τσεχική Δημοκρατία και τη Γερμανία (αμφότερες με 6,5 %), ενώ μεταξύ των τρίτων χωρών που περιλαμβάνονται στον πίνακα 1 ποσοστό 8,3 % καταγράφηκε στην Ελβετία. Εντός της ΕΕ, το χαμηλότερο ποσοστό σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πραγματοποιούσαν διδακτορικές σπουδές παρατηρήθηκε στη Μάλτα (0,9 %), όπου μόλις πρόσφατα δημιουργήθηκαν ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τα οποία βρίσκονται σε διαδικασία επέκτασης. Ελαφρώς χαμηλότερο ποσοστό καταγράφηκε στη Βόρεια Μακεδονία (0,7 %).

Συμμετοχή ανδρών και γυναικών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση

Το 2016 οι γυναίκες αντιστοιχούσαν περίπου στο 54,1 % του συνόλου των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ των 28. Το ποσοστό των γυναικών μεταξύ των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν ελαφρώς υψηλότερο μεταξύ όσων πραγματοποιούσαν μεταπτυχιακές σπουδές (57,1 %), και κάπως χαμηλότερο για όσους πραγματοποιούσαν προπτυχιακές σπουδές (53,2 %) ή σπουδές βραχείας διάρκειας (52,1 %). Όσον αφορά τις διδακτορικές σπουδές, ωστόσο, η πλειονότητα (52,2 %) των σπουδαστών ήταν άνδρες.

Το 2016 σχεδόν τα τρία πέμπτα του συνόλου των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη Σουηδία, τη Σλοβακία, τα κράτη μέλη της Βαλτικής και την Πολωνία ήταν γυναίκες. Οι γυναίκες αποτελούσαν εξάλλου την πλειονότητα των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και σε όλα τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ εκτός από την Ελλάδα (όπου αντιστοιχούσαν στο 48,5 % των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης) και τη Γερμανία (48,2 %). Οι σπουδάστριες τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αποτελούσαν επίσης μειονότητα στην Ελβετία, την Τουρκία και το Λιχτενστάιν.

Σε ό,τι αφορά τους σπουδαστές που πραγματοποιούσαν προπτυχιακές σπουδές, η Ελλάδα (ποσοστό γυναικών 47,8 %) και η Γερμανία (45,9 %) ήταν τα μόνα κράτη μέλη της ΕΕ όπου το 2016 οι άντρες πλειοψηφούσαν έναντι των γυναικών. Και εδώ, το φαινόμενο αυτό καταγράφηκε επίσης στην Ελβετία, την Τουρκία και το Λιχτενστάιν. Το υψηλότερο ποσοστό γυναικών μεταξύ των σπουδαστών που πραγματοποιούσαν προπτυχιακές σπουδές καταγράφηκε στη Σουηδία (63,2 %). Μεταξύ των σπουδαστών που πραγματοποιούσαν μεταπτυχιακές σπουδές, οι γυναίκες αποτελούσαν την πλειονότητα σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, αλλά μειονότητα στην Τουρκία και το Λιχτενστάιν. Τα υψηλότερα ποσοστά γυναικών καταγράφηκαν στα κράτη μέλη της Βαλτικής, την Πολωνία, την Κύπρο, τη Σλοβενία, την Κροατία και τη Σλοβακία, όπου οι γυναίκες αντιπροσώπευαν πάνω από το 60 % του συνολικού αριθμού των σπουδαστών που πραγματοποιούσαν μεταπτυχιακές σπουδές.

Στα άλλα δύο επίπεδα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τα οποία διαθέτουν μικρότερους πληθυσμούς σπουδαστών, η κατάσταση ήταν πιο ανομοιόμορφη. Σε ό,τι αφορά τις σπουδές βραχείας διάρκειας, στα 8 από τα 22 κράτη μέλη για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία οι άνδρες σπουδαστές πλειοψηφούσαν έναντι των γυναικών, ενώ οι άνδρες αποτελούσαν την πλειονότητα των σπουδαστών διδακτορικού επιπέδου στα μισά (14 από 28) κράτη μέλη της ΕΕ.

Πίνακας 1: Αριθμός σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανά επίπεδο και φύλο, 2016
(χιλιάδες)
Πηγή: Eurostat (educ_uoe_enrt01)

Τομείς σπουδών

Το 2016, σχεδόν το ένα τρίτο (32,0 %) του συνόλου των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ των 28 πραγματοποιούσαν σπουδές στους τομείς των κοινωνικών επιστημών, της δημοσιογραφίας, της πληροφορικής, της διοίκησης επιχειρήσεων, της δημόσιας διοίκησης ή του δικαίου (σημειωτέον ότι οι πληροφορίες που παρουσιάζονται περιλαμβάνουν στοιχεία του 2015 για τις Κάτω Χώρες). Οι γυναίκες αντιστοιχούσαν σε ποσοστό 57,6 % επί του συνόλου των σπουδαστών σ’ αυτόν τον τομέα σπουδών —βλ. σχήμα 1. Ο δεύτερος συνηθέστερος τομέας σπουδών ήταν οι σπουδές μηχανικού, βιομηχανικής παραγωγής και δομικών έργων, οι οποίες αντιστοιχούσαν στο 15,7 % του συνόλου των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στον τομέα αυτόν, σχεδόν τα τρία τέταρτα (74,1 %) του συνόλου των σπουδαστών ήταν άνδρες. Ο τρίτος μεγαλύτερος τομέας σπουδών ήταν η υγεία και η πρόνοια, με ποσοστό 13,4 % επί του συνόλου των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Σ’ αυτόν τον τομέα, οι γυναίκες αντιστοιχούσαν σχεδόν στα τρία τέταρτα (71,2 %) του συνολικού αριθμού σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Μεταξύ των υπόλοιπων τομέων σπουδών που περιλαμβάνονται στο σχήμα 1, το υψηλότερο ποσοστό σπουδαστριών καταγράφηκε στις παιδαγωγικές σπουδές (όπου το 78,0 % του συνόλου των σπουδαστών ήταν γυναίκες), ενώ οι γυναίκες αντιστοιχούσαν σχεδόν στα δύο τρίτα (64,5 %) του συνόλου των σπουδαστών στον τομέα των τεχνών και των ανθρωπιστικών επιστημών. Αντιθέτως, στους τομείς των φυσικών επιστημών, των μαθηματικών, της στατιστικής και των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών, το ποσοστό των ανδρών επί του συνολικού αριθμού σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν 61,1 %.

Σχήμα 1: Κατανομή σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανά τομέα και φύλο, ΕΕ των 28, 2016
(%)
Πηγή: Eurostat (educ_uoe_enrt03)

Απόφοιτοι

Το 2016, περίπου 4,7 εκατ. φοιτητές αποφοίτησαν από τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ των 28. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο αριθμός αυτός βασίζεται στα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία για καθένα από τα κράτη μέλη της ΕΕ, τα οποία περιλαμβάνουν στοιχεία του 2015 για τις Κάτω Χώρες. Η Γαλλία (773 χιλιάδες) είχε τον μεγαλύτερο αριθμό αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης το 2016, και ακολουθούσαν το Ηνωμένο Βασίλειο (754 χιλιάδες) και, αρκετά πίσω, η Γερμανία (557 χιλιάδες —να σημειωθεί ότι από τα στοιχεία που παρουσιάζονται εξαιρούνται οι απόφοιτοι επαγγελματικών σχολών) και η Πολωνία (488 χιλιάδες). Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο σχετικά υψηλός αριθμός αποφοίτων στο Ηνωμένο Βασίλειο και στη Γαλλία ενδέχεται, τουλάχιστον ως ένα βαθμό, να αντικατοπτρίζει μικρότερη μέση διάρκεια σπουδών: για παράδειγμα, η Γαλλία είχε την υψηλότερη αναλογία σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πραγματοποιούσαν σπουδές βραχείας διάρκειας μεταξύ όλων των κρατών μελών της ΕΕ.

Πίνακας 2: Αριθμός αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανά τομέα, 2016
(χιλιάδες)
Πηγή: Eurostat (educ_uoe_grad02)

Το 2016, μια ανάλυση του αριθμού των αποφοίτων στην ΕΕ των 28 ανά τομέα σπουδών (στοιχεία του 2015 για τις Κάτω Χώρες) δείχνει ότι πάνω από το ένα τρίτο (34,1 %) από αυτούς είχαν ολοκληρώσει σπουδές στους τομείς των κοινωνικών επιστημών, της δημοσιογραφίας, της πληροφορικής, της διοίκησης επιχειρήσεων, της δημόσιας διοίκησης και του δικαίου. Το ποσοστό αυτό ήταν υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό (32,0 %) των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που εξακολουθούσαν να πραγματοποιούν σπουδές σ’ αυτόν τον τομέα το 2016, γεγονός που υποδηλώνει είτε μείωση των ατόμων που ξεκίνησαν σπουδές αυτού του τύπου τα τελευταία χρόνια, είτε ότι άλλοι τομείς είχαν υψηλότερα ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης των σπουδών ή μεγαλύτερη μέση διάρκεια σπουδών. Παρόμοια κατάσταση διαπιστώθηκε στον τομέα της υγείας και πρόνοιας, ο οποίος αντιπροσώπευε το 13,7 % των αποφοίτων έναντι 13,4 % των σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και στους τομείς των παιδαγωγικών σπουδών (9,0 % των αποφοίτων έναντι 7,4 % των σπουδαστών) και των υπηρεσιών (3,7 % των αποφοίτων έναντι 3,5 % των σπουδαστών). Το αντίστροφο φαινόμενο παρατηρήθηκε στους άλλους τομείς σπουδών: σπουδές μηχανικού, βιομηχανικής παραγωγής και δομικών έργων (14,8 % των αποφοίτων και 15,7 % των σπουδαστών), φυσικές επιστήμες, μαθηματικά, στατιστική, τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών (11,0 % των αποφοίτων και 12,3 % των σπουδαστών), τέχνες και ανθρωπιστικές επιστήμες (11,0 % των αποφοίτων και 12,2 % των σπουδαστών), γεωργία, δασοκομία, αλιεία και κτηνιατρική (1,7 % των αποφοίτων και 1,9 % των σπουδαστών).

Πίνακας 3: Κατανομή αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανά τομέα, 2016
(%)
Πηγή: Eurostat (educ_uoe_grad02)

Σε επίπεδο κρατών μελών της ΕΕ, μπορούν να προσδιοριστούν ορισμένοι τομείς στους οποίους το ποσοστό σπουδαστών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που αποφοίτησε το 2016 ήταν ιδιαίτερα μεγάλο ή ιδιαίτερα μικρό σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ. Το ποσοστό των αποφοίτων κοινωνικών επιστημών, δημοσιογραφίας, πληροφορικής, διοίκησης επιχειρήσεων, δημόσιας διοίκησης και δικαίου ήταν σχετικά χαμηλό στη Φινλανδία και την Ισπανία, όπου αντιστοιχούσαν σε λίγο περισσότερο από το ένα τέταρτο του συνόλου των αποφοίτων το 2016, ενώ πολύ υψηλότερα ποσοστά καταγράφηκαν στο Λουξεμβούργο (51,7 % του συνόλου των αποφοίτων) και τη Βουλγαρία (49,0 %). Παρόμοια ανάλυση για τις σπουδές μηχανικού, βιομηχανικής παραγωγής και δομικών έργων δείχνει ότι το ποσοστό των αποφοίτων σ’ αυτόν τον τομέα ήταν σχετικά χαμηλό στο Λουξεμβούργο, τις Κάτω Χώρες (στοιχεία του 2015), τη Μάλτα και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ σχετικά υψηλά ποσοστά καταγράφηκαν στην Αυστρία (20,5 %), στην Πορτογαλία (21,3 %) και ιδίως στη Γερμανία (22,0 %). Το ποσοστό των αποφοίτων φυσικών επιστημών, μαθηματικών, στατιστικής και τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών ήταν σχετικά χαμηλό στο Βέλγιο, την Κύπρο, τη Λιθουανία και τη Βουλγαρία, ενώ ήταν ιδιαίτερα υψηλό στη Γερμανία (14,0 %), την Ιρλανδία (15,0 %) και το Ηνωμένο Βασίλειο (17,2 %). Το ποσοστό των αποφοίτων στον τομέα της υγείας και πρόνοιας ήταν σχετικά χαμηλό στο Λουξεμβούργο, τη Βουλγαρία, τη Γερμανία, την Αυστρία και την Κύπρο, ενώ ήταν σχετικά υψηλό στη Φινλανδία (19,7 %), στη Δανία (20,3 %), στη Σουηδία (22,2 %) και ιδίως στο Βέλγιο (26,5 %). Τέλος, το ποσοστό των αποφοίτων στον τομέα των παιδαγωγικών σπουδών ήταν σχετικά χαμηλό στην Ιταλία, τη Γαλλία και τη Ρουμανία, ενώ ήταν ιδιαίτερα υψηλό στην Ισπανία (16,5 %), την Ουγγαρία (16,6 %), την Κύπρο (17,0 %) και τη Μάλτα (18,0 %).

Εντός της ΕΕ των 28, σχεδόν τα τρία πέμπτα (57,6 %) του συνόλου των αποφοίτων το 2016 ήταν γυναίκες. Η ανάλυση ανά προσανατολισμό προγράμματος στην ΕΕ των 28 (με στοιχεία του 2015 για τις Κάτω Χώρες) δείχνει ότι το ποσοστό αυτό ήταν κάπως υψηλότερο (60,7 %) για τους κλάδους των κοινωνικών επιστημών, της δημοσιογραφίας, της πληροφορικής, της διοίκησης επιχειρήσεων, της δημόσιας διοίκησης και του δικαίου, ανερχόταν σε πάνω από τα δύο τρίτα στον τομέα των τεχνών και των ανθρωπιστικών επιστημών (66,9 %), πλησίαζε τα τρία τέταρτα στον τομέα της υγείας και πρόνοιας (73,9 %) και κατέληγε να είναι πάνω από τέσσερα πέμπτα (80,4 %) στις παιδαγωγικές σπουδές (βλ. σχήμα 2). Οι άνδρες απόφοιτοι αντιστοιχούσαν περίπου στα τρία πέμπτα (57,5 %) του συνολικού αριθμού των αποφοίτων φυσικών επιστημών, μαθηματικών, στατιστικής και τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών, και περίπου τα τρία τέταρτα (72,3 %) του συνόλου των αποφοίτων στους κλάδους των σπουδών μηχανικού, της βιομηχανικής παραγωγής και των δομικών έργων. Στους δύο μικρότερους τομείς —γεωργία, δασοκομία, αλιεία και κτηνιατρική, και υπηρεσίες— υπήρχε σχεδόν ισορροπία μεταξύ ανδρών και γυναικών ως προς τον αριθμό των αποφοίτων.

Σχήμα 2: Κατανομή αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανά τομέα και φύλο, ΕΕ των 28, 2016
(%)
Πηγή: Eurostat (educ_uoe_grad02)

Σε σχέση με το μέγεθος του πληθυσμού ηλικίας 20-29 ετών, ο αριθμός των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στους κλάδους των φυσικών επιστημών, των μαθηματικών, της στατιστικής και των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών αυξήθηκε κατά τα τελευταία έτη. Στο σχήμα 3 φαίνεται το χάσμα ως προς τον αριθμό ανδρών και γυναικών αποφοίτων στους εν λόγω κλάδους για το 2016, με τους άνδρες αποφοίτους να είναι σχεδόν διπλάσιοι από τις γυναίκες στην ΕΕ των 28. Το χάσμα μεταξύ των δύο φύλων όσον αφορά τους αποφοίτους φυσικών επιστημών, μαθηματικών, στατιστικής και τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών (σε σχέση με το μέγεθος του πληθυσμού) ήταν ιδιαίτερα έντονο στην Αυστρία, όπου ο αριθμός των ανδρών αποφοίτων ήταν 2,7 φορές υψηλότερος από αυτόν των γυναικών αποφοίτων. Μεγάλες σχετικά διαφορές υπήρχαν επίσης στο Βέλγιο, τη Φινλανδία, τις Κάτω Χώρες (στοιχεία του 2015), τη Μάλτα, το Λουξεμβούργο, την Ιρλανδία και τη Γερμανία. Αντιθέτως, στην Κύπρο, τη Ρουμανία και την Πολωνία ο αριθμός των ανδρών αποφοίτων στους κλάδους των φυσικών επιστημών, των μαθηματικών, της στατιστικής και των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών (σε σχέση με το μέγεθος του πληθυσμού) ήταν υψηλότερος κατά λιγότερο από 40 % σε σχέση με τον αντίστοιχο αριθμό γυναικών αποφοίτων.

Σχήμα 3: Αριθμός σπουδαστών που αποφοιτούν από την τριτοβάθμια εκπαίδευση στους τομείς των θετικών επιστημών, των μαθηματικών, της πληροφορικής, των σπουδών μηχανικού, της βιομηχανικής παραγωγής και των δομικών έργων, 2016
(αριθμός ανά 1 000 κατοίκους ηλικίας 20-29 ετών)
Πηγή: Eurostat (educ_grad04)

Διδακτικό προσωπικό και αναλογίες σπουδαστών-ακαδημαϊκού προσωπικού

Το 2016 (με στοιχεία του 2015 για τη Δανία και την Ιρλανδία) υπήρχαν 1,5 εκατ. διδάσκοντες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στην ΕΕ των 28 (βλ. πίνακα 4) εκ των οποίων μια μικρή μειονότητα —περίπου 100 χιλιάδες— παρείχαν τριτοβάθμιες σπουδές βραχείας διάρκειας. Περισσότερο από το ένα τέταρτο (27,1 %) του διδακτικού προσωπικού τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ των 28 βρίσκονταν στη Γερμανία, ενώ λίγο πάνω από το ένα δέκατο βρίσκονταν στην Ισπανία (11,1 %) και το Ηνωμένο Βασίλειο (10,2 %).

Πίνακας 4: Διδακτικό προσωπικό στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ανά επίπεδο και φύλο, 2016
(χιλιάδες)
Πηγή: Eurostat (educ_uoe_perp01)

Σε αντίθεση με το διδακτικό προσωπικό στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όπου οι γυναίκες αποτελούσαν την πλειονότητα, στο διδακτικό προσωπικό της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πλειοψηφούσαν οι άνδρες. Το 2016 σχεδόν τα τρία πέμπτα (57,4 %) του διδακτικού προσωπικού τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ των 28 ήταν άνδρες, ποσοστό που πλησίαζε τα δύο τρίτα στην Ελλάδα (66,2 %) και ξεπερνούσε επίσης το 60 % στο Λουξεμβούργο, τη Μάλτα, την Ιταλία, την Τσεχική Δημοκρατία και τη Γερμανία. Αντιθέτως, οι γυναίκες συνιστούσαν την πλειονότητα του διδακτικού προσωπικού τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη Φινλανδία (51,7 %), τη Λετονία (55,3 %) και τη Λιθουανία (56,5 %).

Το 2016 ο μέσος όρος των αναλογιών σπουδαστών-ακαδημαϊκού προσωπικού στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για την ΕΕ των 28 ήταν 15,0. Μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, οι υψηλότερες αναλογίες σπουδαστών-προσωπικού καταγράφηκαν στην Ελλάδα (39,6), ενώ αναλογίες άνω των 20 σπουδαστών ανά μέλος του προσωπικού καταγράφηκαν επίσης στο Βέλγιο και την Ιταλία. Αντιθέτως, οι αναλογίες σπουδαστών-προσωπικού βρίσκονταν σε μονοψήφια επίπεδα στο Λουξεμβούργο (7,6 σπουδαστές ανά μέλος του προσωπικού) και τη Μάλτα (9,7), ενώ σχετικά χαμηλές ήταν επίσης στη Σουηδία και τη Δανία (στοιχεία του 2015).

Πίνακας 5: Αναλογίες σπουδαστών-ακαδημαϊκού προσωπικού στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, 2016
(αριθμός σπουδαστών ανά μέλος του ακαδημαϊκού προσωπικού)
Πηγή: Eurostat (educ_uoe_perp04)

Οικονομικά

Σε ό,τι αφορά τις δημόσιες δαπάνες για την τριτοβάθμια εκπαίδευση σε σχέση με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ), υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για 27 από τα κράτη μέλη της ΕΕ —βλ. σχήμα 4. Το 2015 το σχετικό ποσοστό κυμαινόταν από 0,5 % στο Λουξεμβούργο και 0,7 % στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Ουγγαρία και την Ελλάδα έως 1,8 % στην Αυστρία και 1,9 % στη Σουηδία και τη Φινλανδία, με την υψηλότερη τιμή του να φτάνει το 2,4 % στη Δανία (στοιχεία του 2014). Ο μέσος όρος για την ΕΕ των 28 ήταν 1,2 %.

Σχήμα 4: Δημόσιες δαπάνες για την τριτοβάθμια εκπαίδευση σε σχέση με το ΑΕΠ, 2015
(%)
Πηγή: Eurostat (educ_uoe_fine06)

Πηγή στοιχείων για πίνακες και γραφήματα

Πηγές στοιχείων

Πηγή

Τα πρότυπα που αφορούν τις διεθνείς στατιστικές για την εκπαίδευση καθορίζονται από τρεις διεθνείς οργανισμούς:

Πηγή των στοιχείων που χρησιμοποιούνται στο παρόν άρθρο είναι μια κοινή συλλογή στοιχείων από την UNESCO, τον ΟΟΣΑ και τη Eurostat (UOE) σχετικά με τις στατιστικές για την εκπαίδευση, στην οποία βασίζονται τα κύρια συστατικά μέρη της βάσης δεδομένων της Eurostat σχετικά με τις στατιστικές για την εκπαίδευση. Σε συνδυασμό μ’ αυτή την κοινή συλλογή στοιχείων, η Eurostat συλλέγει επίσης στοιχεία για τις εγγραφές στις περιφέρειες και για την εκμάθηση ξένων γλωσσών.

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 452/2008,της 23ης Απριλίου 2008, παρέχει τη νομική βάση για την παραγωγή και την ανάπτυξη στατιστικών της ΕΕ για την εκπαίδευση και τη διά βίου μάθηση. Σε ό,τι αφορά την υλοποίηση των ασκήσεων συλλογής στοιχείων για την εκπαίδευση και την κατάρτιση, έχουν εγκριθεί δύο κανονισμοί της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ο πρώτος, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 88/2011 της Επιτροπής, της 2ας Φεβρουαρίου 2011, αφορούσε τα στοιχεία για τα σχολικά έτη 2010-2011 και 2011-2012, ενώ ο δεύτερος, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 912/2013 της Επιτροπής, της 23ης Σεπτεμβρίου 2013, αφορά τα στοιχεία από το σχολικό έτος 2012-2013 και εξής.

Περισσότερες πληροφορίες για την κοινή συλλογή στοιχείων διατίθενται σε άρθρο σχετικά με τη μεθοδολογία UOE.

Ταξινόμηση

Η διεθνής τυποποιημένη ταξινόμηση της εκπαίδευσης (ISCED), όπου περιγράφονται τα διάφορα επίπεδα της εκπαίδευσης, αποτελεί τη βάση για τις διεθνείς στατιστικές για την εκπαίδευση. Η ταξινόμηση αυτή αναπτύχθηκε για πρώτη φορά το 1976 από την UNESCO και, στη συνέχεια, αναθεωρήθηκε το 1997 και το 2011. Η ISCED 2011 διακρίνει εννέα εκπαιδευτικές βαθμίδες: προσχολική εκπαίδευση (επίπεδο 0), πρωτοβάθμια εκπαίδευση (επίπεδο 1), κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (επίπεδο 2), ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (επίπεδο 3), μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση μη τριτοβάθμιου επιπέδου (επίπεδο 4), τριτοβάθμια εκπαίδευση βραχείας διάρκειας (επίπεδο 5), πτυχίο ή ισοδύναμο (επίπεδο 6), μεταπτυχιακό ή ισοδύναμο (επίπεδο 7), και διδακτορικό ή ισοδύναμο (επίπεδο 8). Τα πρώτα αποτελέσματα με βάση την ISCED 2011 δημοσιεύτηκαν το 2015, ξεκινώντας με στοιχεία για την περίοδο αναφοράς 2013 όσον αφορά τα στοιχεία σχετικά με τους σπουδαστές και το διδακτικό προσωπικό και την περίοδο αναφοράς 2012 όσον αφορά τα στοιχεία σχετικά με τις δαπάνες. Η ταξινόμηση αυτή αποτελεί τη βάση για όλα τα στατιστικά στοιχεία που παρουσιάζονται στο παρόν άρθρο.

Η τριτοβάθμια εκπαίδευση βασίζεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, παρέχοντας μαθησιακές δραστηριότητες σε ειδικευμένους τομείς σπουδών. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν περιλαμβάνει μόνο την κοινώς αποκαλούμενη «ακαδημαϊκή» εκπαίδευση, αλλά και την ανώτερη επαγγελματική εκπαίδευση. Το περιεχόμενο των προγραμμάτων στο επίπεδο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι πιο σύνθετο και προηγμένο απ’ ό,τι σε χαμηλότερα επίπεδα της ISCED. Μία εκ των προϋποθέσεων για την τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι η επιτυχής ολοκλήρωση των προγραμμάτων του επιπέδου 3 της ISCED τα οποία παρέχουν άμεση πρόσβαση στα πρώτα προγράμματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (η πρόσβαση είναι επίσης δυνατή από τα προγράμματα του επιπέδου 4 της ISCED). Εκτός από τις απαιτήσεις που αφορούν τους τίτλους σπουδών, η πρόσβαση στα εκπαιδευτικά προγράμματα αυτών των επιπέδων ενδέχεται να εξαρτάται από το αντικείμενο σπουδών που θα επιλέξει ο σπουδαστής και/ή τους βαθμούς που θα συγκεντρώσει. Επιπλέον, ενδέχεται να είναι απαραίτητη η επιτυχής συμμετοχή σε εισαγωγικές εξετάσεις.

Συνήθως υπάρχει σαφής ιεράρχηση μεταξύ των τίτλων σπουδών που χορηγούνται από τα προγράμματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ωστόσο, δεν υπάρχει πάντοτε σαφής διάκριση όσον αφορά τη μετάβαση μεταξύ των προγραμμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και μπορεί να είναι δυνατός ο συνδυασμός προγραμμάτων και η μεταφορά διδακτικών μονάδων από ένα πρόγραμμα σε άλλο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι διδακτικές μονάδες από εκπαιδευτικά προγράμματα που έχουν ήδη ολοκληρωθεί μπορούν να συνυπολογίζονται και για την ολοκλήρωση ενός προγράμματος σε υψηλότερο επίπεδο της ISCED. Εντούτοις, για την πρόσβαση στο επίπεδο 8 της ISCED απαιτείται συνήθως η επιτυχής ολοκλήρωση του επιπέδου 7 της ISCED.

Οι ISCED 1997 και ISCED 2011 περιείχαν επίσης περιγραφές των τομέων σπουδών και κατάρτισης, αλλά αντικαταστάθηκαν αργότερα από την ταξινόμηση ISCED-F 2013. Έως το 2015 τα στοιχεία της Eurostat ανά τομείς σπουδών ταξινομούνταν σύμφωνα με την ΙSCED 1997 (η οποία είναι ίδια με την ISCED 2011 σε ό,τι αφορά τους τομείς εκπαίδευσης). Τα στοιχεία για το 2016 έχουν ταξινομηθεί και θα ταξινομούνται σύμφωνα με την ISCED-F 2013. Οι ευρείες ομάδες τομέων σπουδών στην ISCED 1997 είναι οι εξής: γενικά προγράμματα· παιδαγωγικές σπουδές· τέχνες και ανθρωπιστικές επιστήμες· κοινωνικές επιστήμες, διοίκηση επιχειρήσεων και δίκαιο· θετικές επιστήμες, μαθηματικά και πληροφορική· Σπουδές μηχανικού, βιομηχανική παραγωγή και δομικά έργα· γεωπονικές και κτηνιατρικές σπουδές· υγεία και πρόνοια· και υπηρεσίες.

Βασικές έννοιες

Οι αναλογίες σπουδαστών-ακαδημαϊκού προσωπικού υπολογίζονται με διαίρεση του αριθμού των σπουδαστών σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης με τον αριθμό των μελών του ακαδημαϊκού προσωπικού σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης. Το ποσοστό αυτό δεν πρέπει να συγχέεται με το μέσο μέγεθος τάξης, το οποίο αναφέρεται στον αριθμό των σπουδαστών σε ένα συγκεκριμένο μάθημα ή αίθουσα διδασκαλίας.

Οι πίνακες που περιέχονται στο παρόν άρθρο περιέχουν τις ακόλουθες ενδείξεις:
Τιμή σε πλάγια γράμματα     προβλεπόμενη, προσωρινή ή κατ’ εκτίμηση τιμή στοιχείων που, ως εκ τούτου, πρόκειται πιθανότατα να αλλάξει·
: μη διαθέσιμη, εμπιστευτική ή μη αξιόπιστη τιμή·
άνευ αντικειμένου.

Πλαίσιο

Διαδικασία της Μπολόνια

Από τη θέσπιση της διαδικασίας της Μπολόνια [βλ. σχετικό άρθρο στο Education and training statistics introduced (στα αγγλικά)] έως σήμερα έχει πραγματοποιηθεί σημαντική ανάπτυξη των συστημάτων ανώτερης εκπαίδευσης, σε συνδυασμό με αξιόλογες μεταρρυθμίσεις ως προς τη δομή των πτυχίων και τα συστήματα διασφάλισης της ποιότητας. Ωστόσο, η χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση έπληξε ποικιλοτρόπως την τριτοβάθμια εκπαίδευση, με ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ να επενδύουν μεγαλύτερα ποσά σ’ αυτήν και άλλα να προβαίνουν σε δραστικές περικοπές των σχετικών δαπανών τους. Το 2018 ο Εκτελεστικός Οργανισμός Εκπαίδευσης, Οπτικοακουστικών Θεμάτων και Πολιτισμού δημοσίευσε μια επισκόπηση της εφαρμογής της διαδικασίας της Μπολόνια με τίτλο «The European Higher Education Area in 2018: Bologna Process Implementation Report» (στα αγγλικά). Bologna process — Implementation report (στα αγγλικά)

Η διαδικασία της Μπολόνια έθεσε σε κίνηση μια σειρά από μεταρρυθμίσεις με στόχο να γίνει η ευρωπαϊκή τριτοβάθμια εκπαίδευση πιο συμβατή, συγκρίσιμη, ανταγωνιστική και ελκυστική για τους φοιτητές, αλλά δεν αποτελεί παρά μία μόνο πτυχή μιας ευρύτερης προσπάθειας που καταβάλλεται στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Για να δημιουργηθούν συνέργειες ανάμεσα στη διαδικασία της Μπολόνια και τη διαδικασία της Κοπεγχάγης (για ενισχυμένη ευρωπαϊκή συνεργασία για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν θεσπίσει ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο επαγγελματικών προσόντων για τη δια βίου μάθηση (ΕΠΕΠ).

Σημεία αναφοράς των στρατηγικών «Ευρώπη 2020» και ΕΚ 2020

Τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αποτελούν ζωτικής σημασίας εταίρους στην υλοποίηση της στρατηγικής της ΕΕ για προώθηση και διατήρηση της ανάπτυξης: ένας από τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη είναι ότι, μέχρι το 2020, το 40 % των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών στην ΕΕ θα πρέπει να έχουν τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η βελτίωση των επιδόσεων των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης σε όλα τα επίπεδα και η αύξηση της συμμετοχής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελούν επίσης μία από τις ολοκληρωμένες οικονομικές κατευθυντήριες γραμμές και κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση που αναθεωρήθηκαν στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

Το επικαιροποιημένο στρατηγικό πλαίσιο για την ευρωπαϊκή συνεργασία στην εκπαίδευση και την κατάρτιση (γνωστό ως ΕΚ 2020), εγκρίθηκε από το Συμβούλιο τον Μάιο του 2009. Το πλαίσιο αυτό ορίζει τέσσερις στρατηγικούς στόχους για την εκπαίδευση και την κατάρτιση στην ΕΕ:

  • πραγμάτωση της δια βίου μάθησης και της κινητικότητας·
  • βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης και της κατάρτισης·
  • προαγωγή της ισοτιμίας, της κοινωνικής συνοχής και της ενεργού συμμετοχής στα κοινά· και
  • ενίσχυση της δημιουργικότητας και της καινοτομίας (συμπεριλαμβανομένου του επιχειρηματικού πνεύματος) σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Η στρατηγική ορίζει μια σειρά από σημεία αναφοράς που πρέπει να επιτευχθούν έως το 2020, στα οποία περιλαμβάνεται και ο παραπάνω στόχος σύμφωνα με τον οποίο το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών που έχουν ολοκληρώσει σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 40 %. Τον Νοέμβριο του 2011 το Συμβούλιο ενέκρινε δύο συμπληρωματικά σημεία αναφοράς για τη μαθησιακή κινητικότητα. Το πρώτο εξ αυτών ορίζει έναν στόχο για το 2020, σύμφωνα με τον οποίο τουλάχιστον το 20 % κατά μέσο όρο των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ των 28 θα πρέπει να έχει πραγματοποιήσει μια περίοδο σπουδών ή κατάρτισης σχετικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση (συμπεριλαμβανομένης της πρακτικής άσκησης) στο εξωτερικό, η οποία θα πρέπει να αντιπροσωπεύει τουλάχιστον 15 μονάδες του ευρωπαϊκού συστήματος μεταφοράς και συσσώρευσης ακαδημαϊκών μονάδων (ECTS) ή να είχε διάρκεια τριών τουλάχιστον μηνών. Ένα δεύτερο σημείο αναφοράς για την απασχολησιμότητα προστέθηκε τον Μάιο του 2012, σύμφωνα με το οποίο, μέχρι το 2020, το ποσοστό των μισθωτών αποφοίτων ηλικίας 20-34 ετών στην ΕΕ των 28 οι οποίοι βρίσκονται εκτός εκπαίδευσης και κατάρτισης για διάστημα όχι μεγαλύτερο των τριών ετών πριν από το έτος αναφοράς θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 82 %.

Erasmus+

Το πρόγραμμα Erasmus, το οποίο εφαρμόστηκε για περισσότερα από 25 χρόνια και ήταν ένα από τα πλέον γνωστά ευρωπαϊκά προγράμματα, αντικαταστάθηκε το 2014 από το πρόγραμμα της ΕΕ για την εκπαίδευση, την κατάρτιση, τη νεολαία και τον αθλητισμό, το οποίο αναφέρεται συνήθως ως Erasmus+. Στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το πρόγραμμα Erasmus+ παρέχει στους σπουδαστές και στο ακαδημαϊκό προσωπικό την ευκαιρία να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους και να βελτιώσουν τις προοπτικές απασχόλησής τους. Οι σπουδαστές μπορούν να σπουδάσουν στο εξωτερικό για διάστημα έως και 12 μηνών (κατά τη διάρκεια κάθε κύκλου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης). Πάνω από δύο εκατομμύρια σπουδαστές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αναμένεται να λάβουν μέρος στο Erasmus+ κατά την περίοδο 2014-2020, μεταξύ των οποίων περίπου 25 χιλιάδες σπουδαστές που θα συμμετάσχουν σε κοινά προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών.

Τον Μάιο του 2018 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε προτάσεις για το πρόγραμμα Erasmus για την περίοδο 2021-2027, οι οποίες συνεπάγονται διπλασιασμό του προϋπολογισμού στα 30 δισ. ευρώ, ποσό το οποίο αναμένεται να επιτρέψει σε 12 εκατ. άτομα να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα.

Direct access to

Other articles
Tables
Database
Dedicated section
Publications
Methodology
Visualisations




Συμμετοχή στην εκπαίδευση και την κατάρτιση (educ_part)
Εκπαιδευτικό προσωπικό (educ_uoe_per)
Οικονομικά της εκπαίδευσης (educ_uoe_fin)

Μεταδεδομένα

Εγχειρίδια και άλλες μεθοδολογικές πληροφορίες